26.9.19

Είμαστε όλοι για τον …τσέο!


Πριν από μερικούς μήνες με είχε πιάσει κατάθλιψη, διότι νόμιζα ότι με το που θα πέσει ο Σύριζας, με το που θα αδειάσει από ταγάρια (και θα απολυμανθεί) το Μαξίμου, εγώ θα πέθαινα από πλήξη, διότι με ποιους θα γελάω καθημερινά;
Όπως και να το κάνουμε οι συριζαίοι κυβερνώντες ήσαν μια κάποια λύση, μια μορφή αναψυχής μέσα στον ζόφο που ζούσαμε.
Ποιος θα αντικαθιστούσε τον Πάντζα; Τον Κουράκη; Τον Στρατούλη; Την Σβίγγου;
Ένας Γιακουμάτος δεν αρκεί…




Ευτυχώς όμως που οι καθημερινές παραστάσεις συνεχίζονται.
Να είναι καλά ο Αλέκος ο Τριανταφυλλίδης, με τις μεστές του τοποθετήσεις, ο ακάματος Κυρίτσης, η λάγνα Πέρκα, ο νουνεχής Τσαλακώτος, και άλλοι τέτοιοι παρόμοιοι τσιρκολάνοι, που δεν το βάζουν κάτω, αλλά συνεχίζουν τον όμορφο αγώνα, με επίκεντρο τον άνθρωπο.
Όπως τότε, που παρέα με τον συγκαμένο κυβερνούσαν με αριστερό πρόσημο…


Με τέτοιο μέσο, αλίμονο στο μήνυμα!


Όταν το θέατρο άρχισε να διεισδύει στην αμερικανική Δύση, το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα, το σοκ για τους εποίκους, που δεν είχαν δει ποτέ στη ζωή τους κάτι παρόμοιο, ήταν μεγάλο. Το κοινό ταυτιζόταν και συνέπασχε με τους ήρωες, εκδήλωνε τη συμπαράστασή του, με τρόπους αδιανόητους για τα μέτρα του σήμερα, συχνά παρεμβαίνοντας και επί σκηνής. Ειδικά οι παραστάσεις του «Μακμπέθ» (το αγαπημένο έργο του Αβραάμ Λίνκολν, να πω εν παρόδω) ήσαν συχνά περιπετειώδεις, καθώς το κοινό αγρίευε επικίνδυνα με το απόλυτο κακό που έβλεπε να ενσαρκώνεται στον ομώνυμο χαρακτήρα.




Ηταν δοκιμασία και για το ίδιο το θέατρο όμως, καθώς υπήρξαν περιπτώσεις όπου θεατές τράβηξαν τα πιστόλια τους για να σώσουν τον καλό βασιλιά Ντάνκαν, στη σκηνή της δολοφονίας του από τον Μακμπέθ και τη γυναίκα του.
Το πρόβλημα του κοινού στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ότι δεν μπορούσε να καταλάβει τη σχέση του θεάτρου με την πραγματικότητα. Νόμιζε ότι το θέατρο ήταν η πραγματικότητα...