Μπορεί στον ΣΥΡΙΖΑ να
εκτιμούν τα συλλαλητήρια και τα δημοψηφίσματα αναλόγως του εάν συνάδουν με τις
θέσεις τους, αλλά η πραγματικότητα είναι πεισματάρικη. Παρά τα εμπόδια που
ήγειραν, παρά τη σκανδαλώδη αποσιώπηση από όλα σχεδόν τα κατεστημένα ΜΜΕ, ο
τεράστιος αριθμός των συγκεντρωμένων αποτελεί από μόνος του ένα μείζονος
σημασίας πολιτικό γεγονός.
Κι αυτό δεν
υποβαθμίζεται με σταλινικού τύπου προσεγγίσεις: ό,τι δεν μας αρέσει το
στιγματίζουμε πολιτικά, όπως έπραξε ο γραφικός Πολάκης. Όποιος εφάρμοσε την
αρχή «εάν τα γεγονότα δεν συμφωνούν μαζί μας τόσο χειρότερο γι’ αυτά», τελικώς
βγήκε πολλαπλά χαμένος…
Επί της ουσίας τώρα. Ενώ
στα Σκόπια σοβεί η πολιτική σύγκρουση με αφορμή της προτάσεις Νίμιτς, η
κυβέρνηση στην Αθήνα τηρεί σιγή ιχθύος. Έχει αποφύγει το οποιοδήποτε σχόλιο επί
της ουσίας, οχυρωμένη πίσω από το γεγονός ότι υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας»
για λύση και η σχετική διαπραγμάτευση βρίσκεται σε εξέλιξη. Στους κόλπους της
κυβέρνησης εμφανίζεται ένας διαχωρισμός ρόλων. Ο Κοτζιάς έχει αναλάβει την
ευθύνη να προχωρήσει τη διαπραγμάτευση με τον Σλαβομακεδόνα ομόλογό του
Ντιμιτρόφ, αλλά τη διαχείριση στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο έχει αναλάβει ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Υπενθυμίζουμε ότι μετά
την προ ημερών οξύτατη επίθεση του υπουργού Εξωτερικών εναντίον της Εκκλησίας,
ο Τσίπρας είχε σπεύσει με την επιστολή του προς τον αρχιεπίσκοπο να διορθώσει
την πολιτική ζημιά. Τις προηγούμενες ημέρες έκανε ένα δεύτερο άνοιγμα. Η
συνάντησή του με τον αρχιεπίσκοπο είχε αμοιβαία οφέλη.
Ο πρωθυπουργός
εξασφάλισε μία ακόμα πιο κατηγορηματική δήλωση του προκαθήμενου εναντίον του
επικείμενου συλλαλητηρίου, μία δημόσια έκφραση εμπιστοσύνης προς τον τρόπο που
η κυβέρνηση χειρίζεται το εθνικό θέμα, καθώς και μία έκκληση για εθνική
συναίνεση και συνεννόηση, η οποία εμμέσως πλην σαφώς απευθύνεται στην
αντιπολίτευση. Από την άλλη πλευρά, με την κίνησή του ο πρωθυπουργός όχι μόνο
αναγνώρισε ρητά το δικαίωμα της Εκκλησίας να έχει και να εκφράζει άποψη για
εθνικά θέματα, αλλά και εμμέσως πλην σαφώς την αναγόρευσε σε
ένα είδος θεματοφύλακα.
Από θεσμικής απόψεως,
η ΝΔ έχει δίκιο που διαμαρτύρεται για την επιλογή του Τσίπρα να ενημερώσει τον
αρχιεπίσκοπο πριν ενημερώσει τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Δεν
πρόκειται, όμως, για λάθος. Ο πρωθυπουργός ενδιαφέρεται πρωτίστως να καλύψει
πολιτικά τα νώτα του όχι από τους αντιπάλους του στη Βουλή, αλλά στο
γήπεδο της κοινωνίας.
Στο Μαξίμου ανέμεναν
με αγωνία να δουν τον όγκο του συλλαλητηρίου και όπου μπορούσαν επιχείρησαν να
βάλουν προσκόμματα. Αυτός ήταν βασικός λόγος που έγινε η συνάντηση με τον
Ιερώνυμο. Ήλπιζαν πως η αποτρεπτική παρέμβασή του θα περιόριζε τη λαϊκή
συμμετοχή. Μπορεί και να την περιόρισε, αλλά οπωσδήποτε το πλήθος την Κυριακή
στη Θεσσαλονίκη ενισχύει τους φόβους στο Μαξίμου.
Οι Τσίπρας και Κοτζιάς
ξεκίνησαν τη διαπραγμάτευση με τα Σκόπια, θεωρώντας πως δεν θα συναντούσαν
αξιόλογες αντιδράσεις. Ο μεν Τσίπρας επειδή προέρχεται από μία ιδεολογική
αφετηρία που γενικώς έχει την τάση να υποτιμά τα εθνικά θέματα, ο δε Κοτζιάς,
επειδή στο όνομα της “ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής” διολισθαίνει σε
έναν διπλωματικό βολονταρισμό.
Οι αντιδράσεις που
προκλήθηκαν στο επίπεδο της κοινωνίας και διογκώνονται πριν καλά-καλά η
ελληνική κυβέρνηση δεσμευθεί σε κάποιο όνομα, διέψευσαν την αρχική θεώρηση.
Μετά την επιτυχία του στο χειρισμό του Κυπριακού το 2016-17, ο υπουργός
Εξωτερικών εξέλαβε τις αντιδράσεις σαν προσωπική αμφισβήτηση και απάντησε με
επιθετικό τρόπο. Στο Μαξίμου, όμως, άρχισαν να κάνουν δεύτερες σκέψεις.
Φοβούνται μήπως το Μακεδονικό απειλήσει τον ευρύτερο
πολιτικό σχεδιασμό τους.
Σε ρόλο καταλύτη;
Όπως είναι γνωστό,
έχουν επενδύσει τα πάντα στην έξοδο από τα Μνημόνια. Αυτά είναι το κεντρικό πολιτικό
αφήγημά τους και με αυτό σκοπεύουν να δώσουν την εκλογική μάχη. Το γεγονός,
μάλιστα, ότι το ευρωιερατείο δεν φείδεται καλών λόγων για την παρούσα
κυβέρνηση, ενισχύει την αξιοπιστία του εν λόγω πολιτικού αφηγήματος. Αυτό έχει
ως αποτέλεσμα η κοινωνία να έχει υιοθετήσει σε σημαντικό βαθμό την προσδοκία
μίας θετικής προοπτικής παρά τις πολλές και επώδυνες δυσκολίες.
Από την άλλη πλευρά,
ωστόσο, είναι δεδομένο πως στην κοινωνία υπάρχει απόγνωση και συχνά οργή.
Επειδή, όμως, δεν είναι υπάρχει ορατή εναλλακτική διέξοδος υποφώσκουν. Στο
Μαξίμου ανησυχούν μήπως στο κλίμα που τείνει να δημιουργηθεί μία συμφωνία για
το Μακεδονικό εισπραχθεί σαν εθνική ταπείνωση και ως εκ τούτου πυροδοτήσει τη
συσσωρευμένη κοινωνική απόγνωση και οργή. Τώρα που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν
ότι η ψαλίδα κλείνει, το τελευταίο που θα ήθελε ο Τσίπρας είναι να προκαλέσει
εκλογική αιμορραγία λόγω Μακεδονικού.
Το Μαξίμου, πάντως,
δεν έχει ακόμα δώσει σήμα να πεταχτεί η μπάλα στην κερκίδα. Ο ένας λόγος είναι
ότι το κλίμα απέχει αρκετά από το “κόκκινο”. Όπως προαναφέραμε, στην αξιολόγηση
του πολιτικού κινδύνου ήταν εξαρχής σαφές πως καθοριστικό ρόλο θα έπαιζε ο
όγκος του συλλαλητηρίου. Παρά τη ρητή αρνητική στάση του Ιερώνυμου το
συλλαλητήριο ήταν κάτι περισσότερο από ογκώδες. Και στο Μαξίμου έχει τεθεί επί
τάπητος το ζήτημα μίας διακριτικής στροφής.
Οι Δυτικοί, πάντως,
ασκούν πιέσεις και στις δύο πλευρές να τα βρουν και η Αθήνα δεν θέλει να
εμφανισθεί αρνητική. Πολύ περισσότερο που το Βερολίνο έχει αφήσει να εννοηθεί
πως το ζήτημα αυτό θα επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο από τα
Μνημόνια. Το ίδιο είχαν κάνει οι Γερμανοί και με το προσφυγικό. Το κυβερνητικό
επιτελείο απασχολεί και το εάν μπορεί να περάσει κοινοβουλευτικά ένας
συμβιβασμός. Ισχυρίζεται πως ο Καμμένος είχε αποδεχθεί ότι δεν θα καταψηφίσει
εάν η συζητούμενη σύνθετη ονομασία είναι αποκλειστικά στα σλαβικά, δηλαδή
αμετάφραστη, όπως του είχε υποσχεθεί ο Κοτζιάς.
Ο αρχηγός των ΑΝΕΛ,
όμως, εξέφρασε δημοσίως άλλη θέση, με αποτέλεσμα να αναζωπυρωθούν τα σενάρια
για ενδοκυβερνητικό ρήγμα. Η πραγματικότητα είναι πως και ο Καμμένος θέλει να
αποφύγει τη ρήξη. Από την άλλη πλευρά, όμως, θεωρεί πως δεν έχει πολιτικό
περιθώριο να υποχωρήσει. Δεν θα είχε καμία αντίρρηση εάν η συζητούμενη συμφωνία
εγκρινόταν από μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία που δεν θα
περιείχε τους ΑΝΕΛ.
Ο δρόμος αυτός, όμως,
έχει κλείσει, παρά τις ελπίδες του Κοτζιά. Τόσο η ΝΔ όσο και η Δημοκρατική
Συμπαράταξη εξαρτούν τη στάση τους από τη θέση που θα λάβει η κυβερνητική
πλειοψηφία. Στο ΠΑΣΟΚ λένε πως δεν πρόκειται να ψηφίσουν, αφήνοντας τον Καμμένο
να το παίζει πατριώτης και έτσι να διασωθεί εκλογικά.
Εξατμίζεται η αρχική
αισιοδοξία
Σύμφωνα με ανώτατη
πηγή της ΝΔ, ο Μητσοτάκης δεν είχε επί της ουσίας αντίρρηση με όσα φαίνεται να
συζητάει ο υπουργός Εξωτερικών. Για εσωκομματικούς και πολιτικούς λόγους, όμως,
δεν θα υπερψηφίσει συμφωνία που δεν θα εξασφαλίσει αφενός την αλλαγή της
συνταγματικής ονομασίας, αφετέρου ότι δεν υφίσταται μακεδονικό έθνος. Ειδικά
μετά το συλλαλητήριο η θέση αυτή παγιώθηκε.
Αυτό πρακτικά σημαίνει
πως ακόμα και εάν ο Καμμένος είχε πρόθεση να κάνει έκπτωση, θα ισοδυναμούσε με
πολιτική αυτοκτονία να υπερψηφίσει όταν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ θα καταψηφίζουν. Μετά
το συλλαλητήριο, άλλωστε, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ εμφανίζεται πολιτικά δικαιωμένος
και έναντι του Τσίπρα. Στην πραγματικότητα, η μόνη κοινοβουλευτική εφεδρεία για
τον ΣΥΡΙΖΑ είναι, ίσως, οι βουλευτές του Ποταμιού.
Στα παραπάνω ήλθε να
προστεθεί και η δήλωση του Προέδρου Δημοκρατίας, με την οποία φρόντισε να
οριοθετήσει την ελληνική θέση και εκ των πραγμάτων να συρρικνώσει τα περιθώρια
υποχωρήσεων από την πλευρά της κυβέρνησης. «Γι’ αυτό το όνομα δεν πρέπει
μόνο να σέβεται την Ιστορία και τα σύνορα αλλά πρέπει να μην παραπέμπει σε
άλλες έννοιες που επίσης αποπνέουν αλυτρωτισμό. Και τέτοιες έννοιες είναι,
παραδείγματος χάριν, μεταξύ άλλων αλλά κυρίως, το ζήτημα της γλώσσας και το
ζήτημα της εθνότητας… Επομένως, η FYROM πρέπει να κάνει όλες τις αλλαγές στην
έννομη τάξη της που είναι απαραίτητες για την επίλυση του ζητήματος του
ονόματος υπό τις ως άνω προϋποθέσεις».
Δεν είναι περίεργο,
λοιπόν, που η αρχική αισιοδοξία έχει συρρικνωθεί. Οι δηλώσεις του πρέσβη
Ναουμόφσκι, με τις οποίες είχε σπεύσει να απορρίψει τις προτάσεις Νίμιτς με
εμφανή σκοπό να εγκλωβίσει τον Ζάεφ αντανακλούν τον βαθύ διχασμό που υπάρχει
στο σλαβομακεδονικό στοιχείο. Τα Σκόπια, άλλωστε, αποκλείουν την αλλαγή της
συνταγματικής ονομασίας και σύνθετο όνομα για την εθνότητα και τη γλώσσα. Εξ ου
και η δήλωση Ντιμιτρόφ «ήμασταν και είμαστε Μακεδόνες». Εξ ου και η
επανάληψη της δέσμευσης του Ζάεφ ότι εάν προκύψει συμφωνία θα τεθεί προς
έγκριση σε δημοψήφισμα.
Οι πιθανότητες
συμφωνίας, λοιπόν, είναι περιορισμένες. Πολλά, ωστόσο, θα κριθούν από τη
συνάντηση Τσίπρα-Ζάεφ στο Νταβός, αν και η επί της ουσίας διαπραγμάτευση θα
γίνει από τους Κοτζιά και Ντιμιτρόφ το αμέσως επόμενο διάστημα.
Σταύρος Λυγερός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου