17.5.14

Εκλογές 2014: Μερικές σκόρπιες σκέψεις…



ώρα, στο παραπέντε)
Αυτές τις μέρες, τέλη προεκλογικής περιόδου έχει κανείς τόσα ερεθίσματα να κάτσει να γράψει γι’ αυτά ή με βάση αυτά, που αν έχει την τεμπέλικη ιδιοσυγκρασία μου καταντάει τελικά να μη γράφει τίποτα – θυμίζοντας έτσι το γάιδαρο που ψόφησε από πείνα και δίψα έχοντας μπροστά του και φαϊ και νερό αλλά χωρίς να μπορεί να αποφασίσει από πού να αρχίσει.



Τελικά, αποφάσισα να γράψω ένα κείμενο που να τα περιλαμβάνει όλα.
Ή σχεδόν όλα.
Και σχετικά συνοπτικά – κάτι που ίσως δεν είναι και τόσο κακή ιδέα, σοβαρή μερίδα του κοινού μου, περίπου οι μισοί (δηλαδή κανά 5-6 άτομα), μου λένε ότι συχνά έχω την τάση να πλατιάζω υπερβολικά. Πάμε λοιπόν:


1. Η κάθε προεκλογική εκστρατεία ανοίγει με τρόπους που πάντα μου προκαλούν το ενδιαφέρον – υποθέτω ότι σ’ αυτό δεν είμαι καθόλου μόνος.
Ποιοι θα είναι οι υποψήφιοι, ποιοι οι συνδυασμοί, τα κόμματα, οι πρώτες συζητήσεις για τί εκπροσωπούν και προτίθενται να κάνουν.
Η φετινή δεν ήταν εξαίρεση, ίσα ίσα.
Αντίθετα ήταν απ’ τα πιο ενδιαφέροντα ξεκινήματα που θυμάμαι ποτέ: Λίγο με τους «αντάρτες» στις τοπικές, λίγο με το τρέξιμο των κομμάτων να βρουν υποψήφιους ευρωβουλευτές για σταυροδοσία, λίγο τα νέα επεισόδια της γκροτέσκας πλέον κεντρικής πολιτικής σκηνής και βέβαια το ...Ποτάμι που υπόσχεται/απειλεί με αξιοσημείωτο θράσος να τα αλλάξει όλα (ή σχεδόν όλα) και παρέσυρε μέχρι και εμένα τον ίδιο.
Ωστόσο κάθε προεκλογική εκστρατεία κλείνει με τρόπους που την καθιστούν αηδιαστική – και φυσικά ούτε εδώ το 2014 αποτέλεσε εξαίρεση.
Βρωμιά (κυριολεκτική και μεταφορική), αφόρητη φανατίλα που επηρεάζει σε αξιοπρόσεκτο βαθμό ακόμα και ανθρώπους που κατά τα άλλα εκτιμάς.
Τί μπορείς να κάνεις όμως;
Ελπίζεις και προσπαθείς να μην είσαι και εσύ σαν αυτούς τους ανθρώπους (κι αν αποτύχεις φροντίζεις τουλάχιστον να το ξέρεις μπας και μπορέσεις να αξιωθείς τη συγχώρεση των άλλων), κλείνεις τη μύτη σου, κι εύχεσαι να τελειώσει το μαρτύριο την Κυριακή.  


Ελπίζοντας να μην ακολουθήσει άλλο, ακόμα χειρότερο.
2. Επί της ουσίας των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών: Όσο κι αν συμφωνώ με το ότι κατά βάση εκλέγουμε ανθρώπους που θα χρειαστεί να μαζέψουν τα σκουπίδια, να έχουν τα πάρκα σε καλή κατάσταση και στο τσακίρ κέφι να μη μας σαπίζουν στη δημοτική φορολογία μόνο και μόνο για να συντηρούν μια στρατιά αργόσχολης πελατείας, υπάρχουν και μερικές άλλες παράμετροι: Το ότι εδώ έχουμε την αμεσότερη μορφή δημοκρατίας που επιτρέπει το πολίτευμά μας – άρα δεν μπορούμε να βρούμε γνησιότερη έκφραση αυτού που ονομάζουμε «τοπικές κοινωνίες» ενώ επιπλέον και ειδικά για μεγάλους δήμους, η συμβολική σημασία του Δημάρχου και του τρόπου που πολιτεύεται είναι πολύ ισχυρή.
Και μπορεί καταλλήλως να έχει αυτό και επιρροή στην πραγματικότητα.
Π.χ. εγώ θα ξαναψηφίσω τον Μπουτάρη όχι τόσο διότι αρίστευσε στα πεζά και καθημερινά (ίσα που έπιασε τη βάση) αλλά κυρίως γιατί η παρουσία του άλλαξε την εικόνα της Θεσσαλονίκης εκ βάθρων τόσο προς τα μέσα όσο και προς τα έξω – κάτι από μόνο του πολύτιμο καθώς επηρεάζει τη σκέψη των ανθρώπων.
Έχοντας μάλιστα αντίκρυσμα και σε υλικό επίπεδο – η αύξηση των τουριστών στην ίδια την πόλη είναι ήδη εμφανής.
Οι περιφέρειες  πάλι μπορεί να είναι λιγότερο αντιπροσωπευτικές ή γκλαμουράτες ωστόσο καλούνται να διαχειριστούν ουκ ολίγα σημαντικά κοινοτικά κονδύλια και έργα.
Κάτι διόλου ασήμαντο γενικώς, κεφαλαιώδους σημασίας ειδικότερα με δεδομένο ότι έχουμε ακόμα σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα και ειδικότερα 30% ανεργία.
3. Η κομματική υποστήριξη στις τοπικές εκλογές έχει μια αξιοσημείωτη ιστορία στα χρόνια της μεταπολίτετυσης και μέχρι σήμερα: Ξεκίνησε από καθαρά κομματικούς υποψήφιους που σε ορισμένες περιπτώσεις όπου το κόμμα κυριαρχούσε ήταν κατ’ ουσίαν διορισμός του δημάρχου από το κόμμα (δηλαδή και με δεδομένη τη φύση των ελληνικών κομμάτων, τον αρχηγό του και την παρέα του).
Κι αν δεν έβγαινε ο «δικός μας», δεν πείραζε και τόσο, αρκεί να έχουν «καταγραφεί» τα ποσοστά μας. Λες και είχε καμιά σημασία.
Αλλά όλοι το έλεγαν ότι ήταν σημαντικό, ε τί να κάνει κι ο κόσμος πείθονταν.
Ψήφιζε τον υποψήφιο του κόμματος, συμμετείχε σε μια θλιβερή  μικρογραφία προσομοίωσης των εθνικών εκλογών, χαβαλές γίνονταν, όλα «καλά».
Γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ’90, πολλοί ψηφοφόροι και χαμηλά κομματικά στελέχη άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι αυτό είναι ένα παιχνίδι χωρίς νόημα. Ή έστω ότι μπορούν να δοκιμάσουν την τύχη τους ως «αντάρτες».
Αυτά περπάτησαν πολύ περισσότερο απ’ όσο ήθελαν τα κόμματα.
Φτάσαμε λοιπόν στα τέλη των 00’ς κι ενώ η κρίση έβαζε κι αυτή το χεράκι της στην απαξίωση των κομμάτων να γίνει της μόδας να στηρίζουν «διακριτικά» τους διάφορους υποψηφίους – εξαιρείται το ΚΚΕ που πάντα θα θέλει να «μετράει τις δυνάμεις του» αλλά και εν πολλοίς η ΝΔ που με αξιοσημείωτη επιμονή (την οποία προβλέπω ότι θα πληρώσει) ακόμα και σήμερα δίνει επίσημα χρίσματα.
Ε, τί να κάνουν οι άνθρωποι, αφού δεν μπορούσαν να επιβάλλουν πια δημάρχους ερήμην των κοινωνιών, κάτι ήταν κι αυτό.
Και μετά ήρθε το Ποτάμι που επιχειρεί ένα βήμα παραπέρα: Καμία επίσημη στήριξη σε κανέναν λέει.
Και ξεσηκώνονται αγανακτισμένοι ορισμένοι φίλοι: «Μα ούτε τον Καμίνη και τον Μπουτάρη; Δεν έχετε άποψη».
Κι όμως: ‘Αποψη έχουμε και παραέχουμε αγαπητοί μας φίλοι, την εκφράζουμε συνεχώς και ξεκινήσαμε συχνά πολύ νωρίτερα από όλους εσάς για τους συγκεκριμένους. Απλώς δε βρίσκουμε κανένα λόγο να την εκφράσουμε ομαδικά. Ούτε να επιχειρήσουμε να κλέψουμε τη λάμψη κανενός.
Μια μέρα, ελπίζω, αυτός θα είναι ο κανόνας στη φτωχή κι αναξιοπαθούσα χώρα μας. Όχι επειδή θα το επιβάλλει το Ποτάμι ή κάνας άλλος, αλλά επειδή θα το επιβάλλει (ξανά) η ίδια η ζωή.
4. Για τις ευρωεκλογές κανονικά δε θα είχα να πω πολλά.
Πρόκειται για την εκλογή 21 ευρωβουλετών εκ μέρους της Ελλάδας που δίνει την ευκαιρία να γίνει και μια καταγραφή της δυναμικής των κομμάτων.
Πάντα λαμβάνοντας υπόψη τη χαλαρότητα αυτής της ψήφου.
Τελικά , σταδιακά και με άκρα ανευθυνότητα, μετατράπηκε σε «δημοψήφισμα».
Πώς έγινε αυτό;
Ας θυμηθούμε εν τάχει τις εξελίξεις που οδήγησαν ως εδώ: Ο ΣΥΡΙΖΑ, ανυπόμονος, φωνακλάς και με μεγάλη εσωτερική πίεση να «διώξει τα μνημόνια και τους προδότες» χθες ει δυνατόν, δεν είχε άλλη επιλογή: Θα επιχειρούσε να μετατρέψει οποιαδήποτε εκλογική αναμέτρηση σε δημοψήφισμα, τί είχε να χάσει εξάλλου (από ένα σημείο και μετά ο βρεγμένος δε φοβάται τη βροχή).
Ειδικά μάλιστα όταν βλέπει ότι στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές οι υποψήφιοί του θα πάνε πολύ κατώτερα των προσδοκιών.
Μετά, ήρθε ο Βενιζέλος και μας πέταξε στα μούτρα μια απειλή αυτοκτονίας του κόμματός του που απειλούσε ευθέως την ίδια την κυβέρνηση.
Ίσως και να μην είχε άλλη επιλογή, το κόμμα του μακροπρόθεσμα είναι τελειωμένο και το ξέρουν όλοι αυτό – ωστόσο εμείς τί φταίμε;
Και τέλος, βλέπουμε ότι και η ΝΔ σήκωσε το γάντι του «δημοψηφίσματος» και μας απειλεί κι αυτή με αυτοκτονία της κυβέρνησης.
Ειλικρινά, όσο κι αν σπάω το κεφάλι μου, δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί το κάνει.
Μήπως κουράστηκε να κυβερνά;
Ναι, αλλά ο Σαμαράς κάθε άλλο παρά αυτή την εντύπωση δίνει.
Μήπως ξέρει κάτι παραπάνω από τυχόν μυστικές δημοσκοπήσεις;
Ναι αλλά άλλο δείχνει το άγχος των πάντα ηττοπαθών νεοδημοκρατών όποτε αντιμετωπίζουν την πάλαι ποτέ «πασοκαρία» που σήμερα είναι με το ΣΥΡΙΖΑ.
Μήπως απλώς κοιτά να συσπειρώσει όσο γίνεται περισσότερο τους δικούς του ασχέτως ποιος θα είναι πρώτος ενόψει της «Νέας Ελλάδας»;
Ναι αλλά αξίζει τον κόπο να μπει όλη η χώρα σε περιπέτειες;
Δυστυχώς σύμφωνα με όσους μας κυβερνάνε και με όσους δηλώνουν έτοιμοι να μας κυβερνήσουν, η απάντηση είναι καταφατική.
Από κει και πέρα, δε μένει να ελπίζουμε σε πολλά: Προσωπικά ελπίζω ότι ο κόσμος δε θα πιστέψει αυτά τα διλλήματα όσο ελπίζουν οι ανωτέρω κι αν το κάνει τουλάχιστον θα φροντίσει η επιλογή του να είναι η λιγότερο κακή.
Γιατί, λυπάμαι που το λέω κι ας στεναχωρήσω πολλούς φίλους μου εκατέρωθεν, μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει «καλή» επιλογή, παρά μόνο η λιγότερο κακή.
5.  Και κάτι τελευταίο, αυτή τη φορά προς τους κεντροδεξιούς φίλους μου.
Το έχουμε εμπεδώσει, εγώ μάλιστα έχω γράψει πολλές φορές γι’ αυτό, ότι ο κεντροαριστερός πυλώνας του ελληνικού πολιτικού συστήματος έχει τα χάλια του. Πολυδιάσπαση κι αδυναμία προσαρμογής στα δεδομένα της εποχής έχουν επιτρέψει τη μερική άλωσή του από ένα ακραίο και ακατάλληλο για οποιαδήποτε υπευθυνότητα κόμμα. Ωστόσο, μη νομίζετε ότι η κεντροδεξιά είναι σε καλύτερη κατάσταση.
Δύο πράγματα τη διασώζουνε ως τώρα, η εξουσία και η παρουσία Σαμαρά.
Και ένα τρίτο, μικρότερο αλλά εξίσου σημαντικό: Η ανοχή πολλών κεντροαριστερών ελλείψει σοβαρής εναλλακτικής λύσης που να βγάζει κυβερνητική πλειοψηφία.
Αυτή η ανοχή όμως δεν μπορεί να είναι δεδομένη, ούτε αιώνια.
Ειδικά όταν όλους αυτούς τους ανθρώπους επιμένετε να τους κουράζετε και να τους εκνευρίζετε με τους πάσης φύσεως Μπαλτάκους αλλά και Ζαγορίτιδες και λοιπούς μαυρογιαλούρους.




Ή λοιπόν θα βρείτε τρόπο να τα αλλάξετε αυτά ή θα βρείτε τρόπο να ξαναμαζέψετε τους τέως ψηφοφόρους σας που αφού ψήφισαν τους ψεκασμένους και τους ναζί τώρα ψηφίζουν μέχρι και ...ΣΥΡΙΖΑ για να φύγουν οι «προδότες». 
Αν το πετύχουν, λυπάμαι που σας το λέω, αλλά οι κυρίως υπεύθυνοι θα είστε εσείς.
Αυτά για τώρα.
Υπόσχομαι την επόμενη εβδομάδα να αφιερώσω ένα άρθρο για τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Δε θα το ήθελα, αλλά μια και πάμε αναγκαστικά σε μια τέτοια «λογική», νομίζω ότι θα πρέπει να διευκρινιστούν και εκεί ορισμένα πράγματα – διότι έχω βαρεθεί να διαβάζω ακόμα κι από υποτιθέμενα ειδικούς επιεικώς απίθανα πράγματα.

Ο Παραβάτης















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου