18.4.16

Κοκό Σανέλ και Γ΄ Ράιχ…



Η ιστορία του πώς η Γκαμπριέλ Σανέλ, γνωστότερη ανά τον κόσμο ως «Κοκό», δημιούργησε την αυτοκρατορία του Οίκου μόδας Σανέλ έχει γραφεί πολλές φορές τον τελευταίο μισό αιώνα και η πορεία της από την απόλυτη φτώχεια στα αμύθητα πλούτη είναι τόσο γνωστή, όσο και το άρωμα Σανέλ Νο 5 στο τετράγωνο γυάλινο φιαλίδιο.




Αυτό που είναι άγνωστο σε σχέση με το παρελθόν της είναι η σκοτεινή περίοδος 1940-1944, περίοδος κατά την οποία η Σανέλ αποδεδειγμένα εργάστηκε για τη υπηρεσία κατασκοπίας του Γ’ Ράιχ (Άμπβερ) με τον κωδικό F7124 και την επωνυμία Γουέστμινστερ...



Οι κατά καιρούς βιογράφοι της, διόλου ευκαταφρόνητοι σε αριθμό, περιγράφουν μια δυστυχισμένη προσωπικότητα γεμάτη πολύπλοκες αντιφάσεις, το μεγαλύτερο ταλέντο της οποίας φαίνεται πως ήταν η δαιμόνια δημιουργικότητα και το υψηλότερο προϊόν της η μοναδικά επιδέξια αυτοπαρουσίαση του ίδιου της του εαυτού.
Η Κοκό Σανέλ υπήρξε πετυχημένη και στυγνή επιχειρηματίας, αδιάντροπη καιροσκόπος, αμετροεπώς φαντασμένη σε βαθμό γελοιότητας, ακραία ομοφοβική, μορφινομανής, ενώ μισούσε θανάσιμα τους Εβραίους. Ακριβώς τα παραπάνω χαρακτηριστικά, ενδιαφέροντα από μόνα τους από κλινικής απόψεως, τυχαίνει να ταιριάζουν απόλυτα με το ψυχολογικό προφίλ των εν δυνάμει συνεργατών στις υπό κατοχή χώρες που είχε καταρτίσει ο θεωρητικός του ναζισμού Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ. Πιθανώς, δε, εξηγούν το πώς η Κοκό Σανέλ στρατολογήθηκε από τους Γερμανούς για τη διενέργεια υψηλών επαφών και την αλίευση πληροφοριών στην κατεχόμενη Γαλλία και Ευρώπη.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η Σανέλ γεννήθηκε το 1883 σε ένα πτωχοκομείο στο Σομύρ της Γαλλίας και μεγάλωσε στο καθολικό ορφανοτροφείο του Ομπαζίν όπου παρέμεινε ως τα δεκαοχτώ της χρόνια. Τα χρόνια της πλήρους ένδειας είχαν ως αποτέλεσμα τον μόνιμο φόβο της Σανέλ ότι τα πάντα στη ζωή της μπορούσαν να χαθούν ανά πάσα στιγμή. Ταυτόχρονα, ο Αμερικανός ιστορικός Χαλ Βον, στο βιβλίο του Νύχτες με τον εχθρό περιγράφει ότι την ίδια εποχή η νεαρή Σανέλ είχε αποφασίσει ότι θα ανερχόταν κοινωνικά με κάθε τίμημα. Η ευκαιρία που έψαχνε ήρθε σχετικά γρήγορα, όταν αποπειράθηκε να τραγουδήσει σε ένα νυχτερινό κέντρο στην πόλη Μουλέν, όπου σύχναζαν αξιωματικοί του γαλλικού ιππικού. Ένας από αυτούς, ο αριστοκρατικής καταγωγής Ετιέν Μπαλσάν, την εγκατέστησε ως ερωμένη του στο κάστρο του στην Κομπιέν και η 23άχρονη Σανέλ δεν ξανακοίταξε πίσω. Αποφασισμένη να ανέλθει και να ζήσει τη μεγάλη ζωή, εγκατέλειψε τον Μπαλσάν για τον φίλο του και κατά τι πλουσιότερο, Άγγλο ευγενή Άρθουρ Κέιπελ, ο οποίος τη βοήθησε οικονομικά να ανοίξει το πρώτο της κατάστημα με καπέλα και φορέματα στο Παρίσι. 




Από το 1910 που άνοιξε το πρώτο κατάστημα «Μόδες Σανέλ» ως το 1935, η Σανέλ, που είχε, πλέον, το ψευδώνυμο «Κοκό» (κατά κάποιους εμπνευσμένο από ένα αγαπημένο τραγούδι, κατά άλλους από την άφθονη κοκαΐνη που υπήρχε στα πάρτι της), είχε δημιουργήσει έναν κολοσσό στον χώρο της μόδας με τέσσερις χιλιάδες υπαλλήλους και μια περιουσία που ανερχόταν στα 75 εκατ. δολάρια (αντίστοιχης αξίας του 2011).
Τα χρόνια του μεσοπολέμου, η Σανέλ είχε μια 10ετή σχέση με τον δούκα του Γουέστμινστερ, Χιου Γκρόσβενορ ή «Μπέντορ», έναν από τους πιο διαβόητους αντισημίτες στη Βρετανία, και έκανε παρέα με τη βρετανική ελίτ (όπως τον Ουίνστον Τσόρτσιλ και τον Εδουάρδο τον 8ο, πρίγκηπα της Ουαλίας) και με Ρώσους αριστοκράτες (γνωστούς για το μίσος τους κατά των Εβραίων) που είχαν εκδιωχθεί από τη Ρωσία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Προφανώς, ο δηλητηριώδης αντισημιτισμός της είχε την αφετηρία του στη συγκεκριμένη περίοδο και εντεινόταν τα μάλα από το γεγονός ότι, μετά από μια κακή επιχειρηματική της κίνηση, οι εβραϊκής καταγωγής αδελφοί Βερτχάιμερ έπαιρναν το 70% των πωλήσεων του αρώματος Νο 5. Επιπλέον, η Σανέλ πίστευε ακράδαντα στη υποτιθέμενη ιουδεομπολσεβίκικη συνωμοσία κατά της Ευρώπης, την ιδεολογική βάση του προληπτικού πολέμου των ναζί και δεν θα αργούσε να «θέσει εαυτόν υπέρ του Αρείου αγώνα».
Με την κήρυξη του Β’ΠΠ, η Κοκό Σανέλ προέβη σε μια συμβολική κίνηση με πολιτικό περιεχόμενο, που ήταν να κλείσει όλα ανεξαιρέτως τα καταστήματα μόδας της στη Γαλλία, απολύοντας όλο το προσωπικό τους, και να πάρει έτσι την εκδίκησή της κατά των συνδικαλιστών εργαζομένων «που της είχαν κοστίσει τόσα χρήματα κατά τη γενική απεργία του 1936».
Την ίδια περίοδο μετακόμισε στο ξενοδοχείο Ριτζ στο Παρίσι, όπου την βρήκε η γερμανική νίκη κατά της Γαλλίας το 1940 και στο οποίο θα διέμενε καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής. Ω, σύμπτωση, το εν λόγω ξενοδοχείο έγινε το επιλεγμένο κατάλυμα των ανώτατων αξιωματικών των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων που στάθμευαν στο Παρίσι. Η ίδια η Σανέλ δεν άργησε να επιδοθεί σε αυτό που οι Γάλλοι ονόμασαν δηκτικά collaboration horizontale (οριζόντια συνεργασία) με τον κατά δεκατρία χρόνια νεώτερό της, βαρώνο Χανς φον Ντίνκλαγκε, επικεφαλής αξιωματικό της Άμπβερ στο Παρίσι, και κάπου στα μέσα του ’41 έκανε το ποιοτικό άλμα και στρατολογήθηκε από τη γερμανική κατασκοπία, η οποία εκτιμούσε πως οι προπολεμικές διασυνδέσεις της Σανέλ στη Βρετανία μπορούσαν να αξιοποιηθούν για ανεπίσημες επαφές μεταξύ των εμπολέμων.
Αρχικά, η Σανέλ θα χρησιμοποιήσει τις νέες της επαφές με τις αρχές κατοχής για να απελευθερώσει τον ανιψιό της, Αντρέ Παλάς, από τη φυλακή και για να εκμεταλλευτεί τη ναζιστική νομοθεσία για να αρπάξει την περιουσία των αδελφών Βερτχάιμερ. Εκεί, βέβαια, ατύχησε, διότι οι Βερτχάιμερ, όντας Εβραίοι, είχαν ήδη μεταβιβάσει ολόκληρη την περιουσία τους στον χριστιανό συνεταίρο τους. Η Σανέλ θα βοηθήσει τον Γάλλο συνεργάτη των Γερμανών Λουί ντε Βοφρλάντ «να εντοπίσει άντρες και γυναίκες που θα μπορούσαν να δουλέψουν για τους Γερμανούς» και το 1943 θα ταξιδέψει στο Βερολίνο όπου θα συναντηθεί με τον Χάινριχ Χίμλερ και το δεξί του χέρι σε θέματα κατασκοπίας, Βάλτερ Σέλενμπεργκ. Καρπός αυτής της συνάντησης θα είναι η επιχείρηση «Μόντελχουτ» που έλαβε χώρα στις αρχές του ’44. 




Σύμφωνα με τα γερμανικά αρχεία, η Σανέλ ταξίδεψε στη Μαδρίτη, όπου συνάντησε τον Βρετανό πρέσβη και του έδωσε ένα γράμμα από την ηγεσία των Ες Ες που απευθυνόταν στον Ο. Τσόρτσιλ και πρότεινε χωριστή ειρήνη με τους Βρετανούς. Η αποστολή μπορεί τελικά να απέτυχε, η Σανέλ όμως είχε καταλάβει προς τα πού φυσούσε ο άνεμος και, με την επιστροφή της στη Γαλλία, θα καταδώσει στη γαλλική αντίσταση και στον κατά καιρούς εραστή της, Πιέρ Ρεβερντί, τον συνεργάτη της, Βοφρλάντ.
Η ίδια θα πέσει στα μαλακά μετά την απελευθέρωση, το πιο πιθανό με την προσωπική παρέμβαση του Ο. Τσόρτσιλ και θα μετακομίσει στην Ελβετία όπου θα μείνει ως το 1954.
Χαρακτηριστικά, στη δίκη του Βοφρλάντ το ’49, όπου κλήθηκε ως μάρτυρας, η Σανέλ αρνήθηκε κάθε κατηγορία συνεργασίας με τους Γερμανούς και σε ερώτηση του προέδρου απάντησε με περισσό θράσος: «Αν θέλετε οτιδήποτε, ρωτήστε τον Νταφ Κούπερ», αναφερόμενη στον στενό συνεργάτη του Τσόρτσιλ και πρέσβη της Βρετανίας στη μεταπολεμική Γαλλία. Ίσως, μέγιστη απόδειξη της συνεργασίας της με τον Βάλτερ Σέλενμπεργκ, αποτελεί το γεγονός ότι όταν αυτός αποφυλακίστηκε λόγω ασθενείας το 1951 και κατέφυγε στην Ιταλία, η Σανέλ πλήρωσε από τον προσωπικό της λογαριασμό όλα τα έξοδα της παραμονής του στο νοσοκομείο, αλλά και κατόπιν της κηδείας του.
Όταν τα απομνημονεύματα του Σέλενμπεργκ δημοσιεύτηκαν το 1952, το όνομα Σανέλ απουσίαζε παντελώς και η Κοκό θα επέστρεφε ανεμπόδιστα στη Γαλλία για να ανασυστήσει με επιτυχία τον οίκο μόδας της, αλλά και να πουλήσει τον προσωπικό της μύθο.

Κωνσταντίνος Μαυρίδης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου