4.3.13

Το κόλπο γκρόσο των καπιταλιστών.


Το απόσπασμα που ακολουθεί, είναι από το διάσημο βιβλίο του Ιρλανδού Robert Tressell,  «The Ragged Trousered Philanthropists»,  το οποίο εκδόθηκε το 1914, και θεωρείται ως κλασικό έργο της εργατικής τάξης.



Στο συγκεκριμένο λοιπόν απόσπασμα,  ένας από τους χαρακτήρες του μυθιστορήματος εξηγεί πολύ έξυπνα το πώς το χρήμα λειτουργεί άνισα μέσα σε συνθήκες καπιταλισμού.
Επειδή μου αρέσει πολύ, νομίζω πως αξίζει να το θυμηθούμε. (Η μετάφραση είναι δική μου).



«Τα χρήματα είναι η πηγή της φτώχειας, γιατί αποτελούν το εργαλείο των τεμπέληδων, προκειμένου να κλέψουν το προϊόν της εργασίας όσων κοπιάζουν».
«Απόδειξέ το μου», λέει ο Crass.
«Εντάξει», απάντησε ο Owen, «θα σου δείξω πως λειτουργεί το μεγάλο κόλπο με τα λεφτά».
Στη συνέχεια άνοιξε το καλάθι του, και έβγαλε από μέσα δυο φέτες ψωμί, που επειδή δεν έφταναν, ζήτησε από όποιον άλλον έχει ψωμί, να του δώσει λίγο.
Μαζεύτηκαν αρκετές φέτες, τις οποίες στοίβαξε πάνω σε ένα καθαρό κομμάτι χαρτιού, και έχοντας δανειστεί τους σουγιάδες τους, είπε:
«Αυτές οι φέτες ψωμιού αντιπροσωπεύουν τους φυσικούς πόρους, ή τις πρώτες ύλες που διαθέτει η γη, για να τις χρησιμοποιεί ο άνθρωπος. Δεν τις έφτιαξε κάποιος άνθρωπος, αλλά τις δημιούργησε το μεγάλο πνεύμα για το καλό όλων μας, όπως ακριβώς δημιούργησε τον αέρα και το φώς του ήλιου… Τώρα, ας υποτεθεί ότι είμαι κεφαλαιοκράτης, ή μάλλον εκπροσωπώ τη καπιταλιστική τάξη των ιδιοκτητών. Δηλαδή όλοι αυτοί οι φυσικοί πόροι, μου ανήκουν.
Για λόγους διευκόλυνσης της συζήτησης, δεν μας νοιάζει το πώς και το γιατί είναι δικοί μου. Το μόνο που έχει σημασία είναι, ότι όλες αυτές οι ύλες που χρειάζονται για την επιβίωσή μας, ανήκουν στην καπιταλιστική τάξη. Έχουν ιδιοκτήτη.
Εγώ είμαι αυτή η τάξη, άρα ανήκουν σε εμένα».
Και συνέχισε: «Εσείς οι τρεις εκπροσωπείτε την εργατική τάξη.
Δεν έχετε τίποτα. Εγώ, αν και διαθέτω τους φυσικούς πόρους, μου είναι άχρηστοι.
Το μόνο που χρειάζομαι είναι αυτό, μέσα από το οποίο οι πρώτες ύλες θα μετατραπούν σε κάτι, δηλαδή την εργασία. Αλλά επειδή είμαι τεμπέλης, εφηύρα το μεγάλο κόλπο του χρήματος, ώστε να δουλεύετε εσείς για μένα.
Πρώτα όμως, να σας εξηγήσω, πως πέρα από τους φυσικούς αυτούς πόρους, δεν διαθέτω τίποτα άλλο.
Αυτοί οι τρεις σουγιάδες είναι τα μέσα παραγωγής: Τα εργοστάσια, οι σιδηρόδρομοι, τα εργαλεία, κλπ. Χωρίς αυτά, δεν μπορούν να παραχθούν σε ικανό αριθμό τα απαραίτητα προς το ζην. Και τέλος, αυτά τα τρία νομίσματα που βγάζω απ τη τσέπη μου, αντιπροσωπεύουν το χρηματικό μου κεφάλαιο».
Σταμάτησε και τους κοίταξε.
«Πριν συνεχίσουμε, να θυμίσω ότι δεν είμαι απλά ένας καπιταλιστής. Εκπροσωπώ εδώ ολόκληρη τη καπιταλιστική τάξη. Και εσείς δεν είσαστε απλώς τρεις εργαζόμενοι, αλλά ολόκληρη η εργατική τάξη».
Στην συνέχεια έκοψε τι φέτες του ψωμιού σε κύβους.
«Αυτοί εδώ οι κύβοι ψωμιού αντιπροσωπεύουν τα προϊόντα της εργασίας, που παράγονται με τη χρήση μηχανημάτων, από τις αρχικές πρώτες ύλες.
Ας υποθέσουμε ότι αυτοί οι τρεις κύβοι είναι το προϊόν  μιας εβδομάδας εργασίας.
Ας υποθέσουμε επίσης ότι μια εβδομάδα εργασίας πληρώνεται με μια λίρα.
Αυτά τα νομίσματα που έβγαλα από τη τσέπη μου, τα θεωρούμε ως μια λίρα το καθένα. Δείτε τώρα πως γίνεται το μεγάλο κόλπο», είπε.
«Εσείς θέλετε δουλειά, και εγώ από τη καλή μου καρδιά, επενδύω τα χρήματά μου σε διάφορους τομείς, έτσι ώστε να έχετε απασχόληση. Θα σας πληρώνω λοιπόν μια λίρα την εβδομάδα, και για κάθε εβδομάδα θα πρέπει να κατασκευάζετε από τρεις κύβους. Μόλις το κάνετε, θα πληρωθείτε.
Τα χρήματα θα είναι ολόδικά σας, ενώ ότι παράγετε θα είναι δικό μου. Θα πάρετε από ένα μηχάνημα, και μόλις κάνετε τη δουλειά μιας εβδομάδας, θα πληρωθείτε».
Η εργατική τάξη συμφώνησε και ξεκίνησε την εργασία της, και ο καπιταλιστής έκατσε κάτω, και τους παρακολουθούσε.
Μόλις τελείωσαν, έδωσαν τους 9 κύβους στον Owen, κι αυτός τους τοποθέτησε επάνω σε ένα κομμάτι χαρτί, και τους πλήρωσε το μισθό τους.
«Αυτοί οι κύβοι αντιπροσωπεύουν τις αναγκαιότητες της ζωής. Δεν μπορείτε να επιβιώσετε χωρίς μερικές από αυτές, αλλά μιας και μου ανήκουν, θα πρέπει να τις αγοράζετε από εμένα. Η τιμή που βάζω, είναι μια λίρα ο κάθε κύβος».
Και αφού η εργατική τάξη δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς αυτές τις αναγκαιότητες, μιας και δεν μπορούσε να τρώει ή να πίνει τα άχρηστα χρήματα, συμφώνησε με τους όρους του «φιλεύσπλαχνου» καπιταλιστή.
Αμέσως λοιπόν, αγόρασαν και κατανάλωσαν το 1/3 του προϊόντος της εργασίας τους.
Η καπιταλιστική τάξη άρπαξε και έφαγε με τη σειρά της δυο από τους κύβους, και έτσι το αποτέλεσμα μιας εβδομάδας εργασίας ήταν πως ο καλός κεφαλαιοκράτης κατανάλωσε προϊόντα που έγιναν με τη δουλειά των άλλων αξίας 2 λιρών, και με βάση την αγοραστική αξία του κάθε κύβου, κατάφερε και διπλασίασε το κεφάλαιό του, αφού  είχε ακόμη στα χέρια του τρεις λίρες σε χρήματα, και επιπλέον προϊόντα αξίας τεσσάρων λιρών.
Όσο για την εργατική τάξη, ο Philpot,  ο Harlow και ο  Easton, αφού κατανάλωσαν τα προϊόντα που αντιστοιχούσαν στο βδομαδιάτικό τους, βρέθηκαν στην ίδια ακριβώς κατάσταση που ήταν και στην αρχή, πριν πιάσουν δουλειά.
Δεν είχαν δηλαδή τίποτα.
Αυτή η διαδικασία επαναλήφθηκε αρκετές φορές.
Κάθε εβδομάδα, οι εργαζόμενοι έπαιρναν το μισθό τους.
Αλλά  όλο δούλευαν, και μετά αναγκαστικά ξόδευαν ολόκληρο το μεροκάματο τους.
Ο καλοπροαίρετος καπιταλιστής κατανάλωνε τα διπλάσια από αυτούς, και παράλληλα  ο πλούτος του όλο και αυξάνονταν.
Σε λίγο καιρό, η περιουσία του (σε κύβους) άξιζε πάνω από 100 λίρες.
Η εργατική τάξη όμως, συνέχιζε να βρίσκεται στην ίδια κατάσταση. Δεν είχε τίποτα. Κι όμως οι τρεις φίλοι συνέχιζαν να εργάζονται σκληρά, αφού η ζωή τους εξαρτάτο  από αυτό.
Και αυτό συνεχίστηκε, μέχρι που οι διάφοροι παριστάμενοι άρχισαν να γελάνε.
Το γέλιο τους αυξήθηκε, όταν ο καλόκαρδος καπιταλιστής, που μόλις  είχε πουλήσει από ένα κύβο στον καθένα, ξαφνικά τους αφαίρεσε τα σουγιαδάκια  (τα μέσα παραγωγής), και τους ενημέρωσε ότι εξαιτίας της υπερπαραγωγής, όλες του οι αποθήκες ξεχείλιζαν από προϊόντα (αναγκαιότητες της ζωής) και για αυτό αποφάσισε … να κλείσει το εργοστάσιο.
«Και εμείς τώρα τι θα κάνουμε;», ρώτησε επιτακτικά ο Philpot.
«Αυτό δεν με ενδιαφέρει» απάντησε ο καλός καπιταλιστής.
«Εγώ πλήρωσα τους μισθούς σας, και σας έδινα σταθερή δουλειά για αρκετό διάστημα. Τώρα όμως, δεν έχω δουλειά να σας προσφέρω. Ελάτε ξανά σε μερικούς μήνες, και θα δω τι μπορώ  να κάνω».
«Και τι θα γίνει με τα απαραίτητα της ζωής; Πρέπει να έχουμε να τρώμε…», είπε αγριεμένος ο Harlow.
«Ναι πράγματι, χρειάζεται να τρώτε. Για αυτό είμαι διατεθειμένος να σας πουλήσω μερικούς κύβους».
«Μα αφού δεν έχουμε καθόλου χρήματα…».
«Δεν πιστεύω να έχετε την απαίτηση να σας τους δώσω τσάμπα. Άλλωστε, δεν δουλεύατε τσάμπα. Σας πλήρωνα καλά, και θα έπρεπε να έχετε βάλει αρκετά χρήματα στην άκρη, Έπρεπε να κάνατε οικονομία, όπως εγώ. Είδατε πως έχω πετύχει, με τις οικονομίες που έκανα;»
Οι τρεις άνεργοι φίλοι αλληλοκοιτάχθηκαν με απορία.
Οι υπόλοιποι όμως όλοι,  ξεκαρδίστηκαν στα γέλια.
Τότε, οι τρεις άνεργοι άρχισαν να αγριεύουν, και να απαιτούν από τον καπιταλιστή να τους δώσει μερικά από τα προϊόντα που είχε κρυμμένα στις αποθήκες του, ή έστω να τους επιτρέψει να δουλέψουν, έτσι ώστε να παράγουν μερικά για τις ανάγκες τους. Τον απείλησαν μάλιστα ότι θα του τα πάρουν δια της βίας, αν δεν συμφωνούσε με τους όρους τους.
Όμως ο φιλεύσπλαχνος καπιταλιστής τους είπε να μην είναι τόσο θρασείς, και άρχισε να τους μιλάει για την εντιμότητα και την αρετή.
Τους προειδοποίησε μάλιστα, ότι αν δεν προσέξουν, θα τους σπάσει τα μούτρα η αστυνομία, ή αν κριθεί αναγκαίο, θα καλέσει το στρατό, ο οποίος  και θα τους πυροβολήσει σαν σκυλιά.
Το ίδιο ακριβώς δηλαδή, που είχε κάνει και άλλες φορές, σε πολλά άλλα μέρη,

Strange Attractor

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου