25.1.13

Ο "πολιτισμός των αστικών λεωφορείων".


Ώρες ώρες με πιάνουν οι «θύμισες», και μου ’ρχονται στο μυαλό διάφορα, τα οποία τα εξορκίζω μοιραζόμενός τα μαζί σας.
Θυμήθηκα λοιπόν πως τη δεκαετία του ’70, όταν ήμουν μαθητής γυμνασίου στη Θεσσαλονίκη, έπαιρνα κάθε μέρα τέσσερα λεωφορεία.
Δυο για να πάω και να έρθω στο σχολείο, και δυο το βραδάκι για να πάω και να έρθω στο φροντιστήριο. 


Και μάλιστα μιλάω για εκείνα τα παλιά τα καπνογόνα ερείπια του ΟΑΣΘ, που αγκομαχούσαν στην ευθεία, με τον κόσμο παστωμένο σαν σαρδέλες, και τον εισπράκτορα να φωνάζει από το μικρόφωνο «προχωράτε πιο μέσα παρακαλώ…».


Αυτές οι σωματικά οδυνηρές, και ψυχολογικά τραυματικές εφηβικές μου εμπειρίες, με οδήγησαν στο να μην ανέβω ξανά σε λεωφορείο, στο βαθμό που μπορούσα να το αποφύγω.
Αν προσθέσουμε και κάτι ωριαίες και βάλε καθημερινές διαδρομές με λεωφορείο στις χιονισμένες στέπες της πόλης του Βορρά όπου σπούδαζα επί αρκετά  χρόνια, θα καταλάβετε την απέχθεια που αισθάνομαι για τα ΜΜΜ…
Και είναι γεγονός, ότι από το 1988 περίπου δεν ξανανέβηκα σε λεωφορείο, παρά μόνο ελάχιστες φορές, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Μάλιστα, τις φορές αυτές (δεκαετίες του ’90, και του ΄00) που ανέβηκα, μου προξένησε μεγάλη εντύπωση η αλλαγή στην ανθρωπογεωγραφία των εποχούμενων στα αστικά λεωφορεία της Θεσσαλονίκης.
Διότι μπορεί το 1976 τα οχήματα να ήταν παλιά, και ο κόσμος πολύς, υπήρχε όμως μια ευγένεια, και μια έμφυτη διακριτικότητα.
Υπήρχε αυτό που λέμε ανθρωπιά και φιλότιμο.
Οι νέοι σηκώνονταν για τους μεγαλύτερους, αυτός που ήθελε να κατέβει σου ζητούσε συγγνώμη για να περάσει, όλοι πλήρωναν εισιτήριο, οι φάτσες ήταν χαμογελαστές, κλπ.
Υπήρχε ένα είδος «πολιτισμού των λεωφορείων».
Και αυτό ήταν συνάρτηση της τότε κοινωνίας.
Πιο φτωχιάς μεν, πιο ανθρώπινης δε.
Τις φορές όμως που ανέβηκα στο ενδιάμεσο, μου έκανε εντύπωση πρώτον ότι δεν υπήρχε πλέον εισπράκτορας, και δεύτερον ότι σχεδόν κανείς δεν ακύρωνε το εισιτήριό του.
Όπως εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι η πλειοψηφία των επιβατών ήταν νεαροί μαθητές, ηλικιωμένοι συνταξιούχοι, και κυρίως αλλοδαποί (ως επί το πλείστον ρωσοπόντιοι).
Προφανώς, η τεχνητή ευμάρεια που περνούσαμε ως χώρα, επέτρεψε στους περισσότερους να μετακινούνται με ταξί ή με τα ΙΧ τους, όπως άλλωστε και εγώ (για διαφορετικούς όμως λόγους).
Προχθές έτυχε να ανέβω και πάλι σε λεωφορείο, μετά από σχεδόν μια ολόκληρη δεκαετία.
Ήταν σαν εικόνα από το παρελθόν.
Σαν να είχα μεταφερθεί και πάλι στο 1977…
Με μια μόνο διαφορά: Εκτός του ότι δεν υπήρχε εισπράκτορας, επίσης δεν υπήρχε ούτε πολιτισμός, ούτε ευγένεια… ούτε ανθρωπιά.
Το λεωφορείο ήταν γεμάτο σε βαθμό ασφυξίας, μόνο που έφηβοι καθόντουσαν καλωδιωμένοι και στον κόσμο τους ενώ δίπλα τους υπήρχαν ετοιμόρροποι γέροντες, και κανένας μα κανένας δεν χαμογελούσε.
Όταν κάποιος ήθελε να περάσει μπροστά, σε έσπρωχνε σχεδόν βίαια, αγριοκοιτάζοντας γύρω του. 
Γύρω του, όπου οι φάτσες ήταν όλες μα όλες σφιγμένες, αν όχι αγριεμένες, με τις γυναίκες να κρατάνε γραπωμένες επάνω τους τις τσάντες, και ο ένας να κρυφοκοιτάει με καχυποψία τον διπλανό του.
Συμπέρασμα;
Η κρίση μας επανέφερε σε κάποιες παλιές καλές συνήθειες, όπως είναι η χρήση του αστικού.
Αλλά αντί να μας φέρει πιο κοντά, μας απομάκρυνε τον έναν από τον άλλον.
Μας έκανε πιο αγενείς, πιο καχύποπτους, και λιγότερο ανθρώπινους.
Και σε αυτό μπορεί να φταίνε πολλά, και όχι μόνο η οικονομική ανέχεια.
Και μιας και άρχισα τις αναμνήσεις, να πω πως θυμάμαι ότι το 1976 το εισιτήριο με μαθητικό πάσο ήταν μόλις μία δραχμή, και το κανονικό τέσσερις.
Προχθές ήταν 80 λεπτά του ευρώ! Δηλαδή σχεδόν 300 δραχμές!!!!!
Ουάου….

Strange Attractor

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου