25.5.17

Μόρτικα και παντελονάτα…



Μέχρι τα μέσα των 90s μια βαριά σκιά σκέπαζε την, διαχρονικά, βασανισμένη πατρίδα μας: Η ξύλινη γλώσσα των πολιτικών. Αυτή έφταιγε που «οι νέοι μας» γυρνούσαν την πλάτη στα κόμματα και στην πολιτική. Αυτή ευθυνόταν που ξημερώνονταν στα κλαμπ ή γίνονταν ρέιβερς και χόρευαν εκστασιασμένοι στα ξέφωτα και στις ρεματιές. Πιστοί στο καθήκον, οι τηλεοπτικοί αστέρες κήρυξαν ανένδοτο αγώνα εναντίον της.





Καλούσαν, ας πούμε, έναν επίδοξο βουλευτή και μόλις εκείνος ξεκινούσε το ποίημά του τον διέκοπταν. «Μιλάτε ξύλινη γλώσσα!» του έλεγαν. Έντρομος τότε εκείνος ψέλλιζε κάτι παλαιικά καλιαρντά χειροτερεύοντας ακόμα περισσότερο τη θέση του…



Όταν η κατάσταση έγινε ασφυκτική, ανέλαβαν δράση οι επικοινωνιολόγοι και εξήγησαν στους πελάτες τους πως οφείλουν να μάθουν να μιλούν όπως οι ψηφοφόροι τους. Δεν μπορείς δηλαδή να εκλέγεσαι στη Β’ Πειραιώς και να ακούγεσαι σαν λόγιος ή σαν φλώρος. Πρέπει να γίνεις λίγο μόρτης, λίγο καραμπουζουκλής. Επιπλέον, το λαϊκό στοιχείο αρέσει και στις «καλές γειτονιές», αφού και εκεί νεόπλουτοι είναι οι περισσότεροι.
Η τάση φυσικά προϋπήρχε. Ο Ανδρέας σκόρπιζε λαϊκές εκφράσεις στους λόγους του, ενώ ο Φλωράκης και ο Αβέρωφ χρησιμοποιούσαν συχνά ντοπιολαλιά και παροιμίες του βουνού και του λόγγου. Μετά όμως από τα 90s το φαινόμενο πήρε διαστάσεις. Το σήκωνε άλλωστε και η εποχή. Οι επιφυλλίδες των εφημερίδων είχαν πάψει να θυμίζουν δοκίμια και κάποιοι διακεκριμένοι αρθρογράφοι είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν το γνωστό αρχοντορεμπέτικο ύφος που έχουν μέχρι σήμερα.
Τα χρόνια πέρασαν και η μαγκιά στον πολιτικό λόγο έγινε κοινός τόπος. Ένα πεδίο στο οποίο ο καθένας μπορεί να προσθέσει το δικό του άγγιγμα. Ο Γιακουμάτος παριστάνει τον λαϊκό μπουνταλά, ο Λοβέρδος είναι και του σαλονιού και του λιμανιού, ο Μεϊμαράκης το παίζει βαρύμαγκας, ο Τσίπρας στραβώνει το στόμα... Η ποθούμενη λαϊκότητα αναζητείται σε κάθε λογής μετερίζια. Παραδόξως εξακολουθούν να έχουν πέραση οι βουκολικές εκφράσεις («ξύνεσαι στην γκλίτσα του τσομπάνη» είπε κάποια στιγμή ο Καμμένος και ένα άρωμα σαρακατσάνικης στάνης ξεχύθηκε στα έδρανα της βουλής). Η ποπ και η τηλεοπτική κουλτούρα έχουν και αυτές το μερίδιο τους. Εκείνος ο έρμος ο Χάρι Πότερ, έχει μπει στο στόμα όλων σχεδόν των πολιτικών («Δεν έχω το ραβδάκι του Χάρι Πότερ», «Παριστάνετε τον Χάρι Πότερ» κλπ) ενώ, όπως αναμενόταν, τελευταία παίζει πολύ το Survivor.   

Με διαφορά, πάντως, οι έλληνες πολιτικοί προτιμούν τις εκφράσεις μαγκιάς. Αυτές που έρχονται από τα βάθη του παλιού πειραιώτικου υποκόσμου και ξεχειλίζουν από αντριλίκι, σεξισμό και ομοφοβία. «Δεν φοράς παντελόνια», «Είσαι τσάμπα μάγκας», «Είναι ντιντήδες και σαλονάτοι», «Όχι τσαμπουκά σ’ εμένα», «Έλα να γλείψεις τον δικό μου που είναι πιο ωραίος». Κάποιοι διάλογοι, όπως αυτοί των Πολάκη-Γεωργιάδη θα έμπαιναν άνετα σε μια κακή επιθεώρηση: «Λες μπούρδες κρεμαστές», «Μη με κόβεις! Τώρα μουρμού!», «Είσαι κότα λειράτη», «Μη μου κάνεις εμένα τσιριτζάκια», «Θα σου ξεριζώσω τα μουστάκια, γαϊδούρι». Όμως, οι λαϊκές εκφράσεις κρύβουν και παγίδες. «Πέτσινο» αποκάλεσε το νικητήριο γκολ του τελικού κυπέλλου ο Κυριάκος Μητσοτάκης και έβαλε απέναντί του τον περήφανο λαό του ΠΑΟΚ.
To κεφάλαιο που αφορά τη Χρυσή Αυγή είναι φυσικά μεγάλο («Βγήκε από την μπουζού η πρεζού;», «Σκάσε μωρή», «Κάτσε κάτω ρε χοντρέ», «Πάλι πιωμένη είσαι;», «Μαντάμ Τσακαλώτου», είναι λίγες από τις πιο ήπιες φράσεις). Αν δεν μιλούσαμε για μια εγκληματική οργάνωση, οι ατάκες θα μπορούσαν να προσφέρουν και άφθονο γέλιο («Μόλις γά… μια αδελφή», είπε πρόσφατα ο κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος, κάνοντας δίχως να το καταλάβει το δικό του outing).
Αρκετοί μέσα στη βουλή αντιστέκονται και κατακρίνουν αυτόν τον λόγο. Το κάνουν όμως μόνο στην περίπτωση που τους συμφέρει πολιτικά. Παράδειγμα: Όταν ο Σαμαράς καυχήθηκε πως είναι της αντρικής σχολής, η τότε πρόεδρος της βουλής και σύσσωμο το κυβερνητικό στρατόπεδο τον κατηγόρησε ως ακραίο σεξιστή. Όταν την επόμενη μέρα ο Καμμένος έσκουζε «στα τέσσερα, στα τέσσερα!» ούτε η πρόεδρος, ούτε και οι υπόλοιποι –που τώρα την λοιδορούν- είπαν το παραμικρό.
Φυσικά, ο κουτσαβάκικος λόγος επιστρατεύεται αποκλειστικά από τους άντρες πολιτικούς. Μια γυναίκα γνωρίζει καλά ότι δεν μπορεί να μιλά έτσι αν θέλει να έχει ψηφοφόρους. Όχι, το εκλογικό σώμα δεν τα σηκώνει αυτά από το φύλο της. Όσες λοιπόν θέλουν να παραστήσουν τις μαχητικές εκπροσώπους του λαού, ακολουθούν υποχρεωτικά ένα νευρωτικά ανυποχώρητο στυλ. Κάτι ανάμεσα σε σπαστικιά σύζυγο και αγχωτική μάνα. Αυτές είναι, άλλωστε, οι μόνες γυναικείες φιγούρες που η ελληνική κοινωνία ανέχεται σε θέσεις εξουσίας.

Γιώργος Παναγιωτάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου