Αν αφήσουμε στην άκρη το ΚΚΕ, που ζει στον δικό
του πλανήτη και τη Χρυσή Αυγή, για ειδικούς λόγους, μένουν τρία
κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αν αφήσουμε και το ΠΑΣΟΚ, που βρίσκεται σε
μεταβατικό στάδιο αναζητώντας (και) αρχηγό, μένουν δύο: η Ν.Δ. και το Ποτάμι.
Με αυτά θα ασχοληθούμε στο σημερινό και στο
επόμενο άρθρο μας.
Στις εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου η Ν.Δ.
ηττήθηκε με οκτώ μονάδες διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, δεν υπέστη καμιά
«συντριβή».
Σε πείσμα και της τρέχουσας φιλολογίας,
ισχυρίζομαι ότι δεν υπέστη καν «βαριά ήττα», αν συνυπολογιστούν όλες οι
παράμετροι...
Σε σύγκριση με τις εκλογές του 2012 έχασε
περίπου 100 χιλιάδες ψηφόρους και σε ποσοστό κάτι λιγότερο από δύο μονάδες.
Μια σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ φανερώνει τη διαφορά.
Από το 2009 μέχρι το 2012 το ΠΑΣΟΚ έχασε 32
μονάδες. Η Ν.Δ. από το 2012 μέχρι το 2015 ούτε δύο.
Συμπέρασμα: η Ν.Δ., στη χειρότερη κυβερνητική
στιγμή της (είχε πάρει σαρωτικά μέτρα εναντίον σχεδόν όλων των κοινωνικών
ομάδων) έχασε φυσιολογικά τις εκλογές.
Όμως, το μεγάλο κομμάτι της παραδοσιακής βάσης
της Δεξιάς άντεξε σε όλη τη χώρα, βεβαίως τηρουμένων των αναλογιών: τα
μεγάλα κόμματα σήμερα δεν έχουν σχέση με αυτά που γνωρίσαμε μέχρι το ξέσπασμα
της κρίσης.
Το πρόβλημα της Ν.Δ. δεν είναι τα συρρικνωμένα
ποσοστά που εμφανίζει στις δημοσκοπήσεις. 'Ετσι γίνεται πάντα μετά τις εκλογές
με το ηττημένο κόμμα.
Η Ν.Δ. έχει πρόβλημα στρατηγικής.
Ο κ. Σαμαράς επένδυσε στην «αριστερή
παρένθεση», πιστεύοντας ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα κατέρρεε υπό το βάρος
της οικονομικής πραγματικότητας.
Το περίεργο είναι ότι ακριβώς το ίδιο πίστεψαν και όσοι αμφισβητούν τον Σαμαρά και
προσπάθησαν να τον εξωθήσουν σε γρήγορη αποχώρηση, ώστε να μην είναι εκείνος
που θα καρπωθεί την «κατάρρευση» του ΣΥΡΙΖΑ και επιστρέψει «δικαιωμένος».
Η ανάλυση και των δύο πλευρών της Ν.Δ. ήταν εντελώς λανθασμένη.
Ηταν αδύνατον ο ΣΥΡΙΖΑ να καταρρεύσει μέσα σε
λίγους μήνες, ό,τι κι αν συνέβαινε. Πόσω μάλλον που ακόμη δεν έχει συμβεί
σχεδόν τίποτα, αφού δεν έχει πάρει κανένα
δυσάρεστο μέτρο.
Στη Ν.Δ. δεν είχαν την απαιτούμενη
διορατικότητα, ώστε να ξεφύγουν από τη θεωρία της «αριστερής παρένθεσης» και να
επενδύσουν στη μεσοπρόθεσμη αποδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η θεωρία της παρένθεσης οδηγεί τους μουτζαχεντίν
του Σαμαρά σε ένα ακόμη λάθος: διακηρύσσουν ότι δεν θα ψηφίσουν τη συμφωνία με
τους δανειστές, που θα φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ, ποντάροντας ότι δεν θα την ψηφίσουν και
(τουλάχιστον 13) κυβερνητικοί βουλευτές κι έτσι θα χάσει τη Δεδηλωμένη και θα
οδηγηθεί σε εκλογές.
Δεν είχαν τη διορατικότητα να εκτιμήσουν ότι,
ακόμα κι αν αυτό συμβεί (μάλλον απίθανο με τα σημερινά δεδομένα), οι
εκλογές αυτές θα ευνοήσουν τον κ. Τσίπρα.
Αντίθετα, η Ν.Δ. έχει κάθε συμφέρον να ψηφιστεί
συμφωνία από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ και να εφαρμοστεί,
επιφέροντας έτσι το αναμενόμενο πολιτικό κόστος.
Ταχεία πτώση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα επέλθει.
Η θεωρία της «παρένθεσης» αποδείχθηκε ήδη
λανθασμένη.
Είτε ο κ. Σαμαράς παραμείνει αρχηγός είτε
κάποιος άλλος τον διαδεχθεί, αυτό δεν αλλάζει. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστεί φθορά μόλις
αρχίσει να κυβερνά και υλοποιήσει επώδυνα μέτρα, που αναπόφευκτα θα
περιέχει η συμφωνία.
Η φθορά αυτή θα είναι μεσο-μακροπρόθεσμη.
Οι κυβερνήσεις της κρίσης δεν μακροημέρευσαν
μέχρι τώρα.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου άντεξε μόλις δύο χρόνια,
η κυβέρνηση Σαμαρά δυόμισι. Είναι πρόωρο να γίνουν προβλέψεις, αλλά πολύ
σύντομα και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα αρχίσει να υφίσταται τη φθορά της
εξουσίας. Αυτή είναι αναπόφευκτη, είτε ο κ. Τσίπρας αναγκαστεί να καταφύγει
τώρα σε νέες εκλογές είτε συνεχίσει έτσι.
Γι’ αυτό η αντιπολίτευση -και πρωτίστως η Ν.Δ.,
που παραμένει το μεγάλο κόμμα της- θα χρειαστεί να προσαρμοστεί στη νέα
πραγματικότητα.
Οι υπερφίαλες προσδοκίες για γρήγορη «δικαίωση»,
μέσω της «παρένθεσης» του ΣΥΡΙΖΑ, διαψεύστηκαν ήδη.
Η επιμονή σ' αυτήν δεν δείχνει σοβαρότητα.
Το εκλογικό σώμα, άλλωστε, δεν καίγεται να
αλλάξει κυβέρνηση τόσο γρήγορα και να επαναφέρει κάποια που αποδοκίμασε πριν
από λίγο.
Για την περίπτωση της Ν.Δ., με ή χωρίς Σαμαρά,
ισχύει η ρήση του Κλεμανσό: «Δεν
υπάρχουν επείγοντα θέματα, υπάρχουν μόνον επειγόμενοι άνθρωποι».
Γιώργος Καρελιάς
Σωστές πολλές επισημάνσεις του άρθρου, αλλά διαφωνώ με τα συμπεράσματα ή πάντως τα περισσότερα συμπεράσματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό την ίδια την ανάλυση του άρθρου, προκύπτει ότι τη ΝΔ τη συμφέρει να ψηφίσει τη συμφωνία μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Δεν την συμφέρει να την υπερψηφίσει και η ίδια.
Ο Τσίπρας θα πάει με αέρα στις εκλογές αν α) έχει απορρίψει τη συμφωνία και β) ταυτόχρονα του επιτρέψουν οι Ευρωπαίοι να κρατήσει ανοικτές τις τράπεζες. Αυτά τα δύο αλληλοαποκλείονται. Ο Τσίπρας μπορεί να πάει σε εκλογές με ανοικτές τράπεζες μόνον αν προτείνει στο εκλογικό σώμα να δεχτεί αυτά που θα απαιτήσουν οι δανειστές. Ίσως και γι' αυτό βιάζονται οι δανειστές να παρουσιάσουν μια "συμφωνία" ή τέλος πάντων αυτό που θέλουν αυτοί ως συμφωνία: Για να είναι ξεκάθαρο για τι μιλούμε και για να αφαιρεθεί η πρωτοβουλία της ασάφειας από τον Τσίπρα.
Ο Τσίπρας δεν θα κυβερνήσει ποτέ διότι δεν βγήκε για να κυβερνήσει. Βγήκε για να μοιράσει λεφτά (έτσι νόμιζε) και για να φτιάξει το δικό του πελατειακό κράτος. Τίποτε άλλο δεν τον ενδιαφέρει. Ας πούμε ότι επιτυγχάνεται μια συμφωνία. Πώς το εννοούμε ακριβώς να "κυβερνήσει". Ποια θα είναι η οικονομική του πολιτική; Για την παιδεία; Για την υγεία; Για την άμυνα; Για την εξωτερική πολιτική;
Πολύ φοβάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη κυβέρνα. Κυβερνά άθλια. Ποιο ήταν το κυβερνητικό του πρόγραμμα πέρα από το πρόγραμμα οικονομικών παροχών που ξέρουμε ως "πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης";
Ποτέ δεν υπήρξε άλλο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ! Ή πάντως δεν μας το είπε!
Άρα, τι να κυβερνήσει; Δεν τον νοιάζει τίποτε άλλο. Ήρθε στην εξουσία ως κόμμα διαμαρτυρίας και παραμένει κόμμα διαμαρτυρίας ακόμη και ως κυβέρνηση! Και που δεν κλείνει η συμφωνία, φταίνε οι ξένοι, ο Σαμαράς, κι εγώ δεν ξέρω ποιος άλλος. Πάντως όχι οι ίδιοι!
Τέτοιοι ανεύθυνοι άνθρωποι, είναι ποτέ δυνατόν να κυβερνήσουν;
Λόγω συγκυρίας κυβερνᾶ ὁ συριζα. Τό 32% πού τόν ψήφισε δέν εἶναι δεδομένο. ῞Οταν καί ἐάν ὑπαρχει συμφωνία (ξεφυλλίζοντας τήν μαργαρίτα), καί ἀρχίζουν νά ἐφαρμόζοντε τά δυσβάστακτα μέτρα, μήν εἴδατε τόν Παναῆ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντως ἡ θεωρία τοῦ ὤριμου φρούτου δέν εἶναι πάντα ἐπιτυχής. Μέχρι τότε τί γίνεται, πῶς θά ξημεροθοῦμε;