Πριν από καιρό, σε ένα μπαρ των Εξαρχείων, μια
παρέα δικηγόρων του
«αντιεξουσιαστικού» χώρου με ρώτησαν, με αυτάρεσκο ύφος, «αν γαμάμε εμείς οι
φιλελέδες».
Το θράσος και η χυδαία εκφορά του λόγου
φανερώνουν την έλλειψη κοινωνικής αγωγής ―την οποία οι αναρχοφασίστες και,
προφανώς, οι συνήγοροί τους θεωρούν περιττή ή ιδεολογικά απαράδεκτη―
καθώς ένα βαθιά νοσηρό σύμπλεγμα ανωτερότητας: όποιος δεν είναι
αναρχοφασίστας, δεν χαίρεται τη ζωή· η ύπαρξή του είναι ασήμαντη, μονότονη κι
αδιάφορη. Τουναντίον, η ζωή των αντιεξουσιαστών είναι, υποτίθεται, ένα
διαρκές πάρτι, γεμάτο άγριες συγκινήσεις…
Πολλοί άνθρωποι έχουν πιστέψει αυτό το παραμύθι,
εξού και το δέος που νιώθουν συχνά μπροστά στην αριστερή τρομοκρατία: πλην
όμως, όποιος μελετήσει τον βίο των αναρχικών ―από τις ένοπλες ομάδες ανταρτών
πόλης μέχρι τα ηλίθια παιδιά που «καταγγέλλουν» τους μίζερους μικροαστούς
κατοίκους στη συνοικία του Πεδίου του Άρεως― θα διαπιστώσει την άχαρη
καθημερινότητά τους: αεργία, πνευματική οκνηρία· παραδοσιακές δομές στο
εσωτερικό των ερωτικών σχέσεων· υστερικός ακτιβισμός· και, μια φορά την
εβδομάδα, πράγματι, ένα πάρτι· είτε με μουσικά συγκροτήματα, είτε με
βανδαλισμούς και επιθέσεις. Ραντεβού γωνία Τοσίτσα και Μάρνη. Σάββατο βράδυ στο
κέντρο της πόλης.
Ο μισανθρωπισμός είναι πηγή ―όχι αποτέλεσμα― της
ασχήμιας και της δυστυχίας: οι αναρχοφασίστες εμφορούνται από αόριστο, αλλά
διάχυτο, αίσθημα αδικίας και πραγματώνονται μέσω της καταστροφής και της
εκδίκησης.
Ως κοινότητα μίσους δεν περιορίζονται εναντίον
του κράτους, το οποίο φαντάζονται σαν ένα λαβύρινθο από σκοτεινούς
διαδρόμους όπου οι «φύλακες» σε δέρνουν για να σε κάνουν τυφλό όργανό τους·
επεκτείνονται εναντίον όλων όσοι ξυπνούν το πρωί να πάνε στη δουλειά τους, για
να δημιουργήσουν κάτι, για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Ο ξέφρενος ακτιβισμός
έχει στόχο οποιονδήποτε είναι διαφορετικός από αυτούς: να, επί τη ευκαιρία, μια
σαφής περίπτωση ρατσισμού και προτροπής σε βία.
Ο μηδενισμός είναι, φυσικά, παλιός όσο ο κόσμος.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς επιζεί ένας τέτοιος αναχρονισμός. Και πώς στην
Ελλάδα κάνει τόσο σαματά μια αμελητέα μειοψηφία παίρνοντας διαστάσεις
κοινωνικού φαινομένου ανάμεσα στη φαιδρότητα και τον κίνδυνο του εκφασισμού.
(Έτσι κι αλλιώς ο φασισμός είχε πάντοτε κάτι γελοίο). Όταν δεν εφαρμόζονται οι
νόμοι, όπως συνέβαινε ανέκαθεν ―με τη
διαφορά ότι τώρα οι θεωρητικοί της ανομίας βρίσκονται στην κυβέρνηση― οι
ψυχικές διαταραχές εκφράζονται ελεύθερα και, όχι σπάνια, γίνονται αντικείμενο
περισπούδαστων ερμηνειών. Δεν τίθεται ζήτημα ερμηνείας, τίθεται ζήτημα
αναγνώρισης και αντιμετώπισης του προβλήματος.
Η μανία εναντίον της ομορφιάς και της τάξης
επικεντρώνεται σε κάθε μορφής εξουσίας και αυθεντίας· με πιθανή εξαίρεση την
οικογενειακή εξουσία: πολλοί αναρχικοί είναι μαμμόθρεφτα. Ό,τι και να είναι,
ζουν σ’ έναν κόσμο στον οποίον δεν μπορούν να προσδώσουν νόημα.
Ζητούν ελευθερία αλλά δεν ξέρουν τι να την
κάνουν· δεν διαθέτουν έλλογα στοιχεία ώστε να ζήσουν ως ελεύθερα άτομα.
Απαιτούν να κάνουν οτιδήποτε επιθυμούν χωρίς να υπάρχει νόημα σε αυτό που
επιθυμούν.
Οι μηδενιστές τύπου Νετσάγεφ και Καρακόσοφ
μιλούσαν για μαζικές εκτελέσεις ανθρώπων άνω των είκοσι πέντε ετών ώστε να
ξεμαγαρίσει η ανθρωπότητα από το γηραλέο πνεύμα.
Επανέρχομαι στο ζήτημα του σεξ για το οποίο
ρωτήθηκα. Αν κατάλαβα καλά, οι αναρχικοί απολαμβάνουν το σεξ ενώ εμείς οι
υπόλοιποι δεν τα καταφέρνουμε και τόσο καλά. Από πού προκύπτει αυτό το
συμπέρασμα; Ίσως από την υπόθεση ότι οι αναρχικοί είναι «ελεύθεροι» ενώ οι
μίζεροι μικροαστοί έχουν αναστολές, πουριτανικά κατάλοιπα, «ταμπού». Πρόκειται
για μια αυθαίρετη ιδέα που δεν μπορεί να στηριχθεί λογικά.
Αν οι αναρχικοί κάνουν σεξ μόνο με αναρχικούς,
πώς εκφέρουν γνώμη για τη σεξουαλική συμπεριφορά των «φιλελέδων»; Με ποιο τρόπο
άραγε οι «φιλελέδες» φαίνονται, στα μάτια τους, αποξενωμένοι από το σεξ;
Αν έχει κάποια σημασία πάντως, αυτή θέαση είναι
αμοιβαία: δυσκολευόμαστε να φανταστούμε αναρχικούς, άπλυτους, επιθετικούς και
ανόητους, να απολαμβάνουν το σεξ. Δεν είχα αναρωτηθεί μέχρι τώρα (μεγαλοφώνως
τουλάχιστον) για τη σεξουαλική ζωή των αναρχικών, αλλά η μυθολογία περί
μικροαστικής μιζέριας με οδηγεί στο να το κάνω. Όχι ότι με ενδιαφέρει: φρονώ
ότι προβληματικά μαμμόθρεφτα έχουν πολλές πιθανότητες να εξελιχθούν σε
προβληματικά σεξουαλικά υποκείμενα. Σίγουρα υπάρχουν εξαιρέσεις.
Δράττομαι λοιπόν της ευκαιρίας να απαντήσω σ’
εκείνη την ερώτηση: «Μα, ναι, λοιπόν, όλα πηγαίνουν θαυμάσια. Όπως πάντοτε. Σεξ
και ντραγκς και ροκ εντ ρολ. Εντάξει, αφαιρώ τα ντραγκς.»
Σώτη Τριανταφύλλου
Εξαισιο!!! Αναρχικοί και Σεξ. Κρατείστε το.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ σωστά. Οι πιο πεινασμένοι είναι αυτοί που κοκορεύονται πιο πολύ. Ίσα ίσα που η υπερβολική αγαμία είναι άλλωστε αυτή που οδηγεί κάποιον στην «επαναστα».
ΑπάντησηΔιαγραφή