Ο Μητσάρας από μικρός είχε μια αδυναμία.
Του αρέσανε τα σουβλάκια κάθε είδους.
Παθολογικά.
Δεν υπήρχε σουβλατζίδικο στη γειτονιά που να μην ήτανε
ταχτικός πελάτης.
Και ήξερε ότι «Ο Γίγας» είχε ωραίο γύρο, καλοψημένο και
ζουμερό, «Το Λεβεντόπαιδο» ήταν μάστορας στο κοτομπέϊκον και «Ο Μύθος» (πάντα
υπάρχει ένας μύθος) ήτανε άρχοντας στο κέμπαμπ.
Και επειδή στη ζωή σημασία έχει το κονόμι αλλά και να
κάνεις το πάθος σου επάγγελμα για να τα κονομάς, ο Μητσάρας έγινε σουβλατζής.
Η «Γύρομπανκ», όνομα μονδέρνο κατά τα γούστα του καιρού μας,
έκανε γρήγορα όνομα στη γειτονιά και σιγά-σιγά έσβησαν τα παλιά σουβλατζίδικα.
Έτσι όλο τα χαρτί πήγε στο Μητσάρα – κατά τις αρχές της
φιλελευθέρου οικονομίας της λαϊκής αγοράς.
Σένιο το μαγαζί, μοδάτο και με υπηρεσία ντελίβερι βαρβάτη.
Δέκα μηχανάκια είχε πάνοπλα ο Μητσάρας στους καλούς
καιρούς.
Στην κουζίνα είχε την Ναντίνα από το Μπεράτι, τυλαδόροι
ήταν ο Χασάν από το Κάϊρο και ο Πεντρίν από το Αργυρόκαστρο, στα ψητά ο
μοναδικός Έλληνας στο μαγαζί, ο μαστρο-Κώστας.
Ταμείο και γενικό κουμάντο ο Μητσάρας.
Και πίσω απ’ το ταμείο κρεμασμένη η φωτό με το
Τζόρτζεβιτς αγκαλιά με τον πρόεδρα από κάποια φιέστα.. Έβδομη, όγδοη… Ποιος να
θυμάται μετά από τόσα κατσαρόλια…;
Μα επειδή η ζωή δεν γίνεται να ρολάρει χωρίς γυναίκα και
παιδιά, την έκανε την αποκοτιά κι ο Μήτσος μας.
Υπανδρεύθη δόξη και τιμή την Ευτέρπη, φιλόλογο στο
επάγγελμα και με τέσσερα διαμερίσματα περικαλώ.
Την καλύτερη επένδυση έκανε ο Μήτσος μας με την Ευτέρπη
και τα ακίνητά της.
Έτσι μεγάλωσε το μαγαζί και ήρθε και το γερό κονόμι.
Και ύστερα ήρθε και ο πρωτότοκος γιος, το καμάρι του
Μητσάρα. Ο Μιχαλάκης του.
Ο λεβέντης του και καραμπουζουκλής του.
Μόνο που στην πορεία το πράγματα ψιλοστραβώσανε με τη
σύζυγο.
Καθότι φιλόλογος αυτή και το πράμα ήτανε ολίγο
αταίριαστο.
Ο έρωτας βλέπετε είναι τυφλός και τα ακίνητα τέσσερα,
αλλά μετά την απαλλοτρίωση επανέρχεται και η όραση, τρόπον τινά.
Μια κι ο Μητσάρας μας μικρός δεν τά’ παιρνε τα
γράμματα και το μόνο που εύρισκε ευχάριστο να διαβάζει μέχρι να πάει φαντάρος
ήτανε τα άρθρα του Γαβαθιώτη στο Φως.
Και αυτή η ρουφιάνα η γυναίκα του άρχιζε να δηλητηριάζει
το βλαστάρι του καθώς αυτό μεγάλωνε.
Εκείνος τον πήγαινε στη Θύρα την 7 να τον κάνει άντρα με
τους νικητές, κι εκείνη του μίλαγε για ένα περιβόλι που θα κληρονομούσε και να
μην το παρατήσει και τέτοια.
Τι περιβόλι κι αηδίες.
Κοτζάμ σουβλατζίδικο θα κληρονομούσε ο Μιχαλάκης.
Περιβολάρης θα γινότανε;
Κι ένα άλλο βράδυ η Ευτέρπη του μίλαγε για ένα Γύφτο με
δώδεκα άλογα.
Τι διάλο!
Ο Μητσάρας μπορεί να είχε γίνει 120 κιλά από την αδυναμία
του, αλλά αλογομούρης δε γίνηκε ποτές.
Και τώρα το παιδί του τι δουλειά έχει με τους γυφταίους
του ιπποδρόμου;
Αλλά το πράμα αγρίεψε όταν η Ευτέρπη έκανε κάτι γελοία
έξοδα.
Αγόρασε 17 τόμους κάποιου Παλαμά και μια εγκυκλο…πως τη
λένε να δεις, του Πύρσου ή κάτι τέτοιο.
Για τη μόρφωση του παιδιού του είπε η Ευτέρπη. Κι
ακολούθησαν κι άλλα.
Τι Παπαδιαμάντης, τι Θεοτόκης κι άλλα άγνωστα ονόματα στο
Μήτσο που ο φουκαράς ήξερε όλες τις εντεκάδες και τους αναπληρωματικούς του
Θρύλου από την εποχή των Χέλμηδων απόξω.
Μα τέτοιους παίχτες δεν τους είχε ματακούσει.
Στην αρχή ο Μητσάρας εντυπωσιάστηκε και μάλιστα πήρε
τηλέφωνο και τον κουμπάρο του στον Παλαμά Καρδίτσας που τον προμήθευε χοιρινό
και τον ρώταγε για τη μεγάλη ιστορία της κωμόπολης. “17 τόμοι Γιακουμή μου!
Μεγάλη ιστορία το χωριό σας!”
Με μετά άρχισε να καταλαβαίνει και δεν του αρέσανε
καθόλου τα σουρταφέρτα της γυναίκας του με το μικρό Μιχαλάκη.
Αυτός να πυρώνεται στο σουβλατζίδικο για να μην τους
λείψει τίποτα κι αυτή πήγαινε να του κάνει το σπλάχνο του φλώρο.
Να τον κοροϊδεύουνε τα άλλα παιδιά στο σχολείο που θα
γινότανε φυτό.
Τι σε μουσεία τον πήγαινε, τι σε παιδικά θέατρα, τι σε
πλανητάρια, τι σε πινακοθήκες; Τι μαλακίες είναι αυτές! Αυτά είναι για τους
βάζελους!
Και ο Μηστάρας φούντωνε και στο τέλος τη χώρισε την
Ευτέρπη που του διέφθειρε το μικρό.
Της άφησε και ένα ακίνητο για να μην ξεσπιτωθεί και
τέρμα.
Και ανέλαβε ο ίδιος τη διαπαιδαγώγηση του Μιχαλάκη.
Κάθε Κυριακή γήπεδο. Θύρα 7 και «Όλοι χέρια ρε!».
Και ο Μιχαλάκης έγινε Μιχάλης και έβαλε κι αυτός ένα χέρι
στο σουβλατζίδικο που θα κληρονομούσε.
Και να πεις ότι δε διαβάζει; Διαβάζει όλη μέρα.
Και Πρωταθλητή, και Γαύρο και το Φως.
Και είναι και στο ΔΣ της Ερυθρόλευκης Στρατιάς.
Και ήτανε και στις κουβέντες με τον νέο πρόεδρα για να
κάνουνε το Ρεντ Σουβλάκι στο Καραϊσκάκη.
Αλλά η κρίσις τους τα έφερε ανάποδα.
Και αυτοί οι προδότες υπάλληλοι των Εβραίων αυξήσανε το
ΦΠΑ στην εστίαση (στην αρχή ο Μήτσος
νόμισε ότι ήταν φόρος για τα γκολπόστ στα γήπεδα αλλά μετά του εξήγησε ο
λογιστής του).
Και επειδή είχε ένα πρόβλημα με τον προμηθευτή του
χαρτιού περιτυλίγματος, παραλίγο να τιναχτεί το μαγαζί στον αέρα.
Σουβλάκι χωρίς τύλιγμα γίνεται; Δε γίνεται;
Και στην απελπισία του ο Μητσάρας σκέφτηκε εκείνα τα
παλιοβιοβλία που είχε αγοράσει η πρώην σύζυγος η κουλτουριάρα που πήγε να του
καταστρέψει το Μιχαλάκη του.
Έτσι πήρε τους τόμους των Απάντων και της εγκυκλοπαίδειας
στο μαγαζί κι άρχισε να σκίζει μια, μία τις σελίδες και να τυλίγει μ’ αυτές τα
σουβλάκια.
Και πηγαίνανε οι παραγγελίες στους πελάτες τυλιγμένες με
τη Φοινικιά ή κάποιο λήμμα για τον Παρμενίδη.
Και τη γλύτωσε το μαγαζί προσωρινά.
Ώσπου ένα βράδυ κάποιος πελάτης του μια μέρα του είπε του
Μητσάρα ότι το φλώρεψε το σουβλάκι του και το έκανε κουλτουρέ.
Θύμωσε ο Μήτσος αλλά τι να κάνει που η κρίση δεν του
αφήνει περιθώρια.
Και τώρα περιμένει εναγωνίως για το πρώτο εθνικό ζήτημα
που είναι ζωής και θανάτου.
Θα πέσει ο ΦΠΑς στα γκολπόστ…έεε, στην εστίαση να
ξανατυλίξει ο Μητσάρας με το κανονικό χαρτί τα σουβλάκια ή όχι;
Ιδού η απορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου