29.2.16

Καιροσκόποι είμαστε, όχι αφελείς…



Λογικά οι 12.575 ψηφοφόροι της Ραχήλ Μακρή στο νομό Κοζάνης θα αναρωτιούνται γιατί δεν τυπώνουμε εκατό δισεκατομμύρια ευρώ για να λύσουμε μια και καλή το ασφαλιστικό, το φορολογικό, να βάλουμε και κάτι στην άκρη για τα επόμενα μπερεκέτια. Μα αν οι 12.575 πράγματι πίστευαν ότι πατάς ένα κουμπί στο Νομισματοκοπείο και τυπώνεις εκατό δισεκατομμύρια, θα έπρεπε να δεχθούμε ότι υπάρχει ομαδική αδυναμία κατανόησης, όχι μόνο των οικονομικών κανόνων αλλά της στοιχειώδους πραγματικότητας.




Μην ανησυχείτε! Δεν είναι τόσο δραματικά τα πράγματα. Καιροσκόποι είμαστε, όχι αφελείς. Και τα πολιτικά φαινόμενα έχουν την εξήγησή τους, που δεν ανάγεται απαραίτητα στη σφαίρα της ψυχιατρικής ή της μεταφυσικής…


Ο πατσάς και η … ανάπτυξη!



Επιχειρηματικό μυαλό θα πει να βλέπεις την ευκαιρία για δουλειές, για ανάπτυξη, για business, εκεί που δεν τη σκέπτονται άλλοι. Αυτό ακριβώς έκανε ο κ. Γιώργος Καλαγασίδης, προτείνοντας στους Έλληνες αλλά και στους απανταχού της γης φίλους του πατσά, την πρώτη μαγειρεμένη και τυποποιημένη σούπα πατσά.




"Ο πατέρας μου είχε πατσατζίδικο στο Τσοτύλι από το 1953, στην οικογένεια έχουμε τις συνταγές και ξέρουμε ότι ο πατσάς μπορεί να μην αρέσει σε όλους, αλλά έχει πολλούς και φανατικούς φίλους. Όταν με την οικονομική κρίση οι νυχτερινές έξοδοι και οι δαπάνες των Ελλήνων περιορίστηκαν, σκέφτηκα ότι θα ήταν πολύ βολικό, να μπορούν εύκολα να απολαύσουν την αγαπημένη τους σούπα στο σπίτι, χωρίς να αναγκαστούν να τη μαγειρέψουν οι ίδιοι ή να βγούνε έξω το βράδυ για να πάνε σε κάποιο πατσατζίδικο", εξήγησε στη Voria.gr ο κ. Καλαγασίδης...

Ο εκδότης, ο υπουργός, και η Γιούλα η Μπουρδόλη…



Ιδού μια πιθανή εξήγηση για το πώς και γιατί έπιασε πρεμούρα την κυβέρνηση να ελέγξει το διαδίκτυο!

Ήταν πρωί Κυριακής πέρσι το καλοκαίρι, όταν ο μπον βιβέρ εκδότης γνωστού δημοσιογραφικού ομίλου με ναυαρχίδα του δημοφιλές «ορθογραφικό» μπλογκ, πάρκαρε την εντυπωσιακή βαμμένη σε τόνους ροζ φλούο κορεάτικη μηχανή του κάτω από τα κλαδιά μιας μαραζωμένης συκιάς σε έναν χωμάτινο παράδρομο του Δενδροπόταμου στη Θεσσαλονίκη, και προχώρησε με βήμα ταχύ προς την μισοδιαλυμένη αυλόπορτα παρακείμενης μονοκατοικίας, που από μακριά έμοιαζε εγκαταλειμμένη…




Οι άνδρες της ασφάλειάς του, όλοι βετεράνοι των Green Berets και γκραν σενσέι του Αϊκίντο, με τα σινιέ κοστούμια τους, απλώθηκαν δεξιά και αριστερά, με το βλέμμα τους να σαρώνει την περιοχή, και τα χέρια τους τυλιγμένα γύρω από τα μικροσκοπικά ούζι που δεν αποχωρίζονταν ποτέ...


Ενδοϊδρυματική ομηρία…



Ο​​ τίτλος της «Εφημερίδας Συντακτών» (16.02.2016) ήταν δραματικός: «Φοιτητές στο εδώλιο, πρώτη φορά μετά τη Χούντα». Οπως διαβάζουμε στο σχετικό ρεπορτάζ από την Κρήτη, «για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση φοιτητές θα οδηγηθούν σε δίκη και μάλιστα από τους ίδιους τους καθηγητές τους, εξαιτίας της συνδικαλιστικής τους δράσης...».



Και ποια ήταν η συνδικαλιστική δράση των φοιτητών, για την οποία, «πρώτη φορά μετά τη Χούντα», κατηγορούνται; Μήπως μοίρασαν προκηρύξεις; Φώναξαν «ψωμί, παιδεία ελευθερία»; Μην όρθωσαν τα στήθη τους απέναντι στα τανκς; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Απλώς κράτησαν ομήρους επί δεκάωρο είκοσι καθηγητές, διότι οι τελευταίοι αρνήθηκαν να παρανομήσουν, δηλαδή να κάνουν εξεταστική αφού είχε χαθεί το εξάμηνο. Οι απειλές και ο διά της βίας εγκλεισμός 20 ανθρώπων μέχρι τα χαράματα –«ούτε νερό δεν μας άφηναν να πιούμε αν δεν ικανοποιούσαμε τα αιτήματά τους», είπε ένας από τους ομήρους– είναι για το αριστερό newspeak «συνδικαλιστική δράση»...

Η τραγική πραγματικότητα…



Ενας μεγαλόσωμος, μεσήλικας άνδρας, περνά από την πλατεία Βικτωρίας, βγάζοντας βόλτα τον σκύλο του. Ενα αγόρι από το Αφγανιστάν τον δείχνει στο νέο του φίλο, τον Αμπντούλ Γουαρίς. «Είναι από αυτούς που έρχονται τη νύχτα», του λέει.




Τα μάτια του Αμντούλ ανοίγουν διάπλατα. «Είναι ΟΚ. Δεν θέλουν ανήλικους. Παίρνουν νεαρούς άνδρες που είναι πρόθυμοι να πάνε στο σπίτι τους, να κάνουν ένα ντους και με 10-15 ευρώ να κάνουν σεξ μαζί τους. Κάποιοι πηγαίνουν, εκείνοι που έχουν ξεμείνει από χρήματα», του εξηγεί. Είναι η ύποπτη νυχτερινή οικονομία που έχει αναπτυχθεί, σε μία πλατεία που γίνεται το «σπίτι» ολοένα και περισσότερων προσφύγων, σχολιάζει ο Observer, που βρέθηκε εκεί…