Σε όσους αναρωτιούνται πού βρέθηκαν τόσοι
αποφασισμένοι που δηλώνουν στις δημοσκοπήσεις ότι θα ψηφίσουν το Ποτάμι του
Σταύρου Θεοδωράκη, η απάντηση είναι απλή.
Είναι όλοι όσοι αναζητούσαν στις συγκεντρώσεις
των «αγανακτισμένων» το εθνικό κόμμα, με τις ασαφείς πολιτικές θέσεις και τον
άφθαρτο ηγέτη.
Και τελικά, όπως δείχνει ο πόλεμος που ξέσπασε γύρω
απ' το νεοσυσταθέν κόμμα, ήδη το βρήκαν.
«Μπορεί να υπάρξει πολιτική χωρίς κομματικό
παρελθόν; Να βγω εγώ, να βγεις εσύ, να βγούμε πολλοί, να γίνουμε ένα ΠΟΤΑΜΙ που
θα αλλάξει την Ελλάδα;». «Πρέπει να υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο και ένα 50% που
θα κάνει και τους άλλους Ευρωπαίους να αισθανθούν ότι "αυτή τη φορά οι
Ελληνες είναι αποφασισμένοι". Πώς θα προκύψει αυτό το 50%; Με συνεργασίες
βέβαια.
Οχι με την ενότητα των δικών μας, αλλά με την
ενότητα των διαφορετικών».
Από το πρώτο κιόλας κείμενό του ο Σταύρος
Θεοδωράκης έθετε τις βάσεις που θα οριοθετούσαν το δικό του ποτάμι.
Η λέξη-κλειδί ήταν το εθνικό σχέδιο…
Με άλλα λόγια, διαμόρφωνε μια πολιτική πρόταση
που φιλοδοξούσε να ενώσει όλους τους πολίτες κάτω από τη γαλανόλευκη.
Ισως είναι η πρώτη φορά που ένα νεοσύστατο κόμμα
δέχθηκε τόσο πολλές επιθέσεις από τόσο διαφορετικές πλευρές.
Αλλοι κατηγόρησαν το δημοσιογράφο για έλλειψη
προτάσεων, άλλοι για ασάφεια προγράμματος, άλλοι για πολιτική αφέλεια, καθώς
δεν μπορεί να ξεχωρίσει τη Δεξιά από την Αριστερά, άλλοι για στημένο παιχνίδι
πολιτικής αποσταθεροποίησης από ένα αγαπημένο παιδί των μίντια. Υπάρχει όμως
και το απλούστατο σενάριο.
Το Ποτάμι ήταν το αποτέλεσμα των εν δυνάμει
ψηφοφόρων του, γιατί ψηφοφόροι υπήρχαν, αυτό που έλειπε ήταν να σχηματιστεί ένα
κόμμα και φυσικά να διαθέτει και έναν ηγέτη.
Μέσα στο χαοτικό σκηνικό που συνέθεσαν οι
«αγανακτισμένοι» στην πλατεία Συντάγματος, δύο στοιχεία ξεχώριζαν: Το ένα ήταν
η απόλυτη περιφρόνηση προς τους επαγγελματίες της πολιτικής και το άλλο ήταν η
αναζήτηση ενός προσώπου που θα αντιπροσώπευε όλους αυτούς τους απεγνωσμένους
που αναζητούσαν σωτήρα.
Από την άλλη, αυτό το πλήθος μπορεί να μην ήθελε
να σταθεί «ούτε δεξιά ούτε αριστερά», αλλά δεν έμοιαζε και τόσο αφελές ώστε να
συρθεί σε ένα κόμμα ενός τυχάρπαστου λαϊκιστή δημαγωγού.
Μέσα από τις συζητήσεις στην πλατεία, αλλά και
μέσα από το σχολιασμό των γεγονότων που αφορούσαν τους «αγανακτισμένους», ένας
φέρελπις πολιτικός άνδρας θα μπορούσε να επινοήσει το πλέον κατάλληλο προφίλ
και να αυτοχριστεί ηγέτης ενός εθνικού κόμματος που να ανταποκρίνεται στα
κελεύσματα της εποχής.
Τι
αναζητούσαν οι «αγανακτισμένοι», είτε σουλατσάριζαν στην πλατεία είτε
παρακολουθούσαν από την τηλεόραση τις διαμαρτυρίες; Εναν νεόκοπο στο παιχνίδι
της πολιτικής, που θα ήταν επαγγελματικά πετυχημένος, ευρωπαϊστής, αλλά όχι με
δουλικό τρόπο, αρκετά μοδάτος, συμπονετικός απέναντι στα προβλήματα των απλών
ανθρώπων, άχρωμος πολιτικά, περήφανος για τον εαυτό του, αλλά όχι αλαζόνας, και
αναγνωρίσιμος από ένα πλατύ κοινό, ώστε ο λόγος του να μετρήσει.
Αφού είχε διαγραφεί το προφίλ, κάποιος θα
στριμωχνόταν για να χωρέσει.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης κατάφερε να οργανώσει ένα
κόμμα που να αγκαλιάζει τους «αγανακτισμένους» και να προβληθεί ως ο ιδανικός
μνηστήρας για ηγέτης του. Και όχι άδικα.
Είναι ο δημοσιογράφος που πλησίασε με τόσο
αυθορμητισμό και τόση ισορροπημένη ευαισθησία χρήστες ναρκωτικών, μάνες
δολοφονημένων από φασίστες, ανήλικους κρατούμενους, μετανάστες που σώθηκαν από
ναυάγιο.
Οπότε μπορούν να τον ψηφίσουν και ο χίπστερ, που
έπαιζε τουμπερλέκι στην πλατεία, και ο μικρομεσαίος, που ανησυχεί για το μέλλον
των παιδιών του, και ο φιλελεύθερος, που καταδικάζει τη βία απ' όπου και αν
προέρχεται, και ο τύπος που ανάβει ρεσό στα πεζοδρόμια, και ο επιμελής φοιτητής
που απεχθάνεται τους ακαμάτηδες καταληψίες.
Γιατί
είναι όλοι «αγανακτισμένοι» με κάτι και βρίσκουν σκέπη κάτω από ένα κόμμα που
δεν διστάζει να βαφτίζεται εθνικό.
Τα υπόλοιπα είναι αυτονόητα.
Σε ένα τέτοιο κόμμα οι προγραμματικές θέσεις δεν
έχουν σημασία. Αντίθετα, όσο πιο θολές είναι τόσο μεγαλύτερη απήχηση έχουν.
Η στρατηγική τού ηγέτη του ήταν από την αρχή
προσεκτικά σχεδιασμένη.
Αντί να μιλάει για μνημόνια ή για οικονομική
πολιτική, όπως οι υπόλοιποι, ξεχωρίζει καθώς μιλάει για τους φοιτητές που
ξενιτεύονται στην Αλβανία, για τα λεωφορεία που μαζεύουν τους εργάτες στις
λαϊκές γειτονιές, για τους άνεργους νέους της επαρχίας που σέρνουν την ανία
τους στα καφενεία.
Η πολιτική είναι για όλους τους άλλους, εδώ τον
πρώτο λόγο έχει το συναίσθημα, με αυτό θα απευθυνθείς σε ένα λαό που του
στέρησαν την αξιοπρέπεια ή τουλάχιστον σε ένα μεγάλο τμήμα του.
Κι όμως,
τυπικά το Ποτάμι δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο.
Είναι η
τελική μορφή της κοινωνίας του θεάματος που έρχεται εδώ καθυστερημένα, όπως
όλα.
Μια μορφή που γέννησε τέρατα αλλά και κλόουν.
Πάντως η ουσία είναι ότι το πλήθος των
«αγανακτισμένων» απέκτησε αυτό που ήθελε: μια οργάνωση και έναν ηγέτη.
Τα ζόρια θα έρθουν μετά, όταν κάποιοι από το
κόμμα θα βρεθούν στα έδρανα και τότε θα έρθει η ώρα της δράσης.
Ενα πεδίο όπου οι «αγανακτισμένοι» και προφανώς
οι εκπρόσωποί τους δεν έχουν να επιδείξουν αποτελέσματα.
Δ. Αναστασόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου