Η μπάλα είναι συναρπαστική και μπορεί να σε
ρουφήξει όπως ελάχιστα άλλα πράγματα, γιατί το άθλημα (α΄) είναι συγκλονιστικά
απλό και πανεύκολο να το παίξεις παντού και πάντα, γιατί (β΄) αναφορικά με τους
παίκτες είναι άθλημα της ισότητας, απολύτως *κομουνιστικό* (όλα τα άλλα
απαιτούν συγκεκριμένες δεξιότητες σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, η μπάλα απλώς την
ισότιμη παρουσία σου: ένας μεγάλος αθλητής άλλου αθλήματος…
πέστε ο Τζόρνταν, δε μπορεί να παίξει μπάλα --
όσο και να τον στύψεις στην προπόνηση, όσο και να εξασκηθεί, θα στολίζει διά
παντός τον πάγκο -- η μπάλα, μ' όλους της τους αστέρες, είναι γέννημα-θρέμμα
τού καθενός, γέννημα-θρέμμα των λαϊκών ανθρώπων, των αντρών απ' την κακοφωτισμένη
πλευρά τής πόλης)…
γιατί (γ΄) είναι το πιο αμφίρροπο άθλημα (στο
μπάσκετ, π.χ., η πιο καλή ομάδα θα κερδίσει πάντα -- δεν έχει εξαιρέσεις: στη
μπάλα μπορούν να 'ρθουν τα πάνω-κάτω), γιατί (δ΄) μπορεί να σε στείλει από τη
μια στιγμή στην άλλη σε άλλο, τελείως άλλο, συναισθηματικό περιβάλλον: να σε
πάρει από μέσα βαθιά απ' το χώμα και να σε πετάξει στους ουρανούς -- αλλά και
το αντίθετο, που για κάποιον περίεργο λόγο γίνεται επιθυμητό, εγγράφεται τρόπον
τινά στα γονίδιά σου, και γιατί (ε΄) ως αποτέλεσμα κυρίως των προηγούμενων
χαρακτηριστικών του, δημιούργησε από το μηδέν (από το μηδέν όμως) ομάδες,
κλαμπ, συλλόγους, μονοθεϊστικές θρησκείες, σέχτες όπου άπαξ και έμπαινες δε
γινόταν, δε γίνεται και δε θες να βγεις μέχρι να πεθάνεις.
Ή και πιο μετά. Αυτό, τέλος πάντων, που έλεγα
και πριν για τα γονίδια.
Χωρίς το πάθος, το δέσιμο, την τυφλότητα
των οπαδών, το ποδόσφαιρο *δε* θα ήταν ο Βασιλιάς των Σπορ.
Όχι σαν συνέχεια αλλά σαν σοβαρή παρωδία τού
πολέμου με άλλα μέσα (όπως ο λεγόμενος κλασικός αθλητισμός, που εξελίχθηκε διά
τού καθαυτό πολέμου -- όλα τα αθλήματα, από τον δρόμο ώς το κοντάρι, κι από την
πάλι ώς τις αρματοδρομίες, αναδείκνυαν προσόντα μαχητών, οπλιτών), σε επίπεδο
εθνικών ομάδων προφανώς και συναρπάζει, όχι μόνο όσους χαίρονται με τις
επιτυχίες της χώρας τους σε τέτοια ταπεινά επίπεδα (για τον πολιτισμό, μια
τέτοια επιτυχία δε σημαίνει το παραμικρό, δε θα καταγραφεί ποτέ ούτε σε
υποσημείωση), αλλά και τους ποδοσφαιρόφιλους που είτε λατρεύουν σπουδαίους
παίκτες, παίκτες «παγκόσμιας κλάσης», είτε θαυμάζουν ποδοσφαιρικές σχολές --κι
ας μην υπάρχουν πια (γιατί δεν υπάρχουν πια, παρά μόνο σαν φολκλόρ)--, είτε και
τα δυο.
Προσωπικά, φύση μονοθεϊστική, έχω πάψει από πολύ
μικρή ηλικία να ενδιαφέρομαι πολύ για τα εθνόσημα στις φανέλες (μόνο ΑΡΗΣ,
τίποτ' άλλο), και λίγο πιο μεγάλος με τσάντιζε η αχαλίνωτη λαχτάρα για
υποκλίσεις στη σημαία, που εν πολλοίς ευθύνεται για την τόνωση ή/και την έξαρση
εθνικιστικών-ρατσιστικών χαρακτηριστικών.
Λίγη σημασία έχει.
Σήμερα ξεκινάει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, θα μας
αναστατώσει, θα ρίξει στα μαύρα πανιά κάτι δισεκατομμύρια κόσμο, θα συναρπάσει
πολύ περισσότερους, και θα χαροποιήσει όσο λίγα άλλα πράγματα στον κόσμο ένα
έθνος και όσους άλλους «ταυτίζονται» με την ιστορία τής εθνικής του.
Καλό Μουντιάλ, είμαστε εν πλήρει συνειδήσει με
την Ουρουγουάη, μακάρι να το σηκώσει.
Όχι μόνο γιατί εκεί γεννήθηκε το τάνγκο (και όχι
στις Αργεντινές, στα ρυπαρά σοκάκια τού Μοντεβιδέο, εκεί στο λιμάνι σκίζαν οι
προαγωγοί με τη φαλτσέτα τα φουστάνια των κοριτσιών να φαίνεται το πόδι), αλλά
γιατί οι τύποι είναι ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΟΙ ΜΕ ΤΗ ΜΠΑΛΑ όσο δέκα Βραζιλίες μαζί.
ΥΓ. Καλή και γρήγορη προσγείωση στην Εθνική
Ελλάδος στο ΕλΒέλ.
Κυριάκος Αθανασιάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου