17.1.16

Περί των προγόνων μας…



Όλοι εμείς οι νεοέλληνες, ανάμεσα στα πολλά που μας χαρακτηρίζουν, έχουμε και δυο κυρίαρχα κοινά στοιχεία: Πρώτον, δεν πολυγνωρίζουμε την ιστορία μας, βασιζόμενοι στα λίγα που θυμόμαστε από το σχολείο, και που αυτά στην πλειονότητά τους είναι βολικοί μύθοι, και δεύτερον, μέσα στην «εθνοπρέπειά» μας, όλοι ανεξαιρέτως καταγόμαστε από τον Περικλή, τον Μιλτιάδη, και τον Πλάτωνα… κανείς μας από τις εκατοντάδες χιλιάδες δούλων, πόσο δε μάλλον από τους διάφορους «βάρβαρους» εισβολείς που πέρασαν κατά καιρούς από την χώρα μας.
 



Οι όποιες περιορισμένες ιστορικές μας γνώσεις, είναι ακόμη πιο περιορισμένες όσον αφορά στην νεότερη ιστορία μας, και ειδικά σε αυτά που ξέρουμε για την ηρωική εποχή της επανάστασης του 1821. Τότε που οι ήρωες (απ ευθείας) απόγονοι του Λεωνίδα συμπατριώτες μας, ξεσηκώθηκαν όλοι σαν μια γροθιά εναντίον των Οθωμανών κατακτητών, θέλοντας να επαναφέρουν το αρχαίο ελληνικό κλέος, που όμως ανάθεμά με αν οι περισσότεροι το γνώριζαν…


Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι κάτι που είχα διαβάσει κάποτε στα απομνημονεύματα ενός (ξεχνάω ποιου) ξένου περιηγητή, που επισκεπτόμενος κατά τον 18ο αιώνα τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο (αν θυμάμαι καλά), και ενθουσιασμένος από το θέαμα, ρώτησε έναν τσομπάνη που έβοσκε εκεί κοντά τα πρόβατά του, αν ξέρει ποιοι και πότε έκτισαν αυτό το αριστούργημα. Η απάντηση του προγόνου μας ήταν αφοπλιστική: «Ποιος ξέρει; Αυτά όλα είναι από τα πολύ παλιά χρόνια… από την εποχή των Ελλήνων»!
Πρόσφατα διάβασα το βιβλίο «Με τον Βύρωνα και τον Ανδρούτσο», του Έντουαρντ Τρελώνη, ενός Άγγλου φιλέλληνα  μπον βιβέρ, που ήταν φίλος του Λόρδου Βύρωνα και του μεγάλου Άγγλου ποιητή Σέλλεϋ, και μάλιστα συνόδεψε τον πρώτο καθ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στη χώρα μας τα χρόνια του ξεσηκωμού, πολεμώντας μαζί και γνωρίζοντας από κοντά όλους τους επώνυμους αλλά και τους απλούς ήρωες της επανάστασης.
Λίγους μήνες πριν έρθει στην Ελλάδα με τον Βύρωνα, ζούσε μαζί με τους δυο ποιητές στην Ιταλία, όπου στις μαρτυρίες του,  περιγράφει και το εξής ενδιαφέρον περιστατικό, που ρίχνει φως στο ιστορικό μας παρελθόν:

Όταν είχαμε πάει μαζί (σημ. εννοεί τον Σέλλεϋ) στο Λιβόρνο, τον τράβηξα προς τις αποβάθρες. «Έλα», του λέω, «έχουμε λίγη ώρα στη διάθεσή μας. Πάμε να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε τον γύρο του κόσμου μέσα σε σαράντα λεπτά. Σ’ αυτές εδώ τις αποβάθρες συναντάς δείγματα απ όλες τα εθνότητες του κόσμου. Μπορούμε να κάνουμε μια γύρα και να εξετάσουμε από κοντά όποιο έθνος θέλουμε. Να δούμε ποιες είναι οι συνήθειές του, οι τρόποι του, το ντύσιμο, η γλώσσα, τα φαγητά, τα προϊόντα του, οι τέχνες του και κυρίως η ναυπηγική του τέχνη.
Να κοίτα εκείνα τα πλοία εκεί πέρα, πόσο διαφορετικές κοψιές έχουν. Κάθε λογής σχήματα, φτιαξιές, αρματωσιές, στολίδια. Δες εκεί, ένα εγγλέζικο κάτερ, ένα αμερικάνικο κλίπερ… μια τούρκικη σακολέβα, μια ελληνική μπομπάρδα….».
Και συνεχίζει, προτρέποντας τον ποιητή…
«Μιας και έγραψες τελευταία κι εκείνο το ποίημα, την Ελλάδα, και μιλάς εκεί για τους σημερινούς Έλληνες, δεν πάμε να ρίξουμε καμιά ματιά; Μέσα σ’ όλη την οχλοβοή σαν να ακούω τις στριγκιές φωνές τους, και θα ‘θελα να δω αν μπορείς να βρεις εδώ πέρα, στην γλώσσα ή στην όψη τούτων εδώ των Ελλήνων του 19ου αιώνα μετά Χριστόν, την παραμικρή ομοιότητα μ‘ εκείνα τα ανώτερα και εξαίσια πνεύματα του 5ου αιώνα προ Χριστού.
Ένας Εγγλέζος έμπορος που είχε πάρε δώσε μαζί τους, μου λέει πως τούτοι οι σημερινοί Έλληνες, αν κρίνεις απ’ τα καμώματά τους, θα πρέπει να είναι διασταύρωση εβραίων και γύφτων… αλλά νάτος, έρχεται ο καπετάνιος Ζαρίτα, τον ξέρω.
Τραβώντας πίσω μου τον Σέλλεϋ του τον σύστησα και ζήτησα να ρίξουμε μια ματιά στο καράβι του. Διαβήκαμε τη σανίδα που το ένωνε με την προκυμαία και σταθήκαμε στο κατάστρωμα του Αγίου Σπυρίδωνα, ανάμεσα στα αψίθυμα μέλη του πληρώματος που φλυαρούσαν ακατάσχετα… κάθονταν οκλαδόν σε μικρές παρέες ολόγυρα στο κατάστρωμα, σκούζοντας, χειρονομώντας, καπνίζοντας, τρωγοπίνοντας και χαρτοπαίζοντας σαν άγριοι!
-Ε, Σέλλεϋ, ταιριάζουν καθόλου τούτοι εδώ στην ιδέα σου περί Ελληνισμού; Τον ρώτησα.
-Όχι, αλλά πηγαίνουν γάντι στην ιδέα μου για την κόλαση!
Ο καπετάνιος επέμενε να καπνίσουμε πίπα και να πιούμε καφέ στη καμπίνα του, τράβηξα λοιπόν τον Σέλλεϋ και κατεβήκαμε σε αυτήν…. Ο καπετάνιος έκανε τον σταυρό του και κάθισε σταυροπόδι πάνω στο βρώμικο ντιβάνι.
Ο Σέλλεϋ του μίλησε για την ελληνική επανάσταση που είχε ξεσπάσει εκείνον τον καιρό, αλλά ο καπετάνιος ήταν εναντίον της επειδή δυσκόλευε το εμπόριο!
-Πάμε να φύγουμε, είπε ο Σέλλευ. Δεν έχει εδώ στάλα από το αίμα των παλιών Ελλήνων. Τούτοι εδώ δεν είναι οι άνθρωποι που θα ανάψουν ξανά την αρχαία ελληνική φλόγα. Οι ψυχές τους έσβησαν μέσα στο εμπόριο και τη δεισιδαιμονία. Πάμε, πάμε… Και έτσι, πήραμε δρόμο.
-Μονάχα ένα βήμα χωρίζει αυτά τα λείψανα της ταλαίπωρης Ελλάδας από τον νέο κόσμο, είπα, έλα ν’ ανέβουμε σε αυτό το αμερικάνικο κλίπερ.
-Θα προτιμούσα να μην δω κι άλλες οικτρές πραγματικότητες να περιγελούν όλες τις ελπίδες και τις ψευδαισθήσεις μου, είπε ο Σέλλεϋ…

Strange Attractor

Το βιβλίο είναι:
Edward John Trelawny:Records of Shelley, Byron, and the Author (London 1878)

Eλληνική έκδοση: Με τον Βύρωνα και τον Ανδρούτσο
Μετάφραση-Επιμέλεια: Σπύρος Μαρκέτος
Εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ

5 σχόλια:

  1. Είσαι ισοπεδωτικός. Προφανώς το δείγμα που βρήκαν οι δύο περιηγητές δεν είναι αντιπροσωπευτικό, ποιοτικά, όχι ποσοτικά, καθόσον δεν νομίζω ότι οι έλληνες ναύτες της εποχής είχαν πολλά να ζηλέψουν από την πολυμάθεια και την πνευματική ανωτερότητα των ναυτών της Αγγλίας. ΤΟ έθνος μας έχει μία διάρκεια 3 χιλιάδων ετών, κάτι που ποτέ ένας Άγγλος δεν μπορεί να συνηθίσει σαν ιδέα. Και γι' αυτό και η ιδέα που έχουν περί έθνους πόρρω απέχει από την δική μας (όσων από εμάς έχουμε, τέλοσπάντων). Ο χωρικός που μίλησε για τους ''Έλληνες'' μίλησε έτσι, γιατί για τον εαυτό του επιφύλασσε μία άλλη λέξη. Την λέξη Ρωμιός (Ρωμαίος), δηλαδή αυτό που σήμερα λέμε Βυζαντινός. Άλλωστε και η επανάσταση στόχο είχε την είσοδο στην Κων/πολη, που υπήρξε και η μόνη πρωτεύουσα που είχε ποτέ ο ελληνικός κόσμος (και όχι έθνος, με την σημερινή έννοια του έθνους-κράτους που είναι προϊόν όχι την ελληνικής ιστορίας, αλλά της γαλλικής επανάστασης και των άλλων κοινωνικών επαναστάσεων στην Δύση). Η Αθήνα για 2 χιλιάδες χρόνια υπήρξε μία μικρή κωμόπολη, απομονωμένη από τις εξελίξεις και τις ιστορικές ζυμώσεις που μόρφωσαν τον ελληνισμό καθ'όλη τη διάρκεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της εξελληνισμένης συνέχειάς της (''Βυζάντιο''), ενώ υπήρχαν αυτοκράτορες όπως ο Βασίλειος ο Β' ο Βουλγαροκτόνος που την επισκέφτηκαν μία φορά ή και καθόλου κατά τη διάρκεια της ζωής τους - πολύ απλά γιατί δεν είχαν κανέναν λόγο να το κάνουν. Το πνεύμα της αυτοκρατορίας, μαζί με τα ελληνικά γράμματα, άνθιζε αλλού. Την ίδια απάντηση θα έπαιρνε ο περιηγητής μας από τους κάτοικους της Αθήνας και το 1400.
    Η Αθήνα ως πρωτεύουσα μας ''επιβλήθηκε'' - τρόπον τινά - λόγω της δυτικής άποψης περί κλασσικής Ελλάδος: για τους δυτικούς φιλέλληνες Ελλάδα ήταν μόνον η κλασσική αρχαιότητα, ούτε καν τα ελληνιστικά αλεξανδρινά κράτη. Προφανώς βέβαια αυτή η έποψη βόλευε τις δυτικές μεγάλες δυνάμεις και πολιτικογεωστρατηγικά, καθώς έτσι κατοχυρωνόταν ιστορικά τα εδάφη της Μικράς Ασίας στον μεγάλο ασθενή τους, την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κατά τον αυτό τρόπο διαμορφώθηκε, υπό αυτές τις πολιτισμικές επιρροές και ιστορικές επόψεις, το όλον ελληνικό κράτος-έθνος που έχουμε σήμερα.

    Θα συμφωνήσω μαζί σου μόνο στο ότι η ελληνική ιστορία είναι δύσκολο πράγμα, και ελάχιστα την έχουμε κατανοήσει, ίσως και καθόλου. Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί πέφτεις στον πειρασμό να μας...''ξεφωνίσεις'' με αυτόν τον τρόπο.
    Φιλικά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εσύ πιο ισοπεδωτικός είσαι,απλά τα λες πιο κομψά και πιο "επιστημονικά". Η ουσία είναι η ίδια.

      Διαγραφή
    2. ποσο μα ποσο δικιο εχει ο αρθοργραφος!

      Διαγραφή
    3. Σε τι αραγε διαφωνεις με τα γραφομενα του αρθρου; Ετσι δεν ειναι τα πραγματα; Αφου και εσυ τα ομολογεις με τον τροπο σου.

      Διαγραφή
    4. Στο δια ταύτα συμφωνώ λοιπόν με το άρθρο. Είχα μόνον την εντύπωση ότι διαφωνούμε στο ότι η άποψη των δυτικών περί της ανάγκης να είμαστε εικόνα και ομοίωση των αρχαίων κλασσικών Ελλήνων είναι σωστή και ιστορικά δόκιμη. Προφανώς δεν είναι και αν αυτή είναι και η γνώμη του ορθογράφου, τότε συμφωνούμε. Όμως εάν ισχύει αυτό, έχω την εντύπωση ότι το άρθρο είναι άνισο, με την έννοια ότι κλείνει με τον Σέλλεϋ που δηλώνει απογοητευμένος από την ''οικτρή'' πραγματικότητα των Ελλήνων της εποχής του. Νιώθω μία συμπάθεια για την δήλωση του ευπατρίδη Άγγλου, που απεικονίζει με ακρίβεια μάλλον και την γνώμη των υπολοίπων φιλελλήνων της εποχής, γιατί δείχνει περισσότερο μία παιδική αφέλεια και την συνεπαγόμενη απογοήτευση που νιώθει ένα παιδί όταν έρχεται αντιμέτωπο με την πραγματικότητα. Συμπαθής αντίδραση, σίγουρα όμως όχι σε συμφωνία με την ιστορία. Και δεν νομίζω ότι οφείλουμε να αισθανόμαστε τύψεις για αυτό. Η κλασσική Ελλάδα, που έχουν απολυτοποιήσει και εξιδανικεύσει οι δυτικοί, δεν είναι, ούτε και θα έπρεπε να είναι, το μόνο που έχει να δώσει η ελληνική ιστορία.

      Διαγραφή