16.3.15

Ο αντιγερμανισμός του Έλληνα. Μέρος 2ο



Μια απόπειρα ιστορικής τεκμηρίωσης

Επόμενο επεισόδιο, γύρω στο 800 μ.Χ: Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έχει πλέον συρρικνωθεί χτυπημένη από Σλάβους, Άραβες κλπ – κρατάει όμως ακόμα την αποκλειστικότητα του ονόματος και της δόξας της αρχαίας Ρώμης.
Στη Δύση πάλι, ένας (φυσικά) απολύτως αγράμματος και βάρβαρος, πλην όμως ικανότητατος ηγενόνας ονόματι Καρλομάγνος ενώνει σχεδόν όλη τη δυτική Ευρώπη υπό την κυριαρχία του – μεταξύ αυτών και τη Ρώμη, δηλαδή και τον Πάπα.
Τί του λείπει, πέραν της εκλέπτυνσης για την οποία δε δίνει δεκάρα; Η δόξα της αρχαίας Ρώμης. Την απαιτεί από τον Πάπα κι αυτός – δεν έχει εξάλλου πολλές επιλογές – του τη χαρίζει.
Τον στέφει αυτοκράτορα της Ρώμης και κάπως έτσι γεννιέται η Αγία Γερμανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.



Αυτό προφανώς δεν έγινε δεκτό με χαρά από τους Βυζαντινούς (ας τους λέμε έτσι  στο εξής για να συνεννοούμαστε, παρά τις επιφυλάξεις μας). Εμείς είμαστε οι ορίτζιναλ σου λένε και είχαν δίκιο.
Έλα όμως που το ορίτζιναλ ήταν πια πολύ αδύναμο για να επιβάλλει το δίκιό του στο ιμιτασιόν;
Οπότε τα πράγματα έμειναν έτσι. Οι δυο πλευρές συζήτησαν, ξανασυζήτησαν, δεν τα βρήκαν, συμφώνησαν ότι διαφωνούν και η ζωή συνεχίστηκε. Βοήθησε και το ότι μετά τον Καρλομάγνο, η αυτοκρατορία του κατακερματίστηκε.
Αλλά όσο να πεις μια κάποια εκατέρωθεν πικρία έμεινε…


Από τα χρόνια των επιδρομών του Αλάριχου και σία είχαν οι απλοί άνθρωποι στα μέρη μας να δούνε από κοντά και να ζήσουν δυτικοευρωπαίους. Οι όποιες επαφές στους ενδιάμεσους αιώνες αφορούσαν τις ελίτ, άντε και μερικούς μισθοφόρους που μπορεί να υπηρετούσαν σε στρατούς εκατέρωθεν.
Η ώρα να τους ξαναζήσουν από κοντά ήρθε στα τέλη του 11ου αιώνα, όταν οι Δυτικοί αποφάσισαν να «ελευθερώσουν» τους Αγίους τόπους από τους απίστους. Είναι η πρώτη σταυροφορία, η οποία πέρασε από τα μέρη μας, στάθμευσε στην Κωνσταντινούπολη, πριν συνεχίσει το «έργο» της παρακάτω.
Ήταν μια πάρα πολύ δύσκολη άσκηση συμβίωσης εκατέρωθεν.
Από τη μια είχαμε τους Βυζαντινούς, ανθρώπους γενικά μορφωμένους, καθαρούς και συγκριτικά εκλεπτυσμένους κι απ’ την άλλη ορδές πλιατσικολόγων, εντελώς αγράμματους με βασική αρετή την πολεμική.
Από την άλλη είχαμε μία προσεκτικά σχεδιασμένη διοικητική δομή με μόνιμους υπαλλήλους, με αυτοκράτορα μετά αυστηρότατου πρωτοκόλλου, με δικαστήρια όπου μπορούσαν οι άνθρωποι να προσφεύγουν για να λύνουν τις διαφορές τους κι απ’ την άλλη βασιλείς, δούκες και πρίγκιπες που διοικούσαν με το σπαθί στο χέρι κατά βούληση, χωρίς οποιαδήποτε διοικητική δομή.
Δικαστήρια και γραπτό δίκαιο ούτε γι’ αστείο. Αν ήσουν Δυτικός και ήθελες να λύσεις μια διαφορά με κάποιον άλλο τον προκαλούσες σε μονομαχία. Και αποφάσιζε ο θεός, έκανε να νικήσει αυτόν που «είχε δίκιο». Τόσο απλά.
Δεν είναι σχεδόν αστείο πόση ειρωνεία μπορεί να κρύβει η ιστορία;
Όλα αυτά συνέβησαν 800 χρόνια πριν και δέστε σήμερα ποιοι είναι οι απόγονοι των μεν και των δε.
Αλλά ας συνεχίσω στο θέμα μου…
Στραβά-κουτσά τότε βρέθηκε μια κάποια λύση. Οι σταυροφόροι συνέχισαν τη σταυροφορία τους μακριά από μας, ανακατέλαβαν για λογαριασμό του Βυζαντίου ορισμένα εδάφη της Μικράς Ασίας που πρόσφατα είχαν καταληφθεί από τους (Σελτζούκους) Τούρκους και η ζωή συνεχίστηκε.
Οι πικρίες όμως έμειναν εκατέρωθεν και ήταν εντονότατες, «βοηθούσαν» κιόλας οι θρησκευτικές διαφορές που με τους αιώνες είχαν διογκωθεί μεταξύ Παπισμού και Ανατολικής (Ορθόδοξης) εκκλησίας.
Για τους Βυζαντινούς οι Δυτικοί ήταν αιμοσταγείς και ημιάγριοι. Για τους Δυτικούς πάλι, οι πρώτοι ήταν πονηροί, αναξιόπιστοι και θηλυπρεπείς.
100 χρόνια μετά, κι αφού είχαν μεσολαβήσει άλλες δύο σταυροφορίες που κύλησαν μεταξύ τους αναίμακτα, αλλά δε βοήθησαν ούτε εκείνες στην αλληλοκατανόηση ήρθε η 4η σταυροφορία που κατέληξε το 1204 στην άνευ προηγουμένου λεηλασία της Κωνσταντινούπολης. Αλλά και στη δημιουργία μίας σειράς από «φράγκικα» μικροβασίλεια (και) στον Ελλαδικό χώρο – τα οποία ελάχιστη κατανόηση μπορούσαν και ήθελαν να δείξουν για τον ντόπιο, ρωμέικο πληθυσμό. Ο οποίος, πολύ φυσιλογικά από την πλευρά του, προσέθεσε στην περιφρόνηση που ήδη ένιωθε για τους Δυτικούς, μίσος και αίσθημα αδικίας.
Και κάπως έτσι πέρασαν δύο ακόμα αιώνες, με μια ιδίοτυπη κατάσταση. Από τη μια τα υπολείματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (η Κωνσταντινούπολη ξανάγινε Βυζαντινή μετά από 60 χρόνια, αλλά δεν ξανάγινε ποτέ η ίδια σε δύναμη και μεγαλοπρέπεια), από την άλλη διάσπαρτα διάφορα φραγκικά κρατίδια και στο βάθος τα διάφορα άλλα βαλκανικά και ιδίως τα τουρκικά. Τα οποία εν τέλει ενώθηκαν σε ένα, το Οθωμανικό, το οποίο με της σειρά του κατάπιε σταδιακά τα πάντα γύρω του.
Και κάπως έτσι το Βυζάντιο έλαβε τέλος, μαζί με την φραγκοκρατία. Τα αισθήματα όμως έμειναν, μαζί με τη διαιώνιση της πολιτισμικής διαίρεσης μεταξύ Δυτικής Ευρώπης και της λεγόμενης έκτοτε καθ’ ημάς Ανατολής.
Τί ακολούθησε στο Δύση; Δύο πολύ σημαντικά πράγματα: Πρώτα η Αναγέννηση η οποία επέτρεψε στους δυτικοευρωπαίους να ανακαλύψουν την αρχαιότητα και να επανεφεύρουν τον πολιτισμό.
Έπειτα η εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη, υποβοηθούμενη κυρίως από την αποικιοκρατία (οι Ευρωπαίοι πρόλαβαν κι ανακάλυψαν αυτοί την Αμερική αλλά και την Αφρική και τις εκμεταλεύτηκαν δεόντως) αλλά και την τεχνολογική ανάπτυξη που οδήγησε στη βιομηχανική επανάσταση.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, περίπου όταν δημιουργήθηκε το νεοελληνικό κράτος, οι δυτικοευρωπαίοι ελάχιστη σχέση είχαν με τους σταυροφόρους και τους άλλους προγόνους τους το μεσαίωνα.
Ήταν πλέον οι κυρίαρχοι του πλανήτη, είχαν εκλεπτυνθεί σε όλα τα επίπεδα και οδηγούσαν τις εξελίξεις και οικονομικά αλλά και πνευματικά. Είχαν εφεύρει τον καπιταλισμό και την κοινοβουλευτική δημοκρατία, τα ίδια ακριβώς σύστημα που έχουμε και σήμερα και γίνονται λίγο ή πολύ αποδεκτά αν όχι τα καλύτερα δυνατά, πάντως τα καλύτερα ως τώρα.
Να πούμε παρενθετικά ως προς το ζήτημα του Βυζαντίου, για ποιο λόγο το μετονόμασαν οι Δυτικοευρωπαίοι.
Ποτέ δεν το συμπάθησαν, όπως είπαμε, από την πλευρά τους και ποτέ δεν του αναγνώρισαν τη μοναδικότητά του ως κληρονόμου της αρχαίας Ρώμης. Ήθελαν πάντα να βλέπουν τον εαυτό τους ως τέτοιο, ιδίως οι Γερμανοί και οι λοιποί βόρειοι που δεν αξιώθηκαν να τη ζήσουν – κι ας το προσπάθησαν κάποτε όπως είπαμε. Και επειδή είναι πλέον ισχυροί σε κάθε επίπεδο, το επέβαλαν παντού – και σε εμάς. Και επέβαλαν όχι μόνο την ονομασία, αλλά και την οπτική τους.
Ακόμα και εμείς οι ίδιοι υιοθετούμε την άποψη ότι το Βυζάντιο ήταν ένα οπισθοδρομικό μόρφωμα, ενώ στην πραγματικότητα ήταν μακράν το πιο πολιτισμένο κράτος της Ευρώπης για σχεδόν 1000 χρόνια.
Σε μας εδώ τί συνέβη μεταξύ του 1400 και του 1800; Όχι πάρα πολλά πράγματα, με μερικές εξαιρέσεις: Βασικά το μορφωτικό επίπεδο έπεσε, έπεσε επίσης και η συνείδηση που έχουμε για τα κοινά πράγματα.
Διότι το Οθωμανικό κράτος δεν ενδιαφέρονταν για κανένα από αυτά: Δεν αντάμειβε τη μόρφωση έχοντας το ίδιο στοιχειώδη κρατικό μηχανισμό, ενώ σε σχέση π.χ. με τη φορολογία αρκούνταν να εισπράττει ότι ανήκε στο Σουλτάνο ή και στον τοπικό Πασά και κατά τα άλλα δεν έδειχε κανένα άλλο ενδιαφέρον.
Πάθαμε δηλαδή σταδιακά ότι έπαθαν οι Ρωμαίοι της Δύσης 1000 χρόνια πριν από μας. «Μάθαμε» ότι οι φόροι δεν έχουν καμία ανταποδοτικότητα και η μόρφωση καμία πρακτική χρησιμότητα.
Κυρίως δεν ήμασταν πια το κέντρο της γης. Το κέντρο της γης για το μέσο κάτοικο αυτού του τόπου ήταν το χωριό του. Στην καλύτερη περίπτωση, αν δεν ήταν απλώς το σόι του.
Νομίζω μπορούμε να καταλάβουμε γιατί (ούτε) 200 χρόνια ύπαρξης ενός (στα χαρτιά τουλάχιστον) δυτικότροπου κράτους στην Ελλάδα δεν είναι αρκετά για να ξεπεράσει κανείς όχι μόνο τις δικές τους νοοτροπίες και καθυστερήσεις προσαρμογής στα νέα δεδομένα του κόσμου, αλλά κυρίως την επιφύλαξη που έμαθε να επιδεικνύει έναντι των λοιπών Ευρωπαίων. Όχι μόνο για θρησκευτικούς λόγους ή εξαιτίας πολιτισμικών διαφορών (που όπως είπαμε είναι εξ’ ορισμού λιγότερες έναντι των νότιων δυτικών) αλλά κυρίως στη βάση μιας καχυποψίας για τις προθέσεις τους.
Είναι σχεδόν δεδομένο ότι όλοι αυτοί «θέλουν το κακό μας», με τον ίδιο τρόπο που οι Ρώσοι π.χ. «σίγουρα» θέλουν το καλό μας. Και ομόδοξοι είναι, σου λέει ο άλλος, και δεν ανήκουν ούτε αυτοί στη Δυτική Ευρώπη.
Εξυπακούεται ότι όλα αυτά ισχύουν λίγο ή πολύ για όλους τους γείτονές μας. Σχεδόν για όλα τα βαλκανικά κράτη, αλλά και για όλα τα μεσανατολίτικα της περιοχής μας (π.χ. την Τουρκία, το βορειοανατολικό Μαγκρέμπ, τη Συρία κλπ) με τα οποία δεν έχουμε μεν κοινή θρησκεία και πολιτισμό, αλλά έχουμε εν πολλοίς κοινή ιστορία. Διότι αυτό που συνέβη μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας 100 μόλις χρόνια πριν, είναι μια απόπειρα μετακίνησης της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ δύσης κι ανατολής αρκετά δυτικότερα, μέχρι σχεδόν την Κωνσταντινούπολη. Εντάσσοντας έτσι τα Βαλκάνια (και εμάς) στη Δύση.



Αλλά είπαμε, η ιστορία μετριέται σε αιώνες, αυτό είναι σα να έγινε χθες. Πάρα πολύ πρόσφατα για να θεμελιωθεί. Ή για πείσει τον περισσότερο κόσμο ότι καλώς γίνεται.
Κι όταν τα πράγματα βαίνουν καλώς, τα πράγματα θα προχωράνε. Όταν όμως τα πράγματα ζορίζουν τότε θα βγαίνουν στην επιφάνεια τέτοιες νοοτροπίες και συμπλέγματα, ειδικά όταν υποβοηθούνται τόσο πολύ από τυχάρπαστους κι ανεύθυνους πολιτικάντηδες, από τους οποίους είχαμε πάντα αφθονία αυτά τα 200 χρόνια στη εξωτική μας χώρα.
Κλείνω λέγοντας ότι προφανώς το συμφέρον της Ελλάδας για τώρα και για τους επόμενους αιώνες είναι να είναι τμήμα της Δύσης, νοούμενη πλέον ως το άθροισμα της Ευρώπης και της Αμερικής, ιδίως της Βόρειας. Όχι απλώς τυπικά, αλλά οργανικά και απολύτως λειτουργικά.
Μέχρι τώρα το καταφέραμε από ένα συνδυασμό των εξής κυρίως παραγόντων: α) Τη σημαντική γεωπολιτική μας θέση, την οποία φρόντιζαν να κρατήσουν, συχνά με πολύ σημαντικό κόστος ιδίως για μας τους ίδιους (π.χ. ο εμφύλιος πόλεμος του ’46-’49) οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης
β) Ορισμένων ευτυχών συγκυριών που έτυχε τις τύχες της χώρας μας να τις κρατούν άνθρωποι με πλήρη επίγνωση της θέσης της χώρας και με ικανότητα να το επιβάλλουν κι αν ακόμα η πλειοψηφία δεν το ήθελε.
Σήμερα παίζεται ξανά άλλος ένας γύρος για το αν θα κάνουμε ένα ακόμα βήμα μπροστά ή έστω αν θα αποφύγουμε να κάνουμε βήμα (ή βήματα) πίσω. Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος διότι μας λείπει, αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, το κατάλληλο πολιτικό προσωπικό που να διαθέτει και την απαιτούμενη δύναμη, αλλά τουλάχιστον ο πρώτος παράγοντας παραμένει.
Έστω κι αν οι λεγόμενες «μεγάλες δυνάμεις» έχουν πλέον μεταλλαχθεί σε κάτι άλλο (π.χ. την Ε.Ε) – αλλά αυτό είναι καλό. Και για μας.
Πιστεύω ότι αυτό θα επικρατήσει, διότι είναι ισχυρότερος παράγοντας από την πολιτισμική μας καθυστέρηση, τα στερεότυπά μας και τους μικρόνοες πολιτικούς μας, ωστόσο το ζήτημα είναι αυτό να γίνει ει δυνατόν αναίμακτα.
Το παράδειγμα του εμφυλίου που ανέφερα παραπάνω είναι το τέλειο αντιπαράδειγμα για το τί θα πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία…

Ο Παραβάτης

3 σχόλια:

  1. Oρθογράφε ,το τερμάτισες πλέον με την ενότητα του αντιγερμανισμού και την απροκάλυπτη πλέον ναζιστολατρεία σου!!Όταν οι Γερμανοί επιτίθενται με λέξεις ή πράξεις κατά των Ελλήνων, τότε συνιστούν να κάνουμε αυτοκριτική, γιατί αυτά που μας λένε είναι "σκληρές αλήθειες".
    Ενώ όταν Έλληνες επιτίθενται με λέξεις ή πράξεις κατά των Γερμανών, αυτό είναι "ψεκασμένος εθνικισμός και φασισμός"...

    Απλά εμετός....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όταν ανεβαίνουν άρθρα της ΙΣΚΡΑ κλπ ή εκείνα με τον Κατίδη, γιατί δεν σχολιάζεις;
      Ο νταλκάς σε έπιασε μόνο τώρα που κυβερνά ο Αίλυνας με κεφαλαίο το Α Πάνος;

      Διαγραφή
  2. Ανώνυμέ μου, αν αυτά που γράφεις τα συμπέρανες από το άρθρο κάτω από το οποίο βρίσκεται το σχόλιό σου, ομολογώ πως το πνεύμα σου είναι άξιο θαυμασμού. Για να καταλάβεις όλα όσα γράφεις, φαίνεται πως είσαι πολύ διαβασμένο άτομο, αν και, (παρά την ... μόρφωσή σου), υποπτεύομαι ότι δεν μπορεί παρά να ψηφίζεις κόμμα που στη χώρα μας εκφράζει το ναζισμό και μόνο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή