Bridge. Γέφυρα.
Πάντα κάποια υπήρχε, κι ακόμα υπάρχει, στη ζωή μου.
Ενώνει μέρη, ιδέες και πρόσωπα.
Τα φέρνει πιο κοντά, ποτέ δεν διχάζει.
Ποτέ δεν ξεχωρίζει.
Εσένα από μένα. Εμάς από εκείνους.
Κάποτε θα κάτσω να θυμηθώ, να καταγράψω και να υμνήσω
όλες τις γέφυρες της ζωής μου.
Αν κάτι έγινα, το οφείλω στο ότι απ’ αυτές περνούσα…
Η πιο σπουδαία όμως για μένα, μακράν όλων των άλλων,
είναι η γέφυρα στον ποταμό Ρούγια, στο Μάουντ Ντάργουιν (το Όρος του Δαρβίνου),
στη Ζιμπάμπουε, όπου έζησα τα πρώτα 12 χρόνια της ζωής μου.
Αυτή η γέφυρα είναι και η τελευταία ανάμνησή μου από τον
τόπο όπου γεννήθηκα.
Η τελευταία, πολύ πικρή εικόνα.
Την περάσαμε για να πάμε στο Σόλσμπερι, απ' όπου θα
πιάναμε πτήση για την Ελλάδα μέσω Γκαμπόν, για οριστική εγκατάσταση.
Ο Αλέξης, ο αγαπημένος
μου σκύλος, γεννημένος την ίδια ακριβώς μέρα με μένα, κάθε φορά που πηγαίναμε
στη πρωτεύουσα, μας συνόδευε ως τη γεφύρι της Ρούγια, κοντοστεκόταν στη μια του
πλευρά, ποτέ δεν το περνούσε, γάβγιζε τον χαιρετισμό του, και επέστρεφε στο
σπίτι μας, σίγουρος ότι θα ξαναβρισκόμασταν σε λίγες εβδομάδες ή μήνες.
Εκείνη τη φορά, όμως, της οριστικής αναχώρησής μας από τη
Ροδεσία, όπως λεγόταν τότε η Ζιμπάμπουε, ο Αλέξης λες και είχε καταλάβει ότι
δεν θα επιστρέφαμε ξανά, μας ακολούθησε πάλι ως τη γέφυρα, λίγο έξω από το
χωριό, αλλά εκείνη τη φορά δεν μας έκανε το αποχαιρετιστήριο γαύγισμά του.
Έμεινε εκεί, κολλημένος θαρρείς, στην άκρη της γέφυρας,
και δεν έφευγε με τίποτα. Εμείς, έπρεπε να προχωρήσουμε όμως, γιατί θα χάναμε
τη πτήση.
Αλλά ο Αλέξης συνέχισε να μας ακολουθεί, τρέχοντας
αλαφιασμένος πίσω από το αυτοκίνητο.
Κλαίγαμε εμείς, τα δυο αδέρφια μου κι εγώ.
Κατέβηκα να του μιλήσω, εμένα με άκουγε.
«Γύρνα πίσω, Αλέξη μου. Θα ξανάρθω» του φώναζα, αλλά
εκείνος καταλάβαινε ότι η φωνή μου δεν ήταν ίδια. Συνέχιζε να μας κυνηγά, μέχρι
που ο μπαμπάς αναγκάστηκε να αναπτύξει ταχύτητα, και κάποια στιγμή χάθηκε από
τα μάτια μας το αγαπημένο μου σκυλί.
Όταν φτάσαμε στην Ελλάδα, οι νέοι ιδιοκτήτες του σπιτιού
μας, που «κληρονόμησαν» και τον Αλέξη, μας είπαν ότι επέστρεψε κατάκοπος μετά
από πολλές ώρες, έκτοτε δεν τρώει τίποτα, και δεν ξεκολλάει ούτε στιγμή από
δίπλα από το κρεβάτι μου.
Μετά από μία εβδομάδα, μας τηλεφώνησαν ότι πέθανε.
Μαραζωμένος.
Χρήστος Μιχαηλίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου