26.4.14

Όχι πια τσιφτετέλληνες!



Μέσα στην υπερπροσφορά των κειμένων που χτίστηκαν για να αποδομήσουν τις ανησυχίες του Νίκου Δήμου (στις οποίες αναφερθήκαμε κι εμείς στο προηγούμενο κείμενο, εμφανίστηκαν λογιών λογιών ιδέες.




Από τη συνήθη ψεκασμένη διακεκριμένη χειροτεράντζα, έως και συγχρονισμένα άσφαιρα «εκσυγχρονιστικά» πυρά, σαν σαντορινιούς μπαλαφουμάδες. Του τύπου, εντάξει κακοί οι εθνολαϊκιστές, αλλά κι εσείς οι άθεοι πια…
Αγνοούν, φαίνεται, ότι δεν υπάρχουν μόνο ένθεοι και άθεοι σε αυτό το ντουνιά.


 
Το γενικό επιχείρημα «Μην τα γκρεμίζετε όλα, φτάνει πλέον η απόλυτη ισοπέδωση των εθιμικών παραδόσεων, δεν γίνεται να επιβιώσει ο Έλληνας χωρίς τους αναγκαίους εθνικούς του μύθους» έδωσε και πήρε, υπό ποικιλόμορφες βαριάντζες.
Κατ’ αρχάς, ας ξεκαθαρίσουμε ότι οι μύθοι δεν είναι κάτι αναγκαίο, χωρίς το οποίο δεν μπορούμε. Είναι αποτέλεσμα της ανασφάλειάς μας, στην οποία επικάθηνται σαν περικεφαλαία, είτε τους γυρέψουμε είτε όχι. Και, κυρίως, τους φοράμε, χωρίς να το καταλάβουμε.
Πρέπει διαρκώς να ανανεώνεις τους εθνικούς σου μύθους, αλλιώς περιέρχεσαι σε πεδίο δραματικής στασιμότητας και εν συνεχεία σήψης, όπως τώρα καλή ώρα. Αφού δεν παράγουμε δημιουργία, άρα δεν ολοκληρώνουμε διαρκώς την εθνική μας ταυτότητα και δεν ονειρευόμαστε ένα κινητήριο αύριο.
Απλώς λαθροβιούμε, καταναλώνοντας το νεκρό ιδεολόγημα «ξεπεσμένος κληρονόμος του Αριστοτέλη», για το οποίο απαιτούμε τα ρόγιαλτυς από τους κουτόφραγκους.
Παρότι έμπρακτα έχουμε απαρνηθεί τον Αριστοτελισμό ως μήτρα της Δύσης, κοιτώντας μονόπαντα προς Ανατολάς…
Την σοβαρή εκδοχή της κριτικής κατά όσων στηλιτεύουν τις υπερβολές του εθνικού μας ισλάμ, παρουσίασε ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος. «Βαρεθήκαμε να είμαστε Έλληνες;», διερωτήθηκε.
Εδώ, λοιπόν, εγείρεται η εξήγηση ότι όποιος καταπολεμάει το καρακατσουλιό της Δικτατορίας του Κατιναριάτου, δεν σημαίνει ότι απαιτεί να γίνουμε Σουηδοί πανεθνικώς, ούτε ότι βαρεθήκαμε να είμαστε Έλληνες!
Το να επιδιώκεις μόχλευση και οξυγόνωση μέσα στο τέναγος, για να κουνηθούμε από τη θέση μας και να απεγκιβωτισθούμε από την δύστοπη ευταξία μας, σημαίνει κάτι άλλο. Ότι θέλουμε να ξαναγίνουμε Έλληνες.
Ας εξηγηθούμε αναλυτικά.
Πριν να λαλήσει τρις ο πετεινός, μετά την γκρίνια ότι εμείς «οι άθεοι γκρεμίζουμε τα έθιμα και τις παραδόσεις», η ζωή πλήρωσε άσχημα τους κλαψομουρμούρηδες, δικαιώνοντας εμάς. Ήρθαν τα αιματηρά γεγονότα που δημιουργεί η απερινόητη εθνική ανοησία.
Μαθεύτηκε το περιστατικό με τους μπαλαφουμάδες της Σαντορίνης, που έσπειραν αίμα και πανικό σε ανυποψίαστους τουρίστες.
Και όλοι σκεφτήκαμε ότι τώρα αρχίσαμε να βαράμε και τον τουρισμό κατακέφαλα.
Αρχικά θεωρήθηκε ότι ο δράστης σίγουρα θα αναδειχθεί ως ο «Μέγας Μ(πιπ) της χρονιάς». Αργότερα, όμως, τα τραγικά περιστατικά άρχισαν να πληθαίνουν και το βραβείο της μεγάλης μαγκιάς άλλαξε χέρια.
Πήγε Κρήτη, στον 40χρονο λεβεντομπίπ, που εν ψυχρώ σκότωσε το συγχωριανό του, έτσι, για το καλό.
Αυτά είναι. Μπαλωθιές που μας αγκυρώνουν στο βαθύ χθες.
Όταν η λεβεντιά ξεχειλίζει από τα μπατζάκια, τέτοια παθαίνουμε.
Δεκαετίες σέρνεται η αθλιότητα της μπαλωθιάς, που λερώνει τις φυσικές, ηθικές, αισθητικές ομορφιές της Κρήτης.
Κανένας πολιτικός αρχηγός δεν τόλμησε ποτέ να πει «αφοπλίστε όλα τα επικίνδυνα γίδια», που κλείνουν σπίτια για πλάκα.
Τίποτε δεν έχει αλλάξει.
Ή μάλλον, αλλάζουν τα πράγματα, επί τα χείρω.
Παραστατικά αποδίδεται το κλίμα αυτό από το εξαιρετικό κείμενο της Δέσποινας Λιμνιωτάκη: «Ο στρατός τση Κρήτης».
Κόμματα, Δημόσια Τάξη, Δικαιοσύνη, κοινωνία, όλοι τους μούγκα στην στρούγκα, με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Μπαλαφουμάδες στη Σαντορίνη, χαλκούνια στο Αγρίνιο, σαΐτες στην Καλαμάτα, ρουκέττες στον Βροντάδο, δυναμίτες στην «αδούλωτη» (χε,χε) Κάλυμνο, μπαλωθιές στην λεβεντογέννα και άλλα παρόμοια βαρελοτοειδή σε όλη την επικράτεια.
Πολλοί νεκροί και δεκαπλάσιοι ανάπηροι «θυσιάζονται στον Μολώχ» της πυρομανίας. Και όμως, δεν αμφισβητούμε τον βλακώδη σκοταδιστικό τρόπο διαχείρισης του εθίμου, μην και ταραχθούν οι παραδόσεις (που κρατάνε ζωντανό το έθνος…).
Και δεν ενημερώνουν οι παλιοί τους καινούργιους, ότι το πολύ το τάκα τάκα είναι αντιτουριστικό, αντισεξουαλικό, ξενερωτικό. Αμαρτία.
Δεν δασκαλευόμαστε ότι όλες αυτές οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της αρχέγονης αιώνιας και οικουμενικής αντίφασης «αρσενικό – θηλυκό».
Αυτό που όλα τα πλουμιστά αρσενικά παγώνια φουσκώνουν και τσιρίζουν, για να εντυπωσιάσουν με τη φασαρία τους τα θηλυκά της γειτονιάς.
Και που σπάνια τα αρσενικά έχουνε το μέτρο να καταλάβουνε ότι άμα το παρακάνουνε στο φούσκωμα και στη τσιρίδα, τότε εμφανίζονται κάποια κουλ παγώνια που παίρνουνε τα κορίτσια και φεύγουν.
Και αφήνουν τους φωνακλάδες παγώνηδες αμανάτι με τη τσιρίδα στο χέρι, να βλέπουν τις παγώνες να τους κουνάνε από μακριά το μαντήλι, ανγκαζέ με τους χαλαρούς που λέγαμε.
Πρέπει να τα λέμε κι αυτά. Όλα χρειάζονται, ένα αιώνα μετά το ζενίθ του Σιγισμούνδου Φρώυδ, μην είμεθα τόσο αθώοι, όϊ, όϊ, μάνα μου. Με άλλα λόγια, κακώς στο καθ’ ημάς καρακατσουλιό τα επικίνδυνα μπουρλότα θεωρούνται μαγκιά.
Ενώ είναι μια συμπλεγματική στοχευμένη ηλιθιότητα, που εννιά στις δέκα εκφεύγει του στόχου, ο οποίος είναι η συμπάθεια μιας όμορφης ψιψίνας. Και αυτή η αγνοημένη παρεξήγηση ανατροφοδοτεί το αιματηρό φαινόμενο, που έτσι εντάσσεται και στην ευρύτερη σεβαστή κατηγορία των εθίμων.
Θα μου πείτε, μόνο τα ελληνόπουλα έχουν ορμές;
Όχι, όλη η απανταχού νεολαία έχει. Απλώς παντού στον κόσμο εκτός του δικού μας βαθέος ισλάμ, υπάρχει σεβασμός στη νομιμότητα και αν χρειαστεί, καταστολή.
Και δημόσια συζήτηση, που περιορίζει την αήττητη γιδιά με τους πυρομανείς αιμοβόρους ζεϊμπέκηδες.
Κι αν ούτε αυτή πιάσει, έρχεται μια ενημερωτική καμπάνια που διαλύει το ισχυρό μυθικό θετικό φορτίο μιας τέτοιας αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Στο κάτω κάτω αυτοί οι μύθοι που υποτίθεται ότι εκφράζουν πατριωτισμό, είναι καλοί μόνο για χρυσαυγίτες. Τάχα, λέει, με τα χαλκούνια και τις σαΐτες, τρόμαξαν τα άλογα του Ομέρ Βρυώνη και έστειλαν στην τουαλέτα τους τούρκους και έχασαν τη μάχη…
Δεν είναι αυτοί μύθοι για προχωρημένους έλληνες πολίτες.
Φερ’ ειπείν, αντί για τα κατουρημένα από πυρφόρες σαΐτες άλογα του Βρυώνη, ας πούμε για τις πατάτες του Καποδίστρια. 



Ένα διδακτικό μύθο που δίνει κίνητρα δημιουργίας, τέτοιες μέρες κρίσης που περνάμε οι παραμυθιάρηδες. Να λυσιτελείς εθνικοί μύθοι!
Ωραία, λοιπόν, ο σκοταδισμός μας δεν επιτρέπει διεξαγωγή αποκαλυπτικής ορθολογικής συζήτησης.
Και πώς θα μάθουν τα παιδάκια ότι πιάνονται κορόιδα, άμα μιμούνται τον καραγκιόζη που βαράει μπαλωθιές για μαγκιά;
Πετάμε σύνθημα «η μπαλωθιά είναι για τσι Μ(πιπ), όχι για τσι λεβέντες» και θα δείτε σε ελάχιστα χρόνια τα θετικά αποτελέσματα, χωρίς καμιά σπουδαία αναγκαία συνοδευτική καταστολή.
Κανένας νέος άνθρωπος, άμα καταλάβει το βλακώδες, δεν θέλει να θεωρείται πυροβολημένο νούμερο.
Εδώ, λοιπόν, είναι κρυμμένη η μεγάλη αλήθεια. Οι δυναμίτες της Καλύμνου και οι μπαλωθιές της Κρήτης κρύβουν τον φόβο του εκσυγχρονισμού.
 Όσο δεν τον διαχειριζόμαστε χαλαρά και ισορροπημένα, θα έχουμε αναχρονιστικό σκοταδισμό με νεκρούς και σακατεμένους. Ας αμφισβητήσουμε τη μόδα «μη μου τους μύθους τάραττε». Δ
εν θα κακοπάει αν βάλουμε λίγο χέρι στο άβατο με τα οπισθοδρομικά ήθη και έθιμα. Και αυτό το ρεπερτόριο χρειάζεται λίγη ανανέωση.
Όλοι και όλα κρίνονται.
Και τα έθιμα, που τα έχουμε αναγάγει σε θεία δόγματα, και αυτά κρίνονται. Εκεί όπου δεν κρίνονται, επικρατεί η βαρβαρότητα.
Στην Αφρική, ας πούμε, παρά τις προσπάθειες του ΟΗΕ υπάρχει δυσκολία να καταργηθεί το άθλιο έθιμο της κλειτοριδεκτομής.
Γιατί υπάρχει θέμα σεβασμού στα ιερά και στα όσια πατρογονικά έθιμα, που έχει θεσμίσει η βλακεία του σκοταδισμού.
«Αν δεν αφήσεις να πετσοκόψουμε και την κόρη σου, θα σε δαγκώσει το πορτοκαλί φίδι», είναι ο τύπος της άσκησης πίεσης που δέχονται οι απλοί άνθρωποι.
Έτσι, οι γονείς υποκύπτουν φοβικά στην εξουσία των μάγων, που επιβάλλουν τη διαιώνιση του εθίμου.
Απανταχού στον κόσμο, όπου υπάρχει σκότος, εκεί γεννιέται ο στόκος, πάλι τέτοια θα λέμε;
Κι εδώ, συνοψίζουμε. Οι τιμές Αρχηγού Κράτους στο Άγιο Φως, όπως και οι νεκροί από μπαλωθιές, ένα ενιαίο πρόβλημα συναποτελούν.
Την αναγκαιότητα της εκσυγχρονιστικής ανασυγκρότησης μέσα από το γκρέμισμα των σκοτογόνων παλιών μύθων.
Το ότι ουδείς ξεστόμισε ένα κιχ, που να συνδέει αυτά τα φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους πράγματα, μας αξίζει.
Λες και οι νεκροί από τις μπαλωθιές ήρθαν από τον ουρανό και όχι από τα ίδια τα γίδια εμάς.
Μας αξίζει και ο κ. Τσίπρας, που λαϊκίζοντας ασύστολα, αντί να μιλήσει κατά της δολοφονικής μπαλωθιάς, τρεις μέρες μετά το φονικό, την αποφόρτισε και αποενοχοποίησε χτες στην Κρήτη. Και την χρησιμοποίησε ως ευφυολόγημα κατά των αντιπάλων, σε στυλ, η ψήφος σας να γίνει μπαλωθιά κατά των Μερκελιστών… Άθλιο.
Στο ίδιο πακέτο βάλτε και τις θλιβερές μου ορδές της ΟΛΜΕ, όπως και της ΠΟΕ-ΟΤΑ, που όλοι τους μπαίνουν γερά στον υπέρ πάντων αγώνα κατά της αξιολόγησης, ζητώντας την στήριξη και της ΑΔΕΔΥ. Θεωρούν ότι η αξιολόγηση είναι εργαλείο του σατανά.
Πιο ισλάμ, πεθαίνεις…
Από όπου και να την πιάσεις την τιμημένη επικαιρότητα, ζέχνει.
Τι Σαμπιχά Σουλεϊμάν, να προσθέσεις…
Τι θλιβερούς κοκοροπόλεμους μεταξύ ανεύθυνης Ν.Δ. και ανευθυνότερου ΣΥΡΙΖΑ…
Ο οποίος, μάλιστα, πίσω από κάποια ανύπαρκτα «αριστερά» προτάγματα, θυσιάζει συνειδητά την απλή λογική και τα εθνικά συμφέροντα.
Δεν υπάρχει έλεος, λέμε, όπου βασιλεύει το άγιο σκότος.
Και μας λέτε μετά να μην καταρρίπτουμε τους μύθους και τα έθιμα. Και ότι βαρεθήκαμε να είμαστε Έλληνες.
Διαβάσαμε το εξαιρετικό κείμενο της Χριστίνας Ταχιάου «Δεν μου αρέσει η Ελλάδα του ομορφάντρα».
Γράφτηκε πριν δύο χρόνια και μας ήταν άγνωστο μέχρι προχθές.
Ώσπου δέχτηκε μια σκληρή κριτική, στο πνεύμα που περιγράφαμε νωρίτερα, από υπερτιμημένα αλλά όχι στιβαρής επιχειρηματολογίας κείμενα.
Και όμως, με τον τρόπο της, σα να μας εξηγεί, γιατί έχουμε βαρεθεί να είμαστε Τσιφτετέλληνες, οπότε χρειάζεται μια διέξοδος, μακριά από τις ποικιλώνυμες ασχήμιες μας.
Ας σκιαγραφήσουμε λίγο αυτή την οδό φυγής προς τα εμπρός.
Όλα τα ανωτέρω που συγκροτούν τον ελληναραδισμό του καθ’ ημάς ισλάμ, δεν είναι υποχρεωτικά ελληνικότητα. Μόνο αυτό θα σας πω.
Έκπαλαι εθρυλείτο το ελληνικό φιλότιμο, μέχρι πριν τη Χούντα.
Μετά και την «Αλλαγή», κατά την οποία όπως συχνά τονίζουμε επετεύχθη ο βαθύς Εκδημοκρατισμός της Διαφθοράς, πού το βλέπει κανείς αυτό το τιμημένο το ελληνικό φιλότιμο;
Έχει συντελεσθεί απόλυτη μεταστοιχείωση στο DNA του σόφτγουεαρ μας, μέσα από την οποία ο έλληνας έχει γίνει τσιφτετέλληνας. Αυτό είναι κάτι που δεν αποδεικνύεται με φιλοτιμόμετρο, ούτε και με άλλου τύπου ηθομετρήσεις.
Παρ’ όλα αυτά το ξέρουμε όλοι ότι έχει συμβεί αυτός ο ευρύτερος εκτσογλανισμός στην ηθική και αισθητική μας συγκρότηση, που τουλάχιστον ξεκίνησε από την Χούντα. Θυμηθείτε το τραγούδι «Κοιτάω την πάρτη μου», του Λουκιανού Κηλαηδόνη, από τα Μικροαστικά σε στίχους αείμνηστου Γιάννη Νεγρεπόντη.
Και φυσικά, ολοκληρώθηκε με την Αυριανισμένη «Αλλαγή» (θυμηθείτε το τραγούδι «όλοι τα παίρνουνε»).
Τότε που είχε εντοπιστεί σε μια δημοσκόπηση το τρομακτικό εύρημα ότι το 60% των τσιφτετελλήνων προτιμούσε να χάσει τον κοινοβουλευτισμό, παρά το Ι.Χ. του…
Δεν ήταν φορσέ η μεταστοιχείωση του φιλότιμου έλληνα από την φάση του τζατζίκι μουζάκα συρτάκι ντανς σε αυτό το τσιφτετελληνικό έκτρωμα που έχει προκύψει σήμερα.
Σίγουρα συνέβαλε καθοριστικά ο παπανδρεϊκός μπανανολαϊκισμός με τη βαρβατίλα του στο να προκύψει αυτό που ζούμε.
Και όχι ότι είναι κακό πράμα η βαρβατίλα.
Αλλά καλό είναι να εκδηλώνεται εν μέσω αναστεναγμών στα κρεβάτια μας, όχι όμως στην πολιτική και εν γένει στη δημόσια σφαίρα.
Και κυρίως όχι με υπεραπλουστεύσεις του τύπου ή Χριστός ή Χάος.
Θεωρούμε πως όλα αυτά συνδέονται ευθέως με τα δύο δομικά προβλήματα που αναδεικνύει εδώ και καιρό η ανάλυσή μας. Το Ποικιλόχρουν Ακροδεξιό Φαινόμενο και το Πελατειακό Ιδιωτικό Παρακράτος, τα οποία τόσο προσφυώς εκμεταλλεύεται ο εμμένων μπανανολαϊκισμός μας.

Έτσι, μπορεί να ζει και να βασιλεύει και να αναπαράγεται σε διάφορες μορφές και να φέρνει χρεωκοπίες, φτώχειες, δυστυχίες.
Και όταν του επιτρέπουμε να αναλάβει αυτός να επιλύσει την κρίση που ο ίδιος προκάλεσε, τότε έρχονται καπάκι και οι εθνικές καταστροφές.
Βαρειάς μορφής η ασθένεια. Μα οι γιατροί το φάρμακο δεν ημπορούν να βρούνε. Και το αρρωστιάρικό μας σώμα, σιγολιώνει μεσ’ στο στρώμα.
Εδώ, λοιπόν, στο Εθνικό μας Οπισθοδρόμιο, είναι καιρός να βρεθεί το γιατρικό που θα ακυρώσει την κακοηθέστατη μεταστοιχείωση.
Να βγάλουμε από πάνω μας αυτό το χτικιό του Τσιφτετέλληνα, κάτι που βαρεθήκαμε να το είμαστε.
Και να ξαναγίνουμε Έλληνες, με τα κουσούρια και με τα ωραία μας.
Εν ανάγκη, ας επιστρέψουμε στην φάση της πτωχής πλην τιμίας Ψωροκώσταινας του 19ου αιώνα, που ουσιωδώς κράτησε ως τα πέτρινα προδικτατορικά χρόνια. Τότε που πετάγαμε μόνο ακίνδυνα ελαφρά βαρελοτάκια «για το καλό».
Και από αυτήν ας ξανασηκωθούμε δυνατά, αλλά όμορφα, ταυτόχρονα χρησιμοποιώντας ακομπλεξάριστα και την πολύτιμη νέα μας πλέον ευρωπαϊκή ιδιότητα, που τόσο είχαμε περιφρονήσει ως τώρα.
Φτάνει να απομονώσουμε τους κακομούτσουνους, που μας έφεραν ως εδώ.
Και που θέλουν, ετοιμοθάνατους και τυμπανιαίους εδώ να μας διατηρήσουν, με τον ποικιλώνυμο μπανανολαϊκισμό τους, για το γινάτι της εξουσιαστικής ξελιγωμάρας τους.
Έτσι, ας αναρρώσουμε και ας ξαναγίνουμε Έλληνες.

Σακελλάρης Σκουμπουρδής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου