Οι ανθρώπινες κοινωνίες σε όλη την ιστορική τους
διαδρομή, είχαν εγγενή στοιχεία τη βία και το έγκλημα ενώ η τιμωρία των
εγκληματιών αποτελούσε πάντοτε ζήτημα προβληματισμού και διχογνωμίας. Η
θανατική ποινή συνεχίζει να εφαρμόζεται, κυρίως σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ και
σε πολλές ανατολικές χώρες ενώ στην Ευρώπη έχει καταργηθεί και αποτελεί
παρελθόν.
Στη χώρα μας, ο τελευταίος Έλληνας πολίτης
εκτελέστηκε το 1972 μετά από καταδίκη του σε θανατική ποινή, καθώς ομολόγησε ότι
εκαψε ζωντανές τη σύζυγο, την πεθερά και τα δυο ανήλικα παιδιά του. Ήταν η
τελευταία εκτέλεση σε ελληνικό έδαφος καθώς από το 1974 και μετά η
θανατική ποινή δεν επεβλήθη ξανά, μέχρι που καταργήθηκε με νόμο το 1994
και συνταγματικά το 2001 με το άρθρο 7 παρ.2: «Θανατική ποινή δεν
επιβάλλεται εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο νόμο για
κακουργήματα τα οποία τελούνται σε καιρό πολέμου και σχετίζονται με αυτόν»…
Η θανατική ποινή έχει μια μακραίωνη ιστορία. Η
προστασία της ανθρώπινης ζωής δεν ήταν ποτέ αυτονόητη, εκτός από τη σημερινή
εποχή όπου πλέον η ανθρώπινη ζωή έχει αποτελέσει «αναμφισβήτητο πανανθρώπινο
δικαίωμα, αναφαίρετο και κατοχυρωμένο τόσο συνταγματικώς όσο και με διεθνείς
συμβάσεις».
Η θανατική ποινή είναι μια ποινή που η εφαρμογή
της χάνεται στα βάθη των αιώνων και συναντάται ακόμη και σε λαούς που έχουν να
επιδείξουν μεγάλους πολιτισμούς . Ο ίδιος ο Πλάτωνας στην αρχαία Ελλάδα
χαρακτήρισε τον φονιά ως «ανιάτως όντα», διότι παρά την αγωγή και την παιδεία
«ουκ απέσχετο των μεγίστων κακών».
Ο Καντ ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει υποκατάστατο
της ποινής του θανάτου, ως της δίκαιης ποινής για τα εγκλήματα της
ανθρωποκτονίας. Έτσι η ποινή του θανάτου καταλήγει να αντιστοιχεί προς τη
«φυσική επιλογή στον αγώνα περί υπάρξεως».
Η εφαρμογή της θανατικής ποινής αποτελεί μέχρι
σήμερα ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα της αντεγκληματικής πολιτικής που διχάζει κοινή
γνώμη, πολιτικούς και επιστήμονες.
Η θανατική ποινή τυγχάνει υποστήριξης από μεγάλη μερίδα πολιτών
καθώς θεωρείται σύμβολο ασφάλειας αλλά και μέτρο περιστολής της
εγκληματικότητας.
Στις σύγχρονες συνθήκες ραγδαίας αύξησης των αποκαλούμενων ειδεχθών εγκλημάτων και εν όψει
συνταγματικής αναθεώρησης, δεν θα ήταν περιττή μια δημόσια συζήτηση για την επαναφορά της,
πάντα σε «οριακές», ακραίες περιπτώσεις εγκληματιών.
Για να αναφέρουμε μόνο κάποια πρόσφατα
παραδείγματα: ο πα-τέρας της μικρής
Άννυ ή ο “εσαεί ανήλικος”που βίασε και σκότωσε τη 19χρονη Μαρία στη
Γερμανία, ενώ πριν 3 τρία χρόνια “γκρέμισε” μια φοιτήτρια στην Κέρκυρα,
αυτός που άφησε παράλυτη τη Μυρτώ, πόσες πιθανότητες έχουμε να σωφρονιστούν;
Οφείλουμε κάτω από τις νέες συνθήκες συνύπαρξης
ανομοιογενών πληθυσμών να εξετάσουμε αν:
Η επαναφορά της θανατικής ποινής λειτουργήσει
εκφοβιστικά και προληπτικά.
Αν δηλαδή ο φόβος της ποινής του θανάτου αποθαρρύνει τον εγκληματία από την τέλεση εγκλήματος .Υπάρχουν
έρευνες που αναφέρουν ότι ακόμα και η φυλάκιση και οι λοιπές ποινές που
επιβάλλονται από το ποινικό μας σύστημα λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους
μελλοντικούς εγκληματίες πόσο μάλλον η γνώση ότι μετά την τέλεση μιας
αποτρόπαιης πράξης , τους περιμένει η εκτέλεση.
Πολλά φαινόμενα αυτοδικίας ακόμη, που
παρατηρούνται πολύ συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις και καταλήγουν σε έναν αιματηρό
κύκλο αντεκδίκησης, θα μπορούσαν απλά να μη συμβούν.
Η ισόβια κάθειρξη (που μετατρέπεται σε 20
έτη) που αποτελεί σήμερα τη μέγιστη ποινή, πόσο εγγυάται ότι ο δράστης
δεν θα διαπράξει το ίδιο έγκλημα;
Ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική δύναμη
που διαθέτει ο δράστης, παρατηρείται το φαινόμενο η ισόβια κάθειρξη να
μετατρέπεται ή να εξαγοράζεται με αποτέλεσμα ο δράστης μέσα σε λίγα χρόνια να είναι πάλι ελεύθερος, αλλά για την κοινή γνώμη και την κοινή λογική να
παραμένει ατιμώρητος.
Η πολιτεία έχοντας το «μονοπώλιο άσκησης βίας»
έχει αφαιρέσει από τη φαρέτρα των όπλων της τη θανατική ποινή.
Σαφώς το σωφρονιστικό σύστημα δεν πρέπει να
αποβλέπει στην εκδίκηση αλλά να επιδιώκει την επανένταξη και εκ
νέουκοινωνικοποίηση του εγκληματία. Είναι όμως και οι «ανίατες» περιπτώσεις.
Η θανατική ποινή
έχει βάναυσο και απάνθρωπο χαρακτήρα αναμφίβολα. Η εξάλειψή της συνδυάστηκε με την
αναγωγή της ανθρώπινης ζωής ως υπέρτατης
αξίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Πόσο βέβαιοι είμαστε πως στην αυγή του 2017, ενώ
διανύουμε μια εποχή πολιτισμικής υποχώρησης για την Ευρώπη, η κατάργηση της θανατικής ποινής δεν είναι
αναχρονισμός;
Ενδεχομένως η επαναφορά της, μέχρι να πειστούμε
ότι η κοινωνική συνοχή επανήλθε σε ικανοποιητικά επίπεδα, έως ότου υπάρξει ξανά ένας κοινός αξιακός κώδικας να
μην είναι κακή ιδέα.
Αν υπάρχουν άνθρωποι
μέσα σε μια κοινωνία που σκοτώνουν για 5 ευρώ, αν υπάρχουν εγκληματίες που
δηλώνουν ανήλικοι για να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης μετά το ειδεχθές της
έγκλημα, υπάρχει κάτι σάπιο στο «βασίλειο της Δανιμαρκίας».
Και σίγουρα αξίζει μια σοβαρή δημόσια συζήτηση πάνω στο θέμα, εκτός αν έχουμε εθιστεί τόσο πολύ
στους σκυλοκαβγάδες, στις ανούσιες πολιτικές κουβέντες και ιδεοληπτικές
αντιπαραθέσεις, οπότε πάω πάσο.
Ίσως όμως μια τέτοια κουβέντα, που αφορά
πρωτίστως την αναπαραγωγή του κοινωνικού συνόλου να ειναι πολλαπλώς χρήσιμη.
Έστω κι αν παραμείνει μια θεωρητική συζήτηση, ακόμη και ως προοπτική.
Ίσως όμως να μην είναι μακριά η εποχή που η
Ευρώπη θα κληθεί να αποδείξει ότι δεν είναι τόσο”soft”…
Γιώργος Οικονόμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου