15.10.12

Για τον καπετάν Μίκη Ζέζα

Τώρα που έπεσαν οι αυλαίες στις εκδηλώσεις τιμής για τους ήρωες του Μακεδονικού Αγώνα και ιδιαίτερα το σύμβολο του Αγώνα, τον Παύλο Μελά, θελήσαμε και εμείς να κλείσουμε με ένα ακόμα κείμενο του κου Μέρτζου, αφιερωμένο στο μεγάλο αγωνιστή.

Σαν τέτοια ώρα 

Σαν τέτοια ώρα στο βουνό, ο Παύλος λαβωμένος… Έτσι, εμείς οι Μακεδόνες, όπως οι πάπποι μας και οι πατέρες μας, θρηνούμε ακόμη και τραγουδούμε τον καπετάν Μίκη Ζέζα, τον καπετάνιο της αγάπης και της θυσίας. Και το κλαρίνο, βαρύ, πυκνό, δωρικό γεμίζει τις γαληνές κοιλάδες, εκεί ψηλά, στα βουνά μας, όπου σέρνονται οι πρώτες ομίχλες του φθινοπώρου. Και σμίγουν οι θρύλοι με την ζωή, τα περασμένα με τα μελλούμενα. Και υπέρτατη η σιωπή. 

-Ωχ, πονώ, είπε ο καπετάνιος. Στη μέση με πήρε. Και είπε πάλι: πονώ. 

Έτσι περιγράφει ο καπετάν Λάκης Πύρζας, από την Φλώρινα, το θάνατο του παλληκαριού. Και από το κεμέρι του έτρεξαν λίρες. Εκεί, στον αυλόγυρο ενός ταπεινού σπιτιού, στην Στάτιστα, πίσω από το Βίτσι, στα έγκατα θάλεγες του μεγάλου βουνού, στα άχραντα Κορέστια 

Δεν ήταν ο πρώτος που έπεσε στον αγώνα και δεν ήταν ο τελευταίος, ο Παύλος Μελάς. Ήταν όμως μια από τις αγνότερες μορφές του αγώνα, η αγνότατη ίσως. Και γι’ αυτό έμεινε για πάντα, ολοζώντανος, φυλακτό, στην καρδιά μας, των Μακεδόνων. Πολλά έχουν ειπωθεί κι ακόμη περισσότερα έχουν γραφεί για τον Παύλο Μελά. Ήταν ο ευπατρίδης, που άφησε πίσω του μόνη ταπεινωμένη και ταπεινή την Αθήνα και με το θάνατό του την συγκλόνισε και την αφύπνισε, της ξανάδωσε πάλι την περηφάνεια και την εθνική της αποστολή: την έκανε πρωτεύουσα του μαχόμενου ελληνισμού. 

Αυτή εέιναι η μεγάλη, η αδιατίμητη προσφορά του στην πορεία του Έθνους. Έκανε Έλληνες τους μικροελλαδίτες. Η μέγιστη όμως συνεισφορά του Παύλου Μελά ήταν το ήθος του, το ελληνικό ήθος. Και αυτό κατέθεσε, με το αίμα του, στο θησαυροφυλάκιο της ελληνικής Ιστορίας. Γιατί υπήρξε ο μόνος και ο τελευταίος που δεν πήρε τα όπλα της εκδίκησης, τιμωρός, μαχητής, αλλά ήλθε ως ειρηνοποιός και εκήρυξε, με τη σύντομη ζωή του, την αγάπη και την ειρήνην, την συμπόνια και την ανθρωπιά, την καταλλαγή και την συμφιλίωση. 

Οι επιστολές του προς την αγαπημένη του Νάτα, την αδελφή του μεγάλου Ίωνος Δραγούμη, στάζουν δάκρυ, όχι φωτιά. Πόνο, όχι μίσος. Περνούσε και μόνος του έκλαιγε, δεν άντεχε η μεγάλη του καρδιά την μεγάλη, την ανελέητη σφαγή. Γι’ αυτό ίσως στο στήθος του αριστερά, πάνω ακριβώς από την καρδιά, έφερε ασημένιο τον σταυρό στο μαύρο του μακεδονίτικο ντουλαμά. Και, γι’ αυτό, προσέφερε εαυτόν ιερό σφάγιον της θυσίας και της αγάπης. 

Ο θάνατός του δεν ήταν ηρωικότερος. Υπήρξαν ηρωικότεροι, εκθαμβωτικοί θάνατοι. Ο θάνατός του ήταν μια τελειωμένη κοινωνία: μας μοίρασε το σώμα του και το αίμα του στην Μακεδονία. Ήταν επόμενο ότι έφερε, αργά αλλά σίγουρα, το φως και την ειρήνη, την ελευθερία και την έξοδο του ανθρώπου από την βαθειά νύχτα. Φι’ αυτό εμείς οι Μακεδόνες τον αισθανόμαστε πάντοτε δίπλα μας, μεγάλον αδελφόν και οδηγόν, καπετάνιο και εσταυρωμένον. 

Γιατί αυτό ακριβώς υπήρξε όλος ο Μακεδονικός Αγώνας, ο αγώνας του μακεδονικού ελληνισμού: ένας Σταυρός και μια υπέρβαση του θανάτου δια του θανάτου. Σ’ αυτούς που έπεσαν στα πεδία των μαχών και στους δρόμους των πόλεων, στα σκοτεινά λαγούμια, στις εκκλησιές και στα σχολειά, εμείς οι Μακεδόνες κλίνουμε σήμερα το γόνυ με ευλάβεια και με ευγνωμοσύνη, αλλά προ πάντων με υπερηφάνεια. Υπερηφάνεια για τους άμωμους Μακεδόνες σλαβόφωνους, που, βωβοί, με τα μάτια γεμάτα Ελλάδα, υπέμεναν αργά, καρτερικά, τον μαρτυρικότατον των θανάτων προτιμώντας να αποθάνουν παρά να ανταλλάξουν την πίστη τους, την εθνικήν τους ταυτότητα, με την ζωή τους. 

Νικόλαος Ι. Μέρτζος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου