Ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο) υπήρξε μια σπουδαία
προσωπικότητα του διεθνούς επαναστατικού κινήματος.
Πραγματικός κοσμοπολίτης, βρέθηκε στην καρδιά όλων των
μεγάλων πολιτικών και επαναστατικών γεγονότων του μεταπολεμικού κόσμου.
Μια παρουσία που άφησε βαθιά το στίγμα της σε μια οδυνηρή
εποχή γεμάτη όνειρα, αγώνες και διαψεύσεις.
«Αν δεν έχει κανείς ένα όραμα, αν δε θέλει να ξεπεράσει
το παρόν στο όνομα πάντα της πραγματικότητας, αν δεν τείνει πάντα σε κάτι πάνω
απ΄τα παρόντα, είναι χαμένος. Η ουτοπία είναι κίνητρο προς κάτι το καλύτερο-
και ευτυχώς που υπάρχει...
Οι νέοι θα ’πρεπε να ‘ναι γιομάτοι ζωή και ευχαρίστηση!
Εγώ είχα μια καλή ζωτικότητα, μια καλή ιδιοσυγκρασία∙
τώρα αρχίζω και σκεβρώνω κι όλα τα πράγματα γίνονται δύσκολα, αλλά ακόμα και
τώρα που βλέπω πως το κορμί μου καταρρέει, πως οι σάρκες και τα κόκαλα
αδυνατίζουν, λέω πως θα’ναι μια ευχαρίστηση καθηλωμένος στην καρέκλα να
ξαναδιαβάσω όσα μου άρεσαν στη ζωή μου ή όσα δε διάβασα…».
(Περιοδικό Τέταρτο, συνέντευξη στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο
σε ένα καφέ στο Παρίσι τον Μάϊο του 1986, αναδημοσιευμένη στο βιβλίο του
"Αντίο Παλιέ Κόσμε" - Δημόσια Βιβλιοθήκη Βέροιας και 'Αρη Δημοκίδη).
Η Αλγερία ήταν για τον Μιχάλη Ράπτη η μεγάλη υπόθεση της
ζωής του, αλλά και ο κύριος λόγος της ρήξης του με την Τετάρτη Διεθνή.
Πιστεύοντας σε μία επαναστατική δυναμική της αλγερινής
εξέγερσης και σε μία σοσιαλιστική μετεξέλιξη του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα
ενάντια στους γάλλους αποικιοκράτες, υποστήριξε την επανάσταση αυτή όχι μόνο
ιδεολογικά, αλλά και με πολύ πρακτικούς τρόπους, από την παραγωγή όπλων μέχρι
τη παραχάραξη γαλλικών χαρτονομισμάτων, κερδίζοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη των
αλγερινών επαναστατών, αλλά και του ίδιου του Ben Bella που τον συμβουλευόταν.
Για το στήσιμο του εργοστασίου παραγωγής όπλων, ο Μιχάλης
Ράπτης εξάντλησε κάθε μέσο και κάθε γνωριμία του.
Ζήτησε από τους Αλγερινούς να αγοράσουν ατο Μαρόκο μία
μεγάλη έκταση κοντά στην Κενίτρα με έναν πορτοκαλεώνα που θα έκρυβε τη μυστική
δραστηριότητα του εργοστασίου. Όλα θα έδειχναν έτσι ότι επρόκειτο για ένα
εργοστάσιο παραγωγής μαρμελάδων. Ο Ράπτης μαζί με έναν άλλον έλληνα συντροφό
του ανέλαβε να φέρει τα μηχανήματα από διάφορες ανατολικές χώρες και να πείσει
μηχανικούς που συμπαθούσαν την Τέταρτη Διεθνή να συμβάλλουν στη λειτουργία του
εργοστασίου.
Το εργοστάσιο αποτελεί έναν απίθανο συνδυασμό διαφόρων
ετερόκλητων στοιχείων : οι τόρνοι είναι κινέζικοι, κάποια άλλα μηχανήματα
γιουγκοσλάβικα η τσέχικα, οι στολές παραλλαγής των εργατών (έχουν όλοι τις
ίδιες) αμερικάνικες, τα εσωρουχά τους κινέζικα.'Οσο για τους εργάτες,
προέρχονται κι αυτοί από διαφορετικές χώρες και είναι όλοι τους ειδικευμένοι
εργάτες : η πλειοψηφία είναι Αλγερινοί, αλλά οι τροτσκιστές και τα άλλα μέλη
των δικτύων (κυρίως τα γερμανική δίκτυα) είναι κι αυτοί παρόντες.
Αν ο εργοδηγός είναι Ολλανδός, συναντάμε επίσης μία ομάδα
τροτσκιστών από την Αργεντινή, έναν 'Ελληνα τροτσκιστή, δύο Γερμανούς άστεγοι
πολιτικά, 'Αγγλους, ακόμη κι έναν Γάλλο που προσπάθησε πολύ ο Μιχάλης Ράπτης να
πείσει τους Αλγερινούς να τον δεχτούν (στοιχεία από την εξαιρετική έρευνα του
γάλλου καθηγητή Ιστορίας Sylvain Pattieu "Ο "σύντροφος Pablo,
η Τέταρτη Διεθνής και ο πόλεμος της Αλγερίας").
Στο επίπεδο της πρακτικής βοήθειας (είναι γνωστός ο ρόλος
των γάλλων αναρχικών και τροσκιστών -οι λεγόμενοι "μεταφορείς
βαλιτσών" που με κάθε τρόπο οργάνωναν τη βοήθεια προς το FLN), οι
σύντροφοι του Pablo ενέκριναν όλες του τις ενέργειες, αλλά άρχισαν να διαφωνούν
μαζί του όταν έκριναν ότι η υπερβολική του ταύτιση με την "πολιτική
αυτοδιαχείρησης" του Τίτο η με τον παναραβικό σοσιαλισμό δημιουργούσαν τις
χειρότερες αυταπάτες σε σχέση με την εξέλιξη αυτών των καθεστώτων.
Το 1965, στο συνέδριο της οργάνωσης, οι θέσεις του Μιχάλη
Ράπτη απορρίπτονται από μία πολύ ισχνή πλειοψηφία και ο ίδιος αναγκάζεται να
αποχωρήσει.
Ο Μιχάλης Ράπτης δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον Trotsky. Αν
και εκπροσώπησε την Ελλάδα στο πρώτο Συνέδριο της Τέταρτης Διεθνούς που
ιδρύθηκε το 1938 στο Παρίσι, η εξορία του Trotsky στο Μεξικό καθιστούσε αδύνατη
την παρουσία του στο Συνέδριο. Μετά τη δολοφονία του το 1940, ο Μιχάλης Ράπτης
δραστηριοποιείται στη Γαλλία όπου αποκτάει γρήγορα κύρος ανάμεσα στους
σκόρπιους τροτσκιστικούς κύκλους που καταφέρνει να συνενώσει, καταλαμβάνοντας
από το 1944 και μετά τη θέση του Γενικού Γραμματέα της διεθνούς οργάνωσης.
Ποιος ήταν ο Μιχάλης Ράπτης;
Ο Μιχάλης Ράπτης (Μισέλ Πάμπλο) (Αλεξάνδρεια, 24
Αυγούστου 1911 – Αθήνα, 17 Φεβρουαρίου 1996) υπήρξε ένας από τους πιο
σημαντικούς ηγέτες της τροτσκιστικής 4ης Διεθνούς.
Γεννήθηκε το 1911 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από
εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν πολιτικός μηχανικός και ο παππούς του
ανώτατος αξιωματικός του ελληνικού στρατού με καταγωγή από την Ήπειρο.
Η μητέρα του καταγόταν από την Κρήτη. Στην Αίγυπτο έζησε
μέχρι τα 6. Στα 1916 η οικογένεια εγκαθίσταται στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης.
Αργότερα μετακινηθήκανε στον Κίσσαμο Χανίων και στη συνέχεια στα Χανιά,
όπου τελείωσε το Πρακτικό Λύκειο.
Ο πατέρας του τον προόριζε για πολιτικό μηχανικό και για
αυτό γράφτηκε στο Πολυτεχνείο. Στην ηλικία των 14 ετών έγραψε διηγήματα τα
οποία δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της Κρήτης.
Με την ένταξή του στο Πολυτεχνείο αμέσως έρχεται σε επαφή
με την οργάνωση των αρχειομαρξιστών και από τότε το ενδιαφέρον του στράφηκε
σχεδόν αποκλειστικά στο εργατικό κίνημα, τις σοσιαλιστικές ιδέες και το
σοσιαλισμό.
Οι αρχειομαρξιστές ασκούσαν στο ΚΚΕ κυρίως κριτική για
την απουσία μαρξιστικής θεωρίας και την έλλειψη κομμουνιστικής ηθικής στις
τάξεις του.
Η αρχειομαρξιστική οργάνωση σύντομα θα αποκτήσει
σημαντική επιρροή σε συντεχνιάζοντα κυρίως εργατικά στρώματα. Οι συγκρούσεις
μεταξύ μελών του Αρχείου και του ΚΚΕ ήταν συχνές και βίαιες.
Γρήγορα ο Ράπτης εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο δραστήρια
μέλη της πολυάριθμης τότε φοιτητικής αρχειομαρξιστικής παράταξης, η οποία έδωσε
τον τόνο στη μεγάλη φοιτητική κινητοποίηση του 1929 – 1930.
Ο Ράπτης αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή εκείνου του
κινήματος. Σύντομα ο Ράπτης ήρθε σε σύγκρουση με την ηγεσία των αρχειομαρξιστών
και τον Δημήτρη Γιωτόπουλο και αρχίζει να γοητεύεται από την Διεθνή
Αντιπολίτευση του Τρότσκι. Έτσι, το 1929 προσχωρεί στους «φραξιονιστές», μια μικρότερη
διάσπαση της αρχειομαρξιστικής οργάνωσης.
Η ομάδα αυτή οργανώνεται το 1931 σε Κομμουνιστική Ενωτική
Ομάδα και εκδίδει το περιοδικό Δελτίο. Σε αυτό ο Ράπτης αρθρογραφεί με το
ψευδώνυμο «Σπέρας».
Βασική θέση της ΚΕΟ ήταν η αναγκαιότητα δράσης ως αριστερής
αντιπολίτευσης στο ΚΚΕ και όχι η δημιουργία άλλου κόμματος. Δηλαδή αναγνώριζαν
την πρωτοκαθεδρία του ΚΚΕ και επεδίωκαν συνεργασία μαζί του ασκώντας παράλληλα
κριτική.
Το 1932 η ΚΕΟ μετασχηματίζεται σε Λενινιστική
Αντιπολίτευση του ΚΚΕ (ΛΑΚΚΕ) και το 1934 συγχωνεύεται με την ΟΚΔΕ του Π.
Πουλιόπουλου στην ΟΚΔΕ. Ο Ράπτης παραμένει ηγετικός στέλεχος σε όλες αυτές τις
ομάδες και συμμετέχει σε όλα τα κινήματα ιδίως στην μεγάλη εξέγερση του 1936
στη Θεσσαλονίκη.
Με την κήρυξη της μεταξικής δικτατορίας συλλαμβάνεται και
υπόκειται σε συνεχείς άγριους ξυλοδαρμούς. Οι γονείς του και οι συγγενείς του
που διατηρούσαν επαφή με ανώτερα στρώματα της εποχής παρενέβησαν και τον
γλίτωσαν.
Ακολούθησε εξορία στην Φολέγανδρο, όπου αντιμετώπισε μαζί
με άλλους τροτσκιστές τον αποκλεισμό από την ενιαία «κολλεχτίβα» των εξορίστων
του ΚΚΕ. Τότε γνωρίστηκε με την Έλλη, η οποία βρέθηκε εκεί χωρίς να είχε
ανάμειξη με την πολιτική, αλλά επειδή αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση.
Το 1937 ο πατέρας του, ο καθηγητής του ΕΜΠ Παρασκευόπουλος
παρενέβησαν και τελικά αποφασίστηκε να του επιτραπεί η έξοδος στο εξωτερικό,
στην Ελβετία. Ισχυροί πίεσαν και επέτρεψαν και στην Έλλη να ακολουθήσει στην
Ελβετία.
Από τότε παρέμειναν αχώριστοι σύντροφοι. Το 1939
παρακολούθησε ως αντιπρόσωπος της ΕΟΚΔΕ του Π. Πουλιόπουλου το ιδρυτικό
συνέδριο της 4ης Διεθνούς στο Παρίσι. Από εκείνη την περίοδο
χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Πάμπλο. Τότε ο Τρότσκι και οι υποστηριχτές του
θεώρησαν ότι η Κομιντέρν είχε αποτύχει, εξαιτίας της επικράτησης του
Σταλινισμού, και ήταν ανίκανη να καθοδηγήσει τη διεθνή εργατική τάξη. Για αυτό
αποφάσισαν την ίδρυση μια νέας Διεθνούς.
Στο Παρίσι ο Ράπτης εντάχθηκε στους πρωτοπόρους
πολιτικούς και λογοτεχνικούς κύκλους.
Την περίοδο αυτή αρρώστησε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε
στο φοιτητικό σανατόριο Σαιντ-Ιλερντύ-Τουβέ στα περίχωρα της Γκρενόμπλ. Την
άνοιξη του 1943 επέστρεψε στο Παρίσι και εντάχτηκε στην ομάδα Πάλη των Τάξεων.
Συμμετείχε στην αναδιοργάνωση της Τετάρτης Διεθνούς.
Ο ίδιος πρότεινε την δημιουργία μιας Προσωρινής
Ευρωπαϊκής Γραμματείας η οποία ανέπτυξε πλούσια αντικατοχική δράση εκδίδοντας
από μυστικό τυπογραφείο το έντυπο Τέταρτη Διεθνής. Η προπαγάνδα βασιζόταν σε
διεθνιστικές αρχές και όχι σε πατριωτικές και είχε σκοπό να εξεγείρει του
γερμανούς φαντάρους.
Στα 1944 συμμετείχε στην ευρωπαϊκή συνδιάσκεψη της
Τετάρτης Διεθνούς, η οποία τον εξέλεξε γραμματέα της.
Η οργάνωση συστηματικοποίησε την προπαγάνδα στο εσωτερικό
του γερμανικού στρατού αντιπαρατέθηκε με τον πατριωτισμό των γκολικών,
σοσιαλιστών και κομμουνιστών και ανέμενε μια μεγάλη επανάσταση στην Γερμανία, η
οποία όμως δεν ήρθε ποτέ.
Τον Μάρτιο του 1946 συγκαλείται η πρώτη μεταπολεμική
Διεθνής Συνδιάσκεψη η οποία διακόπτεται από την αστυνομία. Αφού συλλαμβάνονται
όλοι οι αντιπρόσωποι εκτός του Αμερικανού, η Συνδιάσκεψη συνεχίστηκε στην
φυλακή όπου επανεκλέγεται ο Ράπτης ως γραμματέας.
Το 1946 ταξίδεψε στην Αθήνα για να παρευρεθεί στο
ενοποιητικό συνέδριο των τροτσκιστικών οργανώσεων της Ελλάδας. Στη συνέχεια
ταξίδεψε στην Ιταλία και επέστρεψε στο Παρίσι.
Τότε συνειδητοποίησε πως η επανάσταση της δικής του
εποχής δε θα μπορούσε να έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με την επανάσταση του
1917. Για αυτό στράφηκε προς τα κινήματα του λεγόμενου τότε Τρίτου Κόσμου. Τον
χειμώνα του 1946-7 ταξίδεψε για πρώτη και τελευταία φορά στις ΗΠΑ. Μετά την
σύγκρουση Στάλιν – Τίτο η Τέταρτη Διεθνής επέλεξε να υποστηρίξει το καθεστώς
της Γιουγκοσλαβίας. Έτσι οργανώθηκαν διεθνείς ταξιαρχίες εθελοντών για την
ανοικοδόμηση της Γιουγκοσλαβίας, ορισμένες από τις οποίες έφτασαν εκεί το καλοκαίρι
του 1950.
Το 1948 συγκαλείται το Β΄ Συνέδριο της Τετάρτης Διεθνούς.
Στην πραγματικότητα όμως οι τροτσκιστικές οργανώσεις ποτέ δεν κατάφεραν να
ξεπεράσουν το επίπεδο των απλών προπαγανδιστικών ομάδων με πολύ μικρή επιρροή.
Για αυτό αποφασίστηκε και ακολουθήθηκε η πρακτική του
εισοδισμού σε μεγαλύτερα σοσιαλιστικά κόμματα.
Αυτή η πρακτική επικράτησε με ενθουσιασμό στο Γ Διεθνές
Συνέδριο του 1951. Το 1952 με επιμονή του ίδιου του Ράπτη υποστηρίχθηκε το
αντιαποικιακό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της Αλγερίας και συγκεκριμένα το FLN
το Αχμέντ Μπεν Μπελα.
Πέρα από την πολύπλευρη υποστήριξη, το πιο ηρωικό έργο
των τροτσκιστών τότε ήταν η λειτουργία μυστικού εργοστασίου όπλων αλλά και
εργοστασίων παραγωγής άλλων ειδών μέσα στην ίδια την Αλγερία στα οποία εργάζονταν
κρυφά πολλοί τροτσκιστές από όλον τον κόσμο.
Το 1960 ο ίδιος ο Ράπτης μαζί με την Έλλη συλλαμβάνονται
από την ολλανδική αστυνομία με διάφορες κατηγορίες, αλλά ουσιαστικά για την
υποστήριξη στο αλγερινό κίνημα. Η δίκη τους δέχθηκε την συμπαράσταση πολλών
μεγάλων προσωπικοτήτων της εποχής. Τελικά, απελευθερώθηκαν και διαθέτοντας
μαροκινό διαβατήριο με το οποίο κατάφεραν να φτάσουν στο Μαρόκο. Αργότερα θα
μεταβούν και θα παραμείνουν στην Αλγερία και θα ζήσουν από κοντά την
απελευθέρωση της χώρας.
Μετά από επίσκεψη στην Κύπρο και γνωριμία με τον Μακάριο
ανέλαβε πρόξενος της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αλγερία. Το 1965 ο Αχμέντ Μπεν
Μπέλα ανατρέπεται από τον ηγέτης του στρατού Μπουμεντιέν ο οποίος εγκαθιστά μια
δικτατορία.
Στο μεταξύ στη ηγεσία της Τετάρτης Διεθνούς
αναδείχτηκε μια νέα ηγεσία. Η στροφή του Ράπτη προς τα κινήματα του τρίτου
κόσμου, αλλά και η υποστήριξη της «αυτοδιαχείρισης» καταγγέλθηκε ως παμπλισμός
και τότε το τεταρτοδιεθνιστικό κίνημα διασπάστηκε καθώς ένα μέρος του παρέμεινε
πιστό στις απόψεις του Πάμπλο.
Στο Παρίσι ζει τον Μάη του 1968.
Την ίδια χρονιά επισκέφθηκε την Κούβα όπου και συνομίλησε
με μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Την επόμενη χρονιά θα επισκεφτεί
μαζί με την Έλλη την Γιουγκοσλαβία. Σύντομα θα συνδεθεί με το παλαιστινιακό
κίνημα. Το 1972 θα τον τραβήξει η επανάσταση στο Περού και βέβαια η Χιλή του
Αλιέντε, όπου και συνάντησε τον ίδιο τον πρόεδρο στης χιλιανής δημοκρατίας.
Επέστρεψε στο Παρίσι και ξαναταξίδεψε στην Χιλή το 1973
για να την εγκαταλείψει λίγο πριν από το πραξικόπημα του Πινοσέντ. Το 1974
βρέθηκε στην Πορτογαλλία όπου έζησε από κοντά την Επανάσταση των κόκκινων
γαριφάλλων.
Με την πτώση της ελληνικής χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα
και συνεργάζεται στενά με τον Αντρέα Παπανδρέου με τον οποίο διατηρούσε φιλία
από τον μεσοπόλεμο όταν ο Παπανδρέου ήταν τροτσκιστής.
Πέθανε το 1996 στην Αθήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου