17.11.12

ΤΟ ΑΝΟΣΙΟΥΡΓΗΜΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ


Η γενιά που συνδέθηκε όσο καμία άλλη με την διαφθορά και τη σαπίλα της «μεταπολιτευτικής παράγκας» είναι αναφανδόν η επονομαζόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου». Μια γενιά που αυτοαναγορεύτηκε σε ιεραπόστολο της πολυθρύλητης «Αλλαγής» και καθοδηγητή της κοινωνίας στην πολυπόθητη «Γη της Επαγγελίας». 
Οι διαπρύσιοι κήρυκές της ευαγγελίστηκαν με επαναστατική θέρμη την εκ βάθρων αναδιάρθρωση της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής πραγματικότητας.

 Οι θιασώτες της γενιάς αυτής κατόρθωσαν, υποσχόμενοι στους πάντες τα πάντα, πλειοδοτώντας σε λαϊκισμό, επαναστατικές κορώνες και αριστεροφροσύνη, να κατοχυρώσουν για πολλά χρόνια μια ξεχωριστή θέση στη λαϊκή συνείδηση, εξαργυρώνοντάς την είτε με πολιτικές καριέρες, είτε με εξωφρενικά προνόμια και παχυλές απολαβές, είτε με ζηλευτούς θώκους στο δημόσιο βίο. 
 
Ο Νοέμβριος του ’73 απελευθέρωσε μια τρομακτική δυναμική στη βάση της κοινωνίας, της οποίας η ριζοσπαστικοποίηση και ιδεολογικοπολιτική ζύμωση –απόρροια της καταπίεσης και του αυταρχισμού της επταετούς δικτατορίας- είχε ήδη αρχίσει. Παρ’ όλα αυτά, η εξέγερση του Πολυτεχνείου όχι μόνο απέτυχε στον αντικειμενικό της στόχο, να ανατρέψει, δηλαδή, το δικτατορικό καθεστώς αλλά ενέτεινε έτι περαιτέρω τον αυταρχισμό και την αυθαιρεσία της χούντας. Επομένως, εάν επιζητούμε την αλήθεια και επιθυμούμε να είμαστε ιστορικά ακριβείς οφείλουμε να συνταχθούμε με την άποψη ότι η εξέγερση του ’73 δεν «έριξε» -όπως πολλοί εγκάθετοι της Αριστεράς διακηρύσσουν- το καθεστώς των συνταγματαρχών αλλά μάλλον αποτέλεσε τη θρυαλλίδα που πυροδότησε μια σωρεία αρνητικών γεγονότων με τραγική απόληξη την εισβολή του «Αττίλα» στην Κύπρο και την διχοτόμηση της από τους ισλαμοφασίστες.
Οι πρωταγωνιστές, λοιπόν, αυτών των γεγονότων αναδείχθηκαν σε λαϊκούς ήρωες, έγιναν τραγούδι στα χείλη του Λαού, ανακηρύχθηκαν σε εμβληματικές προσωπικότητες και τελικά εξυψώθηκαν στη σφαίρα της λαϊκής μυθοπλασίας. Τηρουμένων των αναλογιών, ο Νοέμβριος του ’73 παραλληλίστηκε – και ενίοτε εξομοιώθηκε- με τον γαλλικό Μάη του ’68. Κι όμως ακόμα κι αυτός ο Μάης του ’68 –με την ένταση του- δεν κατόρθωσε να επιβάλλει μια συγκεκριμένη πολιτική τάξη. Στην ελληνική κοινωνία αντίθετα, τέθηκαν οι βάσεις για την ιδεολογική, πολιτική και πολιτιστική κυριαρχία της περιώνυμης γενιάς του Πολυτεχνείου.
Στις 18/10/1981 ο απερχόμενος πρωθυπουργός Γ. Ράλλης μετά το εκλογικό αποτέλεσμα είχε προβεί σε μια προφητική δήλωση. Διασχίζοντας το μέλλον, που εν τέλει τον επιβεβαίωσε πανηγυρικά, δήλωνε: «Σε μια Δημοκρατία ο Λαός αποφασίζει κυριαρχικά. Και ο ελληνικός Λαός απεφάσισε. Η ετυμηγορία του είναι για όλους σεβαστή. Δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη επιλογή. Εύχομαι, όμως, ο Λαός να μην χρειαστεί να το μετανιώσει». Εκείνη ακριβώς την ημέρα η γενιά που έμελλε να ενσαρκώσει το ψευδεπίγραφο σύνθημα της «Αλλαγής» κατελάμβανε εν χορδαίς και οργάνοις την εξουσία. Πράγματι, η «Αλλαγή» επήλθε σε κάθε τομέα. Και απέτυχε σε όλους οικτρά! Όλα άλλαξαν… αλλά προς το χειρότερο!
Οικοδομώντας το πολιτικό τους προφίλ πάνω στο μύθο του Πολυτεχνείου, οι άνθρωποι εκείνης της περιόδου κατάφεραν εν μέσω πολιτικής περιδίνησης, αναβίωσης και όξυνσης των πολιτικών παθών, να αναλάβουν τα ηνία της χώρας. Οι άνθρωποι αυτοί κυριάρχησαν στη δημόσια ζωή και μετέβαλαν άρδην τις ισορροπίες και τα δεδομένα της. Μένοντας πιστοί στις εξαγγελίες και τις υποσχέσεις τους, λαφυραγώγησαν τους δημόσιους οργανισμούς, άλωσαν την κρατική μηχανή και επιδόθηκαν σε μια ανίερη διασπάθιση του εθνικού πλούτου. Ο δημόσιος τομέας υπερδιογκώθηκε από τους αφειδώς διοριζόμενους ημετέρους και τα στελέχη του κομματικού σωλήνα. Το χρέος και το έλλειμμα απογειώθηκαν, απότοκο του υπερδανεισμού προς συντήρηση της επίπλαστης ευημερίας και ανάπτυξης. Η ύπαιθρος εγκαταλείφθηκε, ο πρωτογενής τομέας παρήκμασε, η παραγωγική βάση αποδιοργανώθηκε και εγκαινιάστηκε η ραγδαία αποβιομηχάνιση της χώρας.
Το έγκλημα της γενιάς αυτής όμως, εντοπίζεται κυρίως στο επίπεδο των αξιών και των ιδεών. Το παραδοσιακό αξιακό σύστημα του Έλληνα εκθεμελιώθηκε και καταβαραθρώθηκε. Η φιλοτιμία, η εργατικότητα, η αξιοπρέπεια, η τιμιότητα και η φιλοπονία θεωρήθηκαν «πέτσινες» αρετές και αντικαταστάθηκαν από νέα ήθη. Η επιχειρηματικότητα, το επενδυτικό δαιμόνιο και η παραγωγικότητα δαιμονοποιήθηκαν. Οι άνθρωποι δε που τις πρέσβευαν χλευάστηκαν και εξοβελίστηκαν από όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Ο τυχοδιωκτισμός, ο αμοραλισμός και ο αριβισμός κυριάρχησαν, ενώ υιοθετήθηκε ένας άκρατος lifestyle τρόπος ζωής, βασιζόμενος στο νεοπλουτισμό, τη χλιδή, την πολυτέλεια και τη γκλαμουριά. Με απλά λόγια, το δήθεν διαπέρασε τον ψυχισμό του Νεοέλληνα, εξαϋλώνοντας την γνησιότητα και την ιδιοσυστασία του . Παράλληλα, επιβραβεύτηκε η μετριοκρατία υπονομεύοντας την αξιοκρατία και τον υγιή ανταγωνισμό. Απορρυθμίστηκαν οι θεσμοί και φαλκιδεύτηκε η νομιμότητα, την οποία εύκολα μπορούσε να παρακάμψει κανείς εάν διέθετε το κατάλληλο μέσον για να του «πουλήσει» εκδούλευση. Στον πολιτικό τομέα, εντάθηκε η κομματοκρατία ενώ ο εναγκαλισμός κράτους και κόμματος έγινε αδιάρρηκτος. Φαινόμενα πολιτικής νοσηρότητας και φαυλότητας υποβάθμισαν το πολιτικό γίγνεσθαι, εκμαύλισαν το λαό και διέστρεψαν την συνείδηση του. Ο βυζαντινισμός, η καμαρίλα και η διαπλοκή με τα εκδοτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα μετέφεραν τα κέντρα των αποφάσεων από τη Βουλή στα κότερα και τις –κάθε χρώματος- βίλες.
Ταυτόχρονα, ο αφελληνισμός της παιδείας και ο εκφυλισμός του πολιτισμού συνιστούν άμεση συνέπεια της παγκυριαρχίας της γενιάς του Πολυτεχνείου. Η σκόπιμη αποδόμηση της εθνικής ιστορικής μνήμης, η πολεμική εναντίον του Ελληνικού Τρόπου και η αποστροφή προς το ηρωικό πρότυπο καθώς και ο πλήρης παραγκωνισμός της παράδοσης διέρρηξε το αίσθημα του συνανήκειν, της εθνικής συνοχής και συλλογικής συνείδησης . Οι πνευματικοί χώροι και ειδικότερα τα Πανεπιστήμια, που κατελύθησαν από ορδές αριστερίστικων και ενίοτε τρομοκρατικών οργανώσεων, αποτέλεσαν άντρα επιβολής μιας δήθεν ψευτοκουλτούρας και ψευτοπροοδευτικότητας. Η δήθεν ακαδημαϊκή ασυλία εξόριζε δια της βίας κάθε τι που έθιγε το κατεστημένο της ντεμέκ Αριστεράς και θεωρείτο προσβλητικό για τα γούστα της ελληνικής πολιτικής ορθότητας που κάπνιζε αρειμανίως κοχίμπα στα κολωνακιώτικα στέκια της Επανάστασης των Καγιέν.
Η γενιά του Πολυτεχνείου εξέπνευσε τα λοίσθια μαζί με την Μεταπολίτευση που την εξέθρεψε. Κι αν η ευαισθησία των υμνητών της γενιάς αυτής εθίγη, ο ποιητής Κ. Τριπολίτης τους απαντά: «Έβγαλε βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε. […] Κι οι εξεγέρσεις μας είναι εν γένει εκτός του κλίματος».

Του Γεωργίου Λ. Κωνσταντόπουλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου