2.5.16

Τα σταγονίδια του ολοκληρωτισμού…



Η​​ ανιστόρητη δημοκρατία της μεταπολίτευσης καλλιέργησε την ψευδαίσθηση πως ο μόνος κίνδυνος που αντιμετωπίζει είναι τα άρματα μάχης. Τα πραξικοπήματα γίνονται συνήθως νύχτα και κάνουν θόρυβο, αφού την επομένη το πρωί στο ραδιόφωνο μεταδίδονται μόνον εμβατήρια.
Αφήστε και το άλλο μεγάλο ταμπού, ότι οι δικτατορίες είναι απαραιτήτως δεξιές, ενώ τις άλλες που δεν είναι δεξιές ακόμη κι αν είναι δικτατορίες δεν τις λέμε έτσι.




Κι αν χαρακτηρίζω ανιστόρητη τη μεταπολιτευτική δημοκρατία, το κάνω διότι ποτέ δεν φρόντισε να συζητήσει δημόσια, ούτε πώς έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ούτε πώς κατέρρευσε το καθεστώς το 1974. Η τρέχουσα άποψη ήταν πως το πραξικόπημα το οργάνωσαν οι Αμερικανοί, οι νεότερες γενιές δεν πιστεύουν ότι τη χούντα την έριξε το Πολυτεχνείο, διότι αυτά τους διδάσκουν οι προοδευτικοί εκπαιδευτικοί. Το «η χούντα δεν έπεσε το ’73» των αγανακτισμένων ψηφοφόρων των Συριζανέλ και των παραφυάδων τους δεν είναι τυχαίο...



Και όμως υπάρχει ένας δρόμος προς τον ολοκληρωτισμό, που δεν προκύπτει ούτε από επανάσταση ούτε από πραξικόπημα. Οταν οι δημοκρατικοί θεσμοί εξασθενούν και όταν η κρίσιμη μάζα των πολιτών χάσει την εμπιστοσύνη της σ’ αυτούς, η διολίσθηση, αφανής, αθόρυβη στην αρχή, κάποια στιγμή εκδηλώνεται. Είναι ένα είδος αυτοάνοσου νοσήματος, όπου τα ίδια τα όργανα στρέφονται εναντίον του οργανισμού για να τον καταστρέψουν. Ο δε οργανισμός, επειδή δεν αναγνωρίζει τον εχθρό, δεν έχει αντανακλαστικά για να αντιδράσει.
Η διολίσθηση περνάει απαρατήρητη επί μακρόν διότι στηρίζεται σε μία κατά βάση συναίνεση. Αυτή που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Η δημοφιλία των εθνικολαϊκιστικών δυνάμεων δεν στηρίζεται σε μια θετική πρόταση για τη χώρα. Δεν μας λένε ποια Ελλάδα προτείνουν. Μας λένε μόνον ποια Ελλάδα δεν θέλουν, την Ελλάδα των μνημονίων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ερώτημα στο περυσινό δημοψήφισμα, το οποίο στηριζόταν στην ασάφεια του «Οχι». Ηταν «Οχι» στην Ευρώπη; Μα όχι βέβαια, έλεγαν οι υποστηρικτές του, και ας ήταν έτσι για τους περισσότερους που ψήφισαν «Οχι». Οταν θέτεις ένα ερώτημα προτάσσοντας την αρνητική απάντηση δεν είσαι υποχρεωμένος να ορίσεις τι είναι αυτό που αρνείσαι. Οταν όμως προτείνεις κάτι, πρέπει να είναι συγκεκριμένο. Και γι’ αυτό το «Οχι» έγινε «Ναι» την επομένη χωρίς να ανοίξει μύτη.
Τις προάλλες, στη διάρκεια της απεργίας των ΜΜΕ, όταν στα περίπτερα δεν έβλεπα εφημερίδες και οι ειδήσεις κυκλοφορούσαν μόνον στο Διαδίκτυο και στις ξένες εφημερίδες, σκέφτηκα πολλές φορές πως κάπως έτσι μπορεί να γίνει η Ελλάδα. Δεν θα έχει συμβεί καμιά καταστροφή, ούτε λοιμός, ούτε καταποντισμός, απλώς μια μέρα θα ξυπνήσω και δεν θα υπάρχουν εφημερίδες στα περίπτερα, η δε τηλεόραση θα μεταδίδει εκπομπές για τα κοάλα και τις αντιλόπες. Ηταν ημέρες κρίσιμες, για το ασφαλιστικό και την αξιολόγηση και παρεμπιπτόντως διεξαγόταν και το συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Μικρό το κακό θα μου πείτε. Τα μάθαμε μετά. Ομως τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε μετά;
Ευτυχώς ήρθε το μετά. Και μάθαμε για το νέο επίτευγμα του κ. Πολάκη, που κατήργησε τον διαγωνισμό για το ΚΕΕΛΠΝΟ, και ακούσαμε την κυρία Αυλωνίτου να δηλώνει ευθαρσώς πως «παίζονται παιχνίδια» και πως εμείς σώσαμε το πτωχευμένο ΔΝΤ. Και μάθαμε πως η αξιολόγηση ακόμη εκκρεμεί. Το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι ότι και τα προσχήματα έχουν καταργηθεί. Και όπως έλεγε ο Μαλρώ, η δημοκρατία είναι τήρηση των προσχημάτων.
Οφείλεται σε άγνοια, σε πολιτική δειλία, σε κουτοπονηριά, το γεγονός ότι για μία ακόμη φορά η χώρα μας είναι απομονωμένη από τους συμμάχους της και κινδυνεύει να βρεθεί εκτός πολιτισμένου κόσμου;
Πρώτη φορά πέρυσι το καλοκαίρι, μετά το φθινόπωρο με την απειλή εξώσεως από τη Σένγκεν, και τώρα και πάλι με το Grexit, περισσότερο απειλητικό παρά ποτέ. Πόσοι όμως μέσα στον κυβερνητικό συνασπισμό εμπνέονται από την προοπτική της απομονωμένης και περίκλειστης Ελλάδας; Ιδίως σε μια ομάδα ανθρώπων που έχουν αποδείξει επανειλημμένως πως την άγνοιά τους, τις γκάφες τους και την κουτοπονηριά τους μπορούν να τις μεταλλάξουν σε πολιτικό σχέδιο. Πόσοι δεν ονειρεύονται να ελέγχουν τα ΜΜΕ και να μην μπορεί κανείς να γελάσει όταν τους ακούει να λένε ότι η Ελλάδα έσωσε το ΔΝΤ;
Συνηθίζουμε στο χειρότερο. Συνηθίσαμε τον έλεγχο κεφαλαίων – εκείνος ο Μάρδας είχε το θράσος να πει ότι δεν τρέχει και τίποτε. Συνηθίσαμε στους ανεξέλεγκτους μετανάστες ανάμεσά μας. Θα συνηθίσουμε και στις εξεγέρσεις τους, μην ανησυχείτε. Κανείς δεν περιμένει το καλύτερο και όλοι είναι προετοιμασμένοι για το χειρότερο. Οι Πολάκηδες που τσαλαπατούν ατιμωρητί τις στοιχειώδεις διαδικασίες, οι συνδικαλιστές που κλείνουν τα Μέσα τα οποία υποτίθεται υπερασπίζονται, και άπειρα ακόμη «σταγονίδια» που έλεγε και ο μακαρίτης ο Αβέρωφ, απομακρύνουν την Ελλάδα μέρα με την ημέρα από την Ευρώπη.
Δεν ισχυρίζομαι ότι η κυβέρνηση των Συριζανέλ έφθειρε τους θεσμούς της δημοκρατίας. Δεν θα ήταν ικανοί ούτε γι’ αυτό. Τους βρήκαν καταπονημένους από τους αλλεπάλληλους κραδασμούς, τον κυνισμό της πολιτικής τάξης και την απάθεια μιας κοινωνίας, η οποία φωνάζει για τη σύνταξη, αλλά αδιαφορεί για τη δημοκρατία. Απλώς οι Συριζανέλ με την ανύπαρκτη γνώση της Ευρώπης και την παιδεία του ολοκληρωτισμού, στα όρια του ιδεασμού, δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να τους τσαλαπατήσουν. Και επαφίενται στον εθισμό στο χειρότερο. Αν συμβεί το μοιραίο θα έχουμε ήδη εθιστεί στην ιδέα και δεν θα γίνει τίποτε;

Τάκης Θεοδωρόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου