Οταν προ εβδομάδων μάς είχε απορροφήσει το
φιάσκο της συζήτησης Τσίπρα και Κλίντον, γεννήθηκε μέσα μου ένα ερώτημα, που
εκείνες τις ώρες φαινόταν πρόωρο, απεδείχθη όμως δικαιολογημένο.
Αναρωτήθηκα, συγκεκριμένα, αν θα μπορούσε να
υπάρξει κάτι χειρότερο στον διεθνή εξευτελισμό της χώρας.
Ε, λοιπόν, νομίζω ότι υπάρχει και μόλις το
ζήσαμε με την επίσημη επίσκεψη του προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας. Μιλώ,
βέβαια, για τη γενική εικόνα της επίσκεψης Ολάντ και τις επικοινωνιακές
δυνατότητές της…
Ας τα πάρουμε ένα ένα και χρονολογικά. Ξεκινώ με
μια στεγνή περιγραφή του πρωθυπουργού Αλέξιου Τσίπρα την ώρα της ανάκρουσης της
Μασσαλιώτιδας, στο Μνημείο του Αγνώστου: πρώτα έβαλε τα χέρια στα πλευρά, όπως
σε στάση προσοχής, αμέσως όμως τα σταύρωσε μπροστά, χαμηλά, σαν να ήταν σε
εκκλησία· άρχισε να κουνιέται και να χαζεύει εμφανώς, κοίταξε ψηλά τον ουρανό
με ύφος εγκαρτέρησης, έπειτα ξαφνικά έριξε το βλέμμα κάτω, μετά το έστρεψε
επάνω δεξιά· τέλος, όταν ένας εικονολήπτης στάθηκε μπροστά του σε απόσταση
ενάμισι μέτρου, θυμήθηκε πού βρισκόταν και στάθηκε, επιτέλους, προσοχή λίγο
προτού τελειώσει ο γαλλικός εθνικός ύμνος.
Συγγνώμη, αλλά εγώ, που δεν χωνεύω τους Γάλλους
(από την εποχή του Εκατονταετούς Πολέμου, μιλάμε – τώρα είναι πια αργά να
αλλάξω) ντράπηκα ως Ελληνας πολίτης για λογαριασμό του πρωθυπουργού της χώρας
μου. Υποθέτω, λοιπόν, ότι οι Γάλλοι τηλεθεατές δεν θα εξετίμησαν την, ας την
πούμε, ανατρεπτική ανεμελιά του Αλέξη και να μην την εξέλαβαν ως ασέβεια.
Στον δικό μας εθνικό ύμνο, που ακολούθησε,
αναγνώρισα αμέσως την τόσο χαρακτηριστική σφραγίδα της αισθητικής του Πάνου
Καμμένου.
Το γεγονός ότι το τιμητικό άγημα των ευέλπιδων
είχε την εντολή να συνοδεύει την μπάντα των πνευστών γκαρίζοντας όσο πιο
βροντερά μπορούσε τους στίχους του Διονυσίου Σολωμού ήταν κωμικό και θλιβερό
μαζί. Καλλιτεχνικά, όμως, ίσως μπορεί να θεωρείται δικαιωμένο· διότι,
σκεφθείτε, τι είναι η Ελλάδα; Ενα χάος όπου επικρατούν οι αγριοφωνάρες.
Ηταν, όμως, και μεγάλης συμβολικής αξίας
γεγονός, κατά τη γνώμη μου. Βλέπω σε αυτό τη συμφιλίωση της κυβερνητικής
εξουσίας και των «αγανακτισμένων» της πλατείας του 2011.
Το επίσημο δείπνο. Ακουσα και το λέω με επιφύλαξη,
γιατί δεν το διασταύρωσα, ότι η πρόσκληση έγραφε «ένδυμα σκουρόχρωμο». Ισως γι’
αυτό μπερδεύτηκε ο πρόεδρος Πόρκυ της Βουλής, Νικόλαος Βούτσης, και εμφανίστηκε
με σκούρο καφέ πουκάμισο. Γραβάτα, πλην του Κοτζιά, δεν υπήρχε. Ομως, δεν
υπήρχε ούτε πολλή επισημότητα. Η περίπτωση του Νικολάου Φίλη της Παιδείας (το
πουκάμισο πάντα να βγαίνει έξω από το παντελόνι) είναι η χαρακτηριστικότερη:
μόλις έφαγε, σηκώθηκε από το τραπέζι και έφυγε! Λες και είχε πάει στα γενέθλια
του θείου του και όχι στο επίσημο δείπνο προς τιμήν του προέδρου της Γαλλικής
Δημοκρατίας. Ομοίως και ο Ν. Παππάς: σηκώθηκε για να φύγει, άλλαξε γνώμη όμως
και επέστρεψε.
Υπήρχε, γενικώς, μια χαλαρότητα ασύμβατη με
επίσημο δείπνο προς τιμήν αρχηγού κράτους, η οποία ελπίζω να εκτιμήθηκε ως
φολκλορική, τρόπον τινά, αυθεντικότητα. Ισως η ανάδειξη της «αυθεντικότητας» να
ήταν αυτό που έκανε τους οργανωτές να προσκαλέσουν στο δείπνο και τον
αντισυστημικό τηλεευαγγελιστή Λαζόπουλο.
Ημέρα δεύτερη, η κοινή συνέντευξη Τύπου. Εκεί,
μου έκαναν εντύπωση οι επανειλημμένες αναφορές του πρωθυπουργού στον επίσημο
προσκεκλημένο με το μικρό του όνομα. Να το έκανε μία φορά, σε ένα
συναισθηματικά κατάλληλο σημείο της ομιλίας, θα το καταλάβαινα. Αλλά δύο, τρεις
ή περισσότερες ήταν κάτι που μείωνε το κύρος της περίστασης, όχι μόνο των
προσώπων. Αυτό μπορεί να άρεσε στον Φρανσουά (θα ήθελα να πιστεύω ότι κοκκίνισε
και λίγο από χαρά...), είμαι βέβαιος όμως ότι δεν θα άρεσε πολύ στους Γάλλους.
Διότι μπορεί να περηφανεύονται για το 1789, αλλά δεν ξεχνούν και την gloire της
Αυτοκρατορίας.
Στη Βουλή ήταν το αποκορύφωμα της «εμπειρίας»,
για τον ατυχή Φρανσουά Ολάντ. Ο πρόεδρος Πόρκυ ήταν ένας γλύκας! Λευκό
πουκάμισο αυτή τη φορά, ξεκούμπωτο σακάκι, τα χέρια να πέφτουν άτσαλα στο πλάι
και να βαδίζει μπατάροντας πότε εδώ και πότε εκεί σαν βαρκούλα στο κύμα.
Ευτυχώς
που ανέβηκε στη θέση του προέδρου, γιατί οι ξένοι θα νόμιζαν ότι ήταν ένας
παρατυχών καλοσυνάτος ταβερνιάρης.
Το σοκ για
τον Ολάντ ήταν ο Τάσος Κουράκης. Ο Γάλλος πρόεδρος γούρλωσε τα μάτια στη θέα
του ανδρός. (Πού να είχε διαβάσει και τα ποιήματα…)
Στα κυβερνητικά έδρανα ο υφυπουργός Σγουρίδης
ήταν με μπλουτζίν, η δε Σία Αναγνωστοπούλου (και το οικοσύστημα των βοστρύχων
της, υποθέτω) μασούσε τσίχλα. Η πιο «σουίτ» (απαραίτητη εδώ η ορολογία του
μεσημεριανάδικου) στιγμή, όταν ο πρόεδρος Νίκος, προσφέροντας το αναμνηστικό
δώρο της Βουλής των Ελλήνων στον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, είπε από
καρδιάς, με φωνή λιγωμένη από περηφάνια: «Δίνουμε το δώρο μας με τον Περικλή…».
Ως προς την ουσία, περισσότερα θα πούμε τις
επόμενες ημέρες. Προς το παρόν, αρκούμαι στην παρατήρηση ότι, αν ο Φρανσουά
Ολάντ μπήκε σε όλο αυτό τον κόπο μόνο και μόνο για να στηρίξει την κυβέρνηση
στη διαπραγμάτευσή της με την τρόικα, το βρίσκω λίγο δυσανάλογο.
Πάντως, ήταν γι’ αυτόν μια «εμπειρία». Ελπίζω να
του άρεσε…
Στέφανος Κασιμάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου