Τα τελευταία χρόνια οι περισσότεροι από τους
πολιτικούς μας αναλώνονται σε ρηχές «αναμετρήσεις» τηλεοπτικού κυρίως
χαρακτήρα, για το αν η χώρα χρειάζεται περισσότερο ή λιγότερο δημόσιο, χωρίς να
θίγουν το ουσιαστικότερο ζήτημα, που είναι ότι η χώρα χρειάζεται καλύτερο και
πιο αποτελεσματικό δημόσιο τομέα.
Δυστυχώς, από την προηγούμενη υπερβολή του μέσου
Nεοέλληνα, που ήθελε να βολέψει «το παιδί» στο δημόσιο για τη «σιγουριά»,
φτάσαμε στην υπερβολή της σχεδόν πλήρους απαξίωσης του δημοσίου στα
μάτια ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας, χωρίς ποτέ να περάσουμε από τη μέση
οδό...
Πολλοί σήμερα, οι περισσότεροι εξ αυτών όψιμοι
«φιλελεύθεροι», πιστεύουν ότι η λύση περνά μέσα από την περαιτέρω μείωση του
αριθμού των δημόσιων υπαλλήλων, από τη μείωση των απολαβών τους, χωρίς να
αντιλαμβάνονται ότι ήδη ο δημόσιος τομέας βρίσκεται στα όρια της αποσάθρωσης
και ότι αρκετοί κρίσιμοι τομείς κινούνται οριακά, ευρισκόμενοι σε ένα ιδιόμορφο
καθεστώς «λευκής απεργίας».
Ομοίως, δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται ότι στη
συγκεκριμένη χώρα και τη συγκεκριμένη συγκυρία, η αποδυνάμωση τομέων όπως αυτός
της άμυνας, της ασφάλειας, της υγείας, αλλά και της παιδείας, εγκυμονεί μεγάλους
κινδύνους, που ξεφεύγουν από τα όρια του οικονομικού χώρου και επηρεάζουν
κοινωνικά και εθνικά θέματα.
Η διχαστική αυτή προσέγγιση, που χρησιμοποιεί το
δημόσιο ως πηγή όλων των δεινών, ως «μπαμπούλα», αποτελεί εν μέρει
δικαιολογημένο αποτέλεσμα της κομματικοποίησης, της διαφθοράς και της
αναποτελεσματικότητας που έχουν χαρακτηρίσει τη λειτουργία του δημοσίου επί
δεκαετίες, με ευθύνη βεβαίως του πολιτικού συστήματος.
Δεν ανταποκρίνεται όμως στην αναγκαιότητα της
συγκυρίας, ούτε στην επίτευξη του στόχου της ανάταξης της χώρας (υπό την έννοια
της καλύτερης λειτουργίας των θεσμών και των δομών της), που με τη σειρά της
αποτελεί προϋπόθεση για τη μακροχρόνια ανάπτυξη προς όφελος του κοινωνικού
συνόλου.
Εν ολίγοις, όσοι ισχυρίζονται ότι η χώρα μπορεί
να περάσει σε ανάπτυξη, με τον δημόσιο τομέα σε φάση διάλυσης, με τα στελέχη
του να πένονται και με τον ιδιωτικό τομέα να καλύπτει άναρχα τις
«τρύπες» που αναπόφευκτα θα δημιουργηθούν, μάλλον οραματίζονται ένα είδος
ανάπτυξης που καθόλου δεν ταιριάζει στα δεδομένα των χωρών της Δυτικής Ευρώπης.
Πόσο καθησυχαστικό είναι άραγε για όλους αυτούς,
το γεγονός ότι η άμυνα και η ασφάλεια της χώρας στηρίζονται σε υψηλόβαθμα
στελέχη με μισθούς που κάλλιστα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν προσβλητικοί για
το αξίωμα και τις ευθύνες που έχουν;
Πόσο πιο εύκολη είναι η διαφθορά, όταν δημόσιοι
υπάλληλοι με σημαντικές αρμοδιότητες αμείβονται με πενιχρούς μισθούς, σε μια
κοινωνία που εν πολλοίς εδώ και αρκετές δεκαετίες έχει υιοθετήσει τη λογική του
«είσαι όσα βγάζεις»;
Το μείζων θέμα σήμερα είναι πως θα αποκτήσει η
χώρα πιο αποτελεσματικό δημόσιο τομέα, προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, αλλά
και της κοινωνίας ολόκληρης. Με ένα σύστημα αμοιβών που θα διασφαλίζει την προσέλκυση
ικανών στελεχών, με ένα σύστημα αξιολόγησης που θα εξυπηρετεί την ανέλιξη των
πιο ικανών και εργατικών, με διαδικασίες που θα περιορίσουν την
κομματικοποίηση, αλλά και την διαφθορά.
Και βεβαίως, η έννοια της «μονιμότητας» θα
πρέπει σε κάποια φάση να αλλάξει περιεχόμενο. Να εξαρτάται εν τέλει και
από την επάρκεια. Όχι να αποτελεί «θέσφατο», πίσω από το οποίο θα καλύπτονται
κάθε είδους αμαρτίες.
Δυστυχώς, τα βήματα που έχουν γίνει σε αυτό τον
τομέα τα τελευταία χρόνια είναι εξαιρετικά δειλά, για να φέρουν
αποτέλεσμα. Οι πληροφορίες λένε ότι σύντομα η κυβέρνηση θα καταθέσει στη Βουλή
το σχέδιο νόμου που θα θίγει τέτοιου είδους θέματα, ενώ όπως αποκάλυψε πρόσφατα
το Euro2day.gr, υπό επεξεργασία βρίσκονται και σημαντικές αλλαγές στη
διαδικασία πρόσληψης υψηλόβαθμων στελεχών στις δημόσιες επιχειρήσεις, καθώς
επίσης και ένας «κώδικας δημόσιας εταιρικής διακυβέρνησης» που θα διαπνέει τη
λειτουργία τους.
Αναμφίβολα οι προθέσεις αυτές δημιουργούν την
προσδοκία ότι κάτι μπορεί να αλλάξει, προς το καλύτερο. Το αν οι προθέσεις
αυτές όμως θα υλοποιηθούν με τρόπο που θα φέρει αποτέλεσμα, ή θα
απονευρωθούν στην πορεία προς όφελος του κομματικού συμφέροντος, όπως συνέβαινε
στο παρελθόν, μένει να φανεί.
Γιώργος Παπανικολάου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου