3.2.18

Προς Ρουβίκωνες και κουκουλοφόρους…

Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, δεν τολμώ να υποδείξω σε κανέναν να πάει ή να μην πάει. Ολοι έχουν πάρει τις αποφάσεις τους. Οποιαδήποτε πρόταση προς τρίτον εμπεριέχει βία. Φραστική και ιδεολογική. Αλλο πράγμα με ενδιαφέρει, όμως, αυτές τις δύσκολες στιγμές πια. Δεν με ενδιαφέρουν οι χαρακτηρισμοί. Δεν με απασχολούν οι επιθετικοί προσδιορισμοί γι’ αυτούς που θα πάνε και γι’ αυτούς που θα μείνουν σπίτι τους.





Πολύ λίγο με ενδιαφέρει η ανταλλαγή ύβρεων. Στα μεγάλα γεγονότα ή στα μικρά, που σημαδεύουν ιστορικές εξελίξεις, τα προτελευταία λόγια πολύ λίγο μετράνε. Τα τελευταία ζυγίζουνε πιο βαριά. Αυτό, όμως, που με απασχολεί και με βασανίζει είναι η ανοχή -πολιτική, ιδεολογική και δικαστική- απέναντι σε φαινόμενα αναβίωσης της πρακτικής και της λογικής του «δεξιού μετεμφυλιακού παρακράτους». Οφείλω να το εξηγήσω αμέσως…


Οι πιο παλιοί θυμόμαστε τη μέθοδο και τον τρόπο που αντιμετώπιζε το μετεμφυλιακό δεξιό παρακράτος την ανερχόμενη δύναμη της ηττημένης στρατιωτικά Αριστεράς. Και, κυρίως, την κινηματική λειτουργία της. Η Αριστερά μάζευε κόσμο προδικτατορικά. Πολύ μεγαλύτερο και πιο πλατύ από την εκλογική της απήχηση και αποτύπωση. Με πάμπολλες αιτίες και αφορμές. Η πιο συχνή; Η Ειρήνη, η «συνεργασία μεταξύ των λαών» μέσα σ’ έναν διπολικό, ψυχροπολεμικό κόσμο. Και ο πολιτισμός! Στις «παρελάσεις» και στις μεγάλες μαζικές λαϊκές συνάξεις τρέχανε χιλιάδες συμπολίτες μας. Απ’ όλους τους πολιτικούς χώρους. Για να διατρανώσουν την ειρήνη. Και την απόλαυση απ’ τη γεύση στα ανεκτίμητα αγαθά του πολιτισμού.
Τι είχαν φοβηθεί και σκεφθεί οι «παρακρατικοί» του μετεμφυλιακού κράτους; Ο φόβος τους; Μήπως και μέσα από τη συνοδοιπορία αυτή και την προσωρινή συνεύρεση η κουμμουνιστική Αριστερά θα στράτευε περισσότερους οπαδούς και «στρατιώτες». Και, τελικά, μαχητές. Και το φρικτό σχέδιό τους; Η δημιουργία αντισυγκεντρώσεων με επεισόδια σε βάρος των πιο αθώων. Για να φοβίσουν τον απλό νοικοκύρη.
Διάβασα, όπως και άλλοι συμπολίτες μας, ανακοινώσεις μελών (πρώην ή νυν, δεν έχει σημασία) του «Ρουβίκωνα», αλλά και άλλων στοιχείων του αντεξουσιαστικού χώρου. Προαναγγέλλουν αντισυγκεντρώσεις για το συλλαλητήριο της Κυριακής. Ακόμα και στα «ιερά» Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και υπαινίσσονται επεισόδια. Και αίμα.
Ως εδώ καλά, θα μπορούσε να ισχυριστεί ένας ήρεμος πολίτης. Μολονότι θορυβώδης, όλος αυτός ο χώρος παραμένει στο ιστορικό και πολιτικό περιθώριο της χώρας μας. Αυτό που ξεχωρίζει με το μέτρο των πολιτικών και ιστορικών ευθυνών είναι το γεγονός ότι ο φιλοκυβερνητικός τύπος έδωσε μεγαλύτερη δημοσιότητα σ’ αυτές τις ανακοινώσεις απ’ ό,τι στο ίδιο το συλλαλητήριο. Και δεν βγήκε ούτε μία λέξη από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο για να αποδοκιμαστεί αυτό το φαινόμενο. Και να αντιμετωπιστεί πρακτικά.
Ομολογώ ότι θύμωσα. Αγανάκτησα! Και ταξίδεψα πάλι πίσω. Στα προδικτατορικά χρόνια. Και στα χρόνια της δικτατορίας. Σε κάθε προαναγγελία της Αριστεράς για σύγκληση συγκέντρωσης ή συλλαλητηρίου η Αστυνομική Διεύθυνση της Αθήνας εξέδιδε μια πανομοιότυπη κάθε φορά ανακοίνωση: «Οι Αρχές έχουν πληροφορίες ότι κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης (ή του συλλαλητηρίου) διάφορα αναρχικά στοιχεία θα προκαλέσουν επεισόδια, θα προκληθούν καταστροφές και θα χυθεί αίμα». Και για να μη διαψευσθούν οι κρατικοί κασσανδρισμοί, το μετεμφυλιακό δεξιό παρακράτος αναλάμβανε στην πράξη την εκπλήρωση της προφητείας. Κορυφαίο ιστορικό παράδειγμα η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη κατά τη διάρκεια λαϊκής συγκέντρωσης για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη.
Σε τίποτα δεν υστέρησε στον ίδιο τομέα και η δικτατορία. Δεν θα ξεχάσω την ταυτόσημη προειδοποίηση του υπουργού, τότε, Προπαγάνδας την ημέρα του τελευταίου ταξιδιού του Γέρου της Δημοκρατίας, του Γιώργου Παπανδρέου. Κανένα επεισόδιο δεν δημιούργησε ο δημοκρατικός λαός τότε. Τα μόνα επεισόδια προκλήθηκαν από τις δυνάμεις «Ασφάλειας και Τάξης».
Κανένας δεν μπορεί να εμποδίσει την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και κορυφαία στελέχη της να ισχυρίζονται ότι η κυβερνώσα ομάδα αποτελείται από αριστερούς.
Το ερώτημα, όμως, είναι αμείλικτο. Δεν έχουν διδαχθεί τίποτα; Δεν έχουν αφομοιώσει τους μεγάλους ιστορικούς νόμους και αναντικατάστατες εμπειρίες;
Οι ίδιοι δεν τα έζησαν και, προφανώς, δεν τα βίωσαν. Δεν τους μεταλαμπαδεύτηκε η ιστορική γνώση της προηγούμενης γενιάς; Δεν επεδίωξαν να μεταλάβουν από τις ατόφιες πηγές της ιστορίας; Επιτέλους, δεν σκέπτονται πώς θα αφιππεύσουν;


Αντώνης Βγόντζας 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου