24.7.13

Ποια Αριστερά;



(Γενικώς, αλλά και ειδικώς στη σημερινή Ελλάδα)

Η γιαγιά μου όταν γνώριζε κάποιον που τον συμπαθούσε, ο οποίος όμως τύχαινε να μην είναι αριστερών αντιλήψεων, έλεγε με απορία ανάκατη με ελαφρά απογοήτευση «τέτοιος καλός άνθρωπος κι όμως να είναι δεξιός»!!!
Η γιαγιά, εννοείται, ήταν αριστερή.




Δεν ήξερε πολλά, μετά βίας ήξερε γράμματα όπως όλοι σχεδόν οι κάτοικοι της ελληνικής περιφέρειας της γενιάς της (γεννημένη το 1913, σήμερα θα έκλεινε τα 100), ήξερε όμως μερικά βασικά πράγματα.
Ήξερε ότι οι αριστεροί ήταν με τον αναξιοπαθούντα, τον αδύνατο, τον (όπως θα έλεγαν παλιότερα) τον κάθε χρήζοντα βοηθείας.
Γι’ αυτό εξάλλου και όταν τους γνώρισε ο άντρας της, εκεί στα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης, τους συμπάθησε αμέσως και έγινε ένας απ’ αυτούς – τους πιο δραστήριους του χωριού, η δε γιαγιά ακολούθησε προσφέροντας μέγιστη βοήθεια και διακινδυνεύοντας και η ίδια όχι μόνο από συμπαράσταση στο σύζυγό της, αλλά επειδή και η ίδια είχε συνείδηση ότι κάνει κάτι καλό.



Το πλήρωσε βέβαια πανάκριβα και η ίδια και ο παππούς που δεν πρόλαβε να γίνει τέτοιος πεθαίνοντας στο άνθος της ηλικίας του, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.
Η αλήθεια είναι ότι η γιαγιά, έστω και συγχέοντας την ανθρώπινη ποιότητα με την πολιτική τοποθέτηση, κατά βάση είχε συλλάβει σωστά την ουσία της αριστερής πολιτικής.
Η αριστερά είναι πράγματι με τον αδύναμο.
Κι όσο πιο αδύναμος είναι, τόσο περισσότερο κοντά του είναι.
Και από εκεί αντλεί την πολιτική της δύναμη, από τη δυνατότητα να βοηθά και να αναδεικνύει τις δυνατότητες των πιο αδύναμων στρωμάτων της κοινωνίας.
Άλλο επίσης το ζήτημα του κατά πόσον ο αδύναμος πράγματι αξίζει βοήθειας.
Ή αν η βοήθεια αυτή θα τον κάνει δυνατό, ή απλώς θα κολακέψει την αδυναμία του. Αυτά  είναι επιχειρήματα που ακούγονται από δεξιούς, συχνά έχοντας σοβαρή βάση.
Διότι είναι άλλο πράγμα η κοινωνική αλληλεγγύη και άλλο πράγμα η ισοπέδωση των πάντων, συνήθως προς τα κάτω – όπως έδειξε η πρακτική στις πρώην χώρες του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ας μην ξεφεύγουμε όμως, ας μείνουμε χάριν της κουβέντας σ’ αυτό που είπαμε παραπάνω και νομίζω κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει σοβαρά.
Και τώρα ας δούμε τί απέγινε με την ελληνική αριστερά σε όλες τις εκφάνσεις της.
Την αμιγώς «ορθόδοξη» κομουνιστική αριστερά όπως εκφράζεται από το ΚΚΕ, τις «ανανεωτικές» βερσιόν της (βλ. ΣΥΡΙΖΑ αλλά και εν μέρει ΔΗΜΑΡ) αλλά και – γιατί όχι; - τις σοσιαλδημοκρατικές εκδοχές της (ΠΑΣΟΚ και εν μέρει πάλι ΔΗΜΑΡ, αλλά ενδεχομένως Οικολόγους κλπ).
Ποιος ακριβώς επιλέγουν οι εκδοχές αυτές να υπερασπιστούν πρωτίστως; Χάριν ποιων κοινωνικών ομάδων είναι έτοιμες να «βγουν στα κάγκελα»;
Πριν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε, ας συμφωνήσουμε στο ποιοι είναι οι περισσότερο αδύναμοι στην Ελλάδα σήμερα – τουλάχιστον στον οικονομικό/εργασιακό τομέα που ούτως ή άλλως είναι επίσης πεδίο που η αριστερά θεωρεί προνομιακό για τον εαυτό της.
Είναι σίγουρα οι άνεργοι.
Επίσης οι μερικώς απασχολούμενοι, οι ανασφάλιστοι οι έχοντες λαμβάνειν μισθούς μηνών.
Και πάντως όλοι, είτε συμπεριλαμβάνονται στις παραπάνω κατηγορίες είτε όχι, που δεν έχουν την ελευθερία να συνδικαλιστούν, δεν έχουν «άκρες» με τα ΜΜΕ για να ακουστούν, δεν αποτελούν ομάδες με δυνατότητα να πιέσουν κοινωνικά.
Στο ερώτημα λοιπόν ποια εκδοχή της ελληνικής αριστεράς ασχολείται πρωτίστως και αυτοτελώς με τους παραπάνω η απάντηση είναι θλιβερή και ποσοτικά αλλά και ποιοτικά.
Μόνο το ΚΚΕ, μόνο του, ή διά του ΠΑΜΕ.
Οι άλλοι, πολύ απλά απέχουν.
Είναι υπερβολικά απασχολημένοι να κυβερνούν (ή να ετοιμάζονται να κυβερνήσουν) όταν δεν είναι πολύ απασχολημένοι να συζητούν (σε υψηλό – αριστερό – επίπεδο, εννοείται).
Ακόμα χειρότερα: Συχνά, είναι πολύ απασχολημένοι να υπερασπίζονται εργαζόμενους καλοπληρωμένους, ανεξέλεγκτους, με ελάχιστη παραγωγικότητα και που δημιουργούν συνεχώς προβλήματα στους συμπολίτες τους.
Και το πιο ωραίο; Όταν κάποιος τους το επισημαίνει αυτό, αυτοί έχουν την απάντηση έτοιμη: Τον κατηγορούν για θιασώτη του λεγόμενου «κοινωνικού αυτοματισμού», που συνίσταται στην αληθοφανή θεωρία ότι αν δεν υπερασπιστείς τον χειρότερο και βολεμένο, μετά θα έρθει η σειρά του λιγότερο κακού και βολεμένου, μετά του καλού και στο τέλος του καλύτερου πλην όμως εντελώς αβόλευτου.
Τον οποίο, εννοείται, πάλι ποτέ δεν τον υπερασπίζεται κανείς πρώτον αυτόν – πλην ΚΚΕ, όπως είπαμε.
Άρα, σύμφωνα με την ανωτέρω σοφιστεία (που όμως πάντα θα βρίσκει αφελείς και πρόθυμους να τη δεχτούν) «οφείλουμε» να υπερασπιζόμαστε τους χειρότερους.
Κι ας μην είναι καθόλου αδύναμοι.
Κακά τα ψέματα, όλοι αυτοί απλώς υπερασπίζονται τους πελάτες τους ή τους πελάτες των άλλων που φιλοδοξούν να γίνουν δικοί τους.
Καλά κάνουν απ’ τη μια, εξάλλου τα ψηφαλάκια είναι το ζητούμενο και η πείρα έχει δείξει ότι τα οργανωμένα συμφέροντα φέρνουν περισσότερα από τα ανοργάνωτα. Απλώς πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αυτό πολύ απλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ.
Ακόμα και η γιαγιά μου θα το καταλάβαινε αυτό – και το καταλάβαινε έστω και ενστικτωδώς.
Ίσως γι’ αυτό επέμενε μέχρι τέλους να ψηφίζει το ΚΚΕ σε αντίθεση με τα παιδιά και τα εγγόνια της που με τη «σοφία» που αποκτήσαμε στο άστυ και τα πανεπιστήμια, δεν μπορούσαμε παρά να περιφρονούμε την παλαιολιθικότητα των καθ’ ημάς νοσταλγών του Στάλιν.
Κι όμως, να που τελικά η γιαγιά είχε δίκιο.
Να που η μόνη αριστερά στην Ελλάδα είναι οι κουκουέδες και οι παμίτες.
Κατάντια; Ίσως.
Αλλά αυτή είναι η μισή ντροπή του ελληνικού πολιτικού συστήματος, να διαθέτει μια αριστερή πλευρά που πλην μιας σχεδόν γραφικής μειοψηφίας δεν είναι τέτοια – και τελικά δεν είναι ΤΙΠΟΤΑ.
Η άλλη μισή είναι η δεξιά πτέρυγα, που κατά βάση επίσης δεν είναι αληθινή δεξιά αλλά κακή ιμιτασιόν.
Αλλά γι’ αυτήν θα επανέλθω με νεότερο πόνημα.

Ο Παραβάτης

1 σχόλιο:

  1. Ο φτωχός, ο άνεργος, ο ανασφάλιστος, ο άεργος πρώην ελευθερος επαγγελματίας που κατοικεί σε 'προνομιούχες' περιοχές νομίζω οτι θα ήθελε να κυκλοφορεί ασφαλής αυτός και τα παιδιά του, θα ήθελε να πάει για καφέ στη γειτονιά και να μην χρειάζεται να κλειδαμπαρώνει , δεν θα ήθελε τα παιδιά του να ζουν σε διαμέρισμα, σπίτι το οποίο εχει καταντησει κανονική φυλακή με τα κάγκελα που εχει τοποθετήσει για την ασφαλεια του.
    Δηλαδή αν δεν βγει η αριστερα να διαδηλώσει, προτείνει για την ασφαλεια του μη προνομιούχου ποιος θα το κανει :
    Στην Καισαριανή της γερμανικής κατοχής δεν νομίζω οι κουκουλοφόροι οτι τολμούσαν να κανουν διανομή συσσιτίου.
    Δεν νομίζω οτι το ξυπόλυτο τάγμα του Παπαφείου που ειχε αμολυθεί στην κατοχική Θεσσαλονίκη να πιστευει κανεις οτι συνεργαζόταν με τις κατοχικές δυναμεις ή τους συνεργατες τους.
    Εμπρός πεδίον δοξης λαμπρόν για την αριστερά να εμφανιστεί στις γειτονιές να δουν οτι υπάρχει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή