19.3.19

Νικήσαμε… (το όνειρο του Μπάμπη)

Ήταν μια δύσκολη εβδομάδα. Κουράστηκα.
Έτσι είναι όμως οι αγώνες… δεν σηκώνουν χαλαρότητα.
Όταν ο λαός σε χρειάζεται, εσύ δεν μπορείς να πεις όχι. Δεν μπορείς να πας για μπύρες…
Έτσι κι εγώ, μέσα σε δυο τρεις μέρες έδωσα όλο το είναι μου για την επανάσταση. Για να αναγεννηθεί η Ελλάδα μας.





Για να φύγουν επιτέλους οι πουλημένοι πολιτικάντηδες, που σε αγαστή συνεργασία με το κεφάλαιο ρίχνουν νερό στον μύλο της αντίδρασης… τσαλαπατώντας τη φτωχολογιά και γδέρνοντας τα όνειρά μας.
Έτσι, συμμετείχα σε πορείες, κουβάλησα πανό, πέταξα μολότοφ, και πάλεψα σώμα με σώμα με τους πραίτορες της εξουσίας, τα μισητά ΜΑΤ.
Στο ενδιάμεσο βοήθησα τους συντρόφους να συντάξουν προκηρύξεις και φυλλάδια, και μπήκα και στο ίντερνετ για να προβάλλω τις απόψεις μας στα σόσιαλ μίντια, μπας και ξυπνήσει ο κοσμάκης.
Μπας και καταλάβει επιτέλους και ο τελευταίος Έλληνας ότι η ΕΕ είναι θηλιά στο λαιμό του, και το ευρώ το καμτσίκι του αφέντη…



Για όλα αυτά παλεύω από μικρό παιδί.
Για να μην υπάρχει το ιδιωτικό κεφάλαιο που μας καταδυναστεύει.
Για να μην υπάρχουν εισιτήρια, διόδια, φόροι, χαράτσια, ΕΝΦΙΑ, στρατός, αστυνομία, και όλα αυτά που στηρίζουν τους έχοντες, που μόνο τους μέλημα είναι να μας κρατάνε σκλαβωμένους.
Για να είναι ο λαός κύριος του εαυτού του. Να ρυθμίζει από μόνος του το παρόν και το μέλλον.
Για το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια. Για λευτεριά!
Ήταν μια κουραστική εβδομάδα, με καθόλου ξεκούραση και καθόλου ύπνο.
Γι’ αυτό και όταν έπεσα στο κρεβάτι κατάκοπος, μάλλον κοιμήθηκα για δυο τρία ίσως και παραπάνω 24ωρα. Δεν κατάλαβα τίποτα. Ούτε καν όνειρα δεν είδα…
Ξύπνησα ένα ηλιόλουστο μεσημέρι, κι αισθανόμουν το στόμα μου πικρό.
Έψαξα να βρω καφέ, αλλά τζίφος.
Τζίφος και η τηλεόραση, που έδειχνε μόνο παράσιτα.
Ούτε καν τα συντρόφια μου δεν είδα πουθενά… μάλλον θα ήταν και πάλι στις επάλξεις, στον αγώνα.
Ντύθηκα βιαστικά και βγήκα έξω…
Παντού ερημιά. Παντού ησυχία… νεκρική
Ούτε ψυχή στους δρόμους.
Μόνο καπνός και σκόνη.
Προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον καθοδηγητή μου αλλά το κινητό i phone ήταν νεκρό. Καθόλου σήμα.
Μαγαζιά διαλυμένα και βιτρίνες σπασμένες. Παντού κουρνιαχτός…
Βενζινάδικα παραδομένα στη φωτιά, και οδοφράγματα από κάδους σκουπιδιών που κάπνιζαν στους δρόμους.
Πέρασα έξω από ένα σούπερμαρκετ. Τα τζάμια σπασμένα, και μέσα άδεια ράφια… μισοκαμμένα κι αυτά.
Οι μόνες φιγούρες που διέκρινα ήταν κάτι σκουρόχρωμοι  μετανάστες, αδέρφια μας… μόνο που έτρεχαν κολλητά στους τοίχους, κουβαλώντας στις πλάτες τους κιβώτια με τηλεοράσεις, υπολογιστές, και … ποδήλατα… πολλά ποδήλατα.
Προσπάθησα να τους προσεγγίσω… να τους μιλήσω, να τους βοηθήσω, αλλά έφευγαν. Ο ένας μάλιστα μου έδειξε και ένα στιλέτο… ίσως να με πέρασε για ρατσιστή. Ποιος ξέρει… με τόσα βάσανα που τους πλακώνουν…   

Στο βάθος ακούγονταν σειρήνες, ενώ ο ορίζοντας ήταν πνιγμένος στους καπνούς.
Και τότε ήταν που άκουσα φωνές… έτρεξα προς το μέρος τους.
Φαντάστηκα πως είχε γίνει επιτέλους η πολυπόθητη επανάσταση, και πως μέσα από τα συντρίμμια της ο λαός θα ξεπηδούσε νικητής, κτίζοντας το νέο του μέλλον μέσα στα αποκαϊδια και τις στάχτες.
Τζίφος… οι φωνές που ακούγονταν δεν ήταν από κάποια περήφανη πορεία εργατών και αλληλέγγυων… ούτε υπήρχαν λάβαρα και σημαίες.
Ήταν απλά μια μάζα ανθρώπων, που αλληλοσπρώχνονταν, βρίζοντας ο ένας τον άλλον… μπροστά σε κάτι που έμοιαζε με καντίνα,  με τα διακριτικά του…  Ερυθρού Σταυρού!
Παραξενεύτηκα… δεν ήξερα τι συμβαίνει.   
Ξαφνικά οι αγριεμένες φωνές μετατράπηκαν σε οδυρμούς.
Κοίταξα προς το πλήθος.
Ένα μικρό αγοράκι κείτονταν νεκρό μέσα σε μια μικρή λίμνη αίματος, κι από πάνω του ένας γενειοφόρος άνδρας, με ένα κουζινομάχαιρο στα χέρια προσπαθούσε να αποσπάσει ένα πακέτο… μακαρόνια, από τα κλειδωμένα χεράκια του μικρού.
Ο κόσμος, κυρίως γυναίκες και παιδιά,  άρχισε να τρέχει δεξιά κι αριστερά πανικόβλητος.
Τότε είναι που άκουσα τον χαρακτηριστικό ήχο ελικοφόρου αεροπλάνου.
Κοίταξα ψηλά… ήταν πράγματι ένα στρατιωτικό αεροσκάφος τύπου C130, βαμμένο μπλε… με τα σήματα του ΟΗΕ!
Ξαφνικά, άνοιξε η πίσω πόρτα του, και άρχισαν να πέφτουν ξύλινα κιβώτια με μικρά αλεξίπτωτα…
Ένα από αυτά έσκασε σχεδόν δίπλα μου, και πριν προλάβει το πλήθος να αρπάξει το περιεχόμενο του που σκόρπισε τριγύρω με την πρόσκρουση, πρόλαβα  και είδα ότι ήταν πακέτα με… ρύζι και μακαρόνια…
Τι στο διάολο συμβαίνει αναρωτήθηκα δυνατά… μιλώντας στον εαυτό μου.
«Δεν τα έμαθες ρε Μπάμπη;», η φωνή ανήκε στον σύντροφό μου τον Προκόπη… χρόνια μαζί στους αγώνες και στα κινήματα.
«Τι να μάθω; Τι έγινε;»
«Νικήσαμε… βγήκαμε εδώ και τρεις μέρες από την ΕΕ και το ευρώ… μας την έφερε ο Τσίπρας. Μας πρόλαβε… δεν χρειάστηκε επανάσταση…»
«Και τι είναι τότε όλα αυτά; Οι φωτιές, τα μαχαιρώματα… οι νεκροί;»
«Είναι οι ωδίνες του τοκετού…γεννήθηκε ένας νέος κόσμος»!
«Και που είναι ο Τσίπρας; Γιατί δεν συντονίζει; Γιατί δεν εκμεταλλεύεται αυτή την περιπόθητη νίκη;»
«Κρύβεται εδώ και μέρες… κάτι πήγε στραβά. Ο λαός δεν εκτίμησε την αλλαγή. Κάποιοι λένε τον είδαν να φεύγει από το Μαξίμου με ελικόπτερο του Βαρδινογιάννη… άλλοι λένε ότι ταξιδεύει για Βενεζουέλα με υποβρύχιο που του έστειλε ο Ερντογάν… κανείς δεν ξέρει για σίγουρα… μόνο φήμες».
«Και ποιος κάνει κουμάντο; Ο στρατός;»
«Κανείς ρε ντόχνιο… αυτό σημαίνει λευτεριά… γι’ αυτό παλέψαμε με τα θηρία»
«Και τι θα τρώμε;»
«Αμάν ρε κοιλιόδουλε. Παλιοαστέ. Δεν βλέπεις τα αεροπλάνα;  Οι κουτόφραγκοι να είναι καλά… μέχρι να ορθοποδήσουμε, να στήσουμε ομάδες αυτοδιαχείρισης, να κατανείμουμε τα βάρη, να πάρουμε την εξουσία…»
«Και μετά;»
«Έχει ο Θεός ρε Μπάμπη… χαλάρωσε…νικήσαμε σου λέω… εξάλλου όπως ακούω έρχεται όπου να ναι από την Αγγλία ο σύντροφος Λαπαβίτσας για να μας οργανώσει».
Στο βάθος ηχούσαν οι σειρήνες… μέχρι που ξαφνικά σώπασαν κι αυτές.
Τώρα το μόνο που ακούγονταν ήταν κλάματα…
Όντως νικήσαμε…

Μπάμπης
(Για την αντιγραφή Strange Attractor)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου