26.7.13

Πίσσα και πούπουλα … στο facebook!



Το facebook έχει πλάκα.
Εκτός από εθιστικό, είναι και διδακτικό.
Κανονική κοινωνιολογία, και όχι μόνο.
Σαν ένα ψυχολογικό πείραμα in vivo.
Με «πραγματικούς» ανθρώπους να συμμετέχουν 24 ώρες το 24ωρο, και 365 μέρες τον χρόνο.
Η χαρά του ψαγμένου αργόσχολου «ερευνητή» δηλαδή…
Και ας είναι ερασιτέχνης.




Και είναι φυσικό το κοινωνικό αυτό μέσο να μας διδάσκει τα χίλια μύρια, αρκεί να ξέρουμε τι θέλουμε να διδαχτούμε, αφού στην ουσία αποτελεί μια εικονική μικρογραφία της κοινωνίας μας.
Συγκεντρωμένη στις ελάχιστες ίντσες της οθόνης του υπολογιστή μας.


Από αντιαμερικανοί, γίναμε αντιγερμανοί;



Ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα ήταν ένα κοινωνικό και ιδεολογικό φαινόμενο, που είχε τις ιστορικές του ρίζες αλλά και μεγάλες αντιφάσεις.
Ήταν πάντως ένα χαρακτηριστικό που προσδιόριζε ιδεολογικά επί δεκαετίες, πραγματικά ή στα λόγια μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης.




Και λέω στα λόγια, γιατί ενώ μεγάλο μέρος των Ελλήνων ήταν αντιαμερικανοί, κατανάλωναν μετά μανίας αμερικάνικα προϊόντα, καλλιτεχνικές δημιουργίες και life style.
Πολιτικά απεχθάνονταν τους αμερικανούς, πολιτιστικά ήθελαν να τους μοιάσουν. Τώρα, αυτό το φαινόμενο σταδιακά βρίσκεται σε ύφεση (σαν την ελληνική οικονομία) και ένα νέο αντί κυριεύει τους Έλληνες: Ο αντιγερμανισμός.


Πεθαίνοντας στο τρένο…



Είσαι στο δεύτερο βαγόνι. Διαβάζεις. Κοιτάζεις έξω.
«Πάει γρήγορα», σκέφτεσαι.
Δεν κύλησε ένα δευτερόλεπτο και τα μάτια σου άνοιξαν διάπλατα, σαν το στόμα σου που τσιρίζει.
Μία απόκοσμη δύναμη σε τίναξε προς το πλάι του βαγονιού.




Δεν πρόλαβες να σκεφτείς ότι πεθαίνεις.
Το κρανίο σου διαλύθηκε σαν αυγό και λύγισες σαν παιδική κούκλα.
Και φοβόσουν το αεροπλάνο.
Κακώς. Αφού είναι το πιο ασφαλές μέσο για το ταξίδι σου.
Το αεροπλάνο πετάει, κυρίως, υπό τον έλεγχο του υπολογιστή.
Και αν πέσει, τις περισσότερες φορές ευθύνεται ο αληθινός πιλότος, όχι ο αυτόματος.



Οι δικές μας ξεβράκωτες.



Η δική μας Λεωφόρος της Δύσης, δεν βρίσκεται σε κανένα Los Angeles, κάτω από τα φωταγωγημένα γράμματα Hollywood.
Δεν αφορά σε πραγματικά μεγάλους σταρ όπως ήταν η Νόρμα, η Γκλόρια Σουάνσον, στην ταινία, για να έχει φτάσει σε μια κορυφή για λίγους και να έχει πολύ χώρο για να κατρακυλήσει ηθικά και ψυχικά.




Η δική μας Sunset Boulevard βρίσκεται διπλά στις παραλίες, περνά πάνω ακριβώς απ' τις νοικιασμένες, πανάκριβες, σα δυάρια στα Σεπόλια, ξαπλώστρες της Μυκόνου, της Ρόδου, της Κρήτης.



Οι συμφορές της νοημοσύνης.




Έπιναν, λέει, σαμπάνιες και έβριζαν τη Μέρκελ.
Χλεύαζαν επίσης την αναπηρία του Σόιμπλε.
Σε κάποια φημισμένη μπουζουκοτέκ της Μυκόνου, πριν από λίγες ημέρες, όπου οι σαμπάνιες έρρεαν επιδεικτικά έναντι 25.000 ευρώ (!), φαίνεται ότι συνέβαιναν ωραία πράγματα, κιμπάρικα.



Από νωρίς τα κοινωνικά δίκτυα «πήραν φωτιά».
Άπαντες στηλίτευσαν την ξιπασιά, τη χυδαιότητα, το αγοραίον του πράγματος.
Εν τέλει την απύθμενη ανοησία.
Υποθέτω ότι πρόκειται για ένα γεγονός με μια σημειολογία πολύ συγκεκριμένη.
Ένα γεγονός όπου, παραδόξως, δεν πρέπει να τίθεται για μια ακόμη φορά διαφωνία μνημονιακών και αντιμνημονιακών.

Είναι το σεξ εθιστικό;



Πολλοί μιλάνε για «εθισμό στο σεξ», όταν θέλουν να εξηγήσουν κάποιες υπερβολικές ερωτικές συμπεριφορές συνανθρώπων μας.
Υπάρχει όμως επιστημονική βάση;
Είναι ο εθισμός στο σεξ κάτι ανάλογο με τον εθισμό στο αλκοόλ ή στα ναρκωτικά;




Πρόσφατα έγινε μια πρωτοποριακή επιστημονική μελέτη επί του θέματος, που αφορά στην εξερεύνηση του μυαλού ανθρώπων που αυτοχαρακτηρίζονται ως «άρρωστοι» σεξομανείς.
Και τα αποτελέσματα σηκώνουν συζήτηση.

Η Ελλάδα του… κώλου.



«Κάθε μέρα τρως αγγούρι και το Σάββατο είσαι μούρη».
Το γνωστό σύνθημα που διαβάζαμε πριν χρόνια στους δρόμους της Αθήνας, ήρθε να μας θυμίσει το ξέφρενο πάρτι που γίνεται καθημερινά, κάθε καλοκαίρι στη Μύκονο και στους άλλους κοσμοπολίτικους προορισμούς, ακόμη κι όταν η Ελλάδα κλαίει πάνω από τις στάχτες του παρελθόντος.



Μόνο που στον… πλανήτη Μύκονο τα προκλητικά πάρτι, δε γίνονται μόνο από μεροκαματιάρηδες που δουλεύουν όλη τη χρονιά για να απολαύσουν μία εβδομάδα διακοπών στο νησί των σελέμπριτις.
Οξυζεναρισμένα αγοράκια των βορείων προαστίων, αμφιβόλου φύλλου «λεβέντες» που χορεύουν στις μπάρες πίνοντας άφθονη σαμπάνια, κοριτσάκια με γεμάτες τσέπες από τα λεφτά του μπαμπά, «ώριμες» κυρίες με σιλικονάτα μπαλκόνια και «επαναστάτες» του χειμώνα που υποκλίνονται στις… χάρες του καλοκαιριού.



25.7.13

Ανήσυχες, σημαδεμένες μαμάδες...



Όσο μεγαλώνω γίνομαι και πιο συντηρητικός.
Όμως δεν ήμουν πάντα έτσι.
Ειδικά σε θέματα εμφάνισης, και τι δεν έκανα….
Μακριά μαλλιά, μαλλιά γουλί, περμανάντ αφάνα, ουρίτσα να κρέμεται από πίσω, χρυσές ανταύγειες, οξυζεναρισμένες αστραπές στα πλάγια, σκουλαρίκια, και άλλα πολλά.
Είχαμε βλέπετε …. eighties!
 

 
Ποτέ μου όμως δεν συμπάθησα τα τατουάζ.
Ίσως γιατί, την εποχή που ήμουν έφηβος, τατουάζ είχαν μόνο οι γύφτοι, οι κάγκουρες, οι τελειωμένοι μηχανόβιοι, οι χαπάκηδες, και οι φυλακόβιοι.
Άντε και κανένας αχθοφόρος, ή λιμενεργάτης «τραγουδιστής».
Και αυτά συνήθως ήταν κάτι ανορθόγραφα και πρόχειρα χτυπημένα συνθήματα και εκφράσεις του στυλ «LOVE», «I want to be fri» (sic), «Μανώλης Αγγελόπουλος για πάντα!», «KAVASAKI» (sic), ΜΠΑΟΚΑΡΑ, και άλλα τέτοια φαιδρά, που όμως έβγαζαν το βαθύ συναίσθημα, και τον καημό του καθένα.

Η παρακμή της Ρώμης.



Μέσα σε ένα μόλις Σαββατοκύριακο πληροφορηθήκαμε το χλιδάτο πάρτι με την εμφάνιση του Αντώνη Ρέμου στη Μύκονο, όπου με 180 ευρώ έτρωγε κάποιος, το καλοκαίρι του 2013, κοψίδια στη λαδόκολα, πίνοντας σαμπάνια και απολαμβάνοντας λαικοπόπ καψουροτράγουδα, ακούγοντας τον Αντώνη να σαρκάζει την αναπηρία του Σόιμπλε(!) και το κοινό να τον αποθεώνει…





καμαρώσαμε τον μέγιστο κωμικό Μάρκο Σεφερλή, στην Ασπροβάλτα να αγνοεί τους δυστυχείς που συνέρρευσαν να ακούσουν τα άθλια χωρατά του, με τα οποία πλούτισε όλα τα προηγούμενα χρόνια, γεμίζοντας το Δελφινάριο, αγνόησε λοιπόν τους διψασμένους για βρισίδια και χυδαιότητα κοινούς θνητούς που πλήρωσαν 20 ευρώ και εμφανίστηκε επί σκηνής με 3 ώρες καθυστέρηση, όταν πια τα παιδιά είχαν αποκοιμηθεί στις καρέκλες, συγκεντρώνοντας τα γιούχα των γονιών που επέλεξαν για την ψυχαγωγία των παιδιών τους να βρεθούν στο συγκεκριμένο μαγαζί.

Η θλίψη της περιφερόμενης παρακμής.



Ένα ίνδαλμα φτιαγμένο από στόφα λαϊκή, σε καταγωγή και εικόνα που θα του διναν υλικό να γίνει εκφραστής καταπιεσμένων και όχι καψουρεμένων, όπως επέλεξε.
Η αυθεντικότητα του σε μια Αυλίδα – πίστα, έδωσε λαιμό στο σφαγείο της μαύρης σαν στόμα ανοιχτό, έτοιμο να καταπιεί, πίστας, με τα υπερμηχανήματα, τις κυλιόμενες σκηνές, τις εκκωφαντικές μικροφωνικές, λογιών σταρ να ίπτανται με λαμπιόνια κρεμασμένα επάνω τους, σα χριστουγεννιάτικες μπεκάτσες. 



Η εποχή της ελαφρότητας, της επιδειξιομανίας, της χαώδους διασκέδασης σε κενά γεμισμένα με μπόμπα αλκοόλ, της λαγνείας που χόρευε με μίνι πάνω στο τραπέζι, μισό - αποπροσανατολισμένη Βεδουίνα και μισό - αμερικανοποιημένη με σπουδές σε ιδιωτικό κολέγιο κι αγαπημένη πόλη την Νέα Υόρκη, του λαδέμπορου με τις εισπράξεις απ τη σοδειά στην τσέπη στο πρώτο τραπέζι, του σωματέμπορου με το δειγματισμό από νεαρή σάρκα, είναι πίσω.
Τα τύπου μπουζούκια, πρώην σουπερ μάρκετ που έγιναν κλαμπ, με τα ηχεία να πολλαπλασιάζουν τη φωνή της άμουσης ντίβας – γυμνάστριας και του παρολίγον λαϊκού νεόπλουτου σταρ.