11.7.14

Έθνος ειδικών αναγκών και σπανίων ικανοτήτων...



 Επανέρχομαι σε ένα θέμα που έθιξα χθες εν παρόδω, διότι διαθέτει το απαραίτητο αβυσσαλέο βάθος, ώστε να απαντάται συχνά εκεί, στη φυσική του κατάσταση (δηλαδή σε χαύνωση), ο υπαρκτός Ελληνισμός.
Εννοώ το κατά πόσον «συναθροίζονται» οι ξεχωριστές προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης για την πώληση της μικρής ΔΕΗ.



Δεν έχει σημασία ούτε πώς ξεκίνησε ούτε ποιος έδωσε την αφορμή.
Δεν έχει σημασία ούτε αν συνεχίζεται, έστω με φθίνουσα ορμή, ούτε αν έκλεισε οριστικά το θέμα.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, αρκεί και μόνο ότι για ένα διάστημα το θέμα απασχόλησε, με τον δέοντα τρόπο της σοβαροφάνειας, πολιτικούς και δημοσιογράφους.
Αρκεί ότι για λίγο το πήραμε σοβαρά…


Οτι το πήραμε σοβαρά δείχνει πόσο άνετα νιώθουμε, εν τέλει, με την ιδέα μιας ανώτερης αρχής, η οποία λειτουργεί με σκοπό να καλύπτει τις προσωπικές αδυναμίες και τα μειονεκτήματά μας, επειδή εμείς δεν θέλουμε να έχουμε ευθύνη γι’ αυτά ― τόσο απλό είναι.
Τέσσερα κόμματα της αντιπολίτευσης συμφωνούν στην κεντρική ιδέα της πρότασης, σε μεγάλο βαθμό και στις βασικές παραμέτρους τους.
Παρόλα αυτά, κρίνουν ότι σπουδαιότερο για το καθένα από αυτά είναι να διαφωνεί με όλα τα υπόλοιπα.
Ετσι, καταλήγουν να υποβάλουν το καθένα τη δική του πρόταση. Αυτά περιγράφουν την πραγματικότητα.
Από εκεί και πέρα, γιατί κατόπιν θα πρέπει να έλθει κάποια ανώτερη αρχή να διορθώσει την ανοησία τους και να ερμηνεύσει τις πράξεις τους βάσει των προθέσεών τους και όχι της πραγματικότητάς τους;
Η Βουλή των Καθυστερημένων είναι αυτή, ώστε να χρειάζεται τις υπηρεσίες ενός κράτους προνοίας;
Οπως φαίνεται, κάπου εκεί έχουμε καταντήσει...
Η βοήθεια προς τους υστερούντες λόγω των πάσης φύσεων αναπηριών είναι υποχρέωση ενός πολιτισμένου κράτους.
Λίγοι θα διαφωνήσουν με την αρχή αυτή.
Στην Ελλάδα, όμως, αναπτύξαμε μια κουλτούρα, κατά την οποία όλοι δικαιούνται από το κράτος την ειδική μεταχείριση που αρμόζει στους ανάπηρους.
Το βαθιά γελοίο γεγονός ότι κάτσαμε να σκεφθούμε σοβαρά, αν τέσσερις ξεχωριστές προτάσεις ταυτίζονται σε μία, δείχνει τις βλάβες που έχει υποστεί η νοοτροπία μας, έπειτα από χρόνια πατερναλιστικού κρατισμού και συστηματικής κατήχησης στα ιδεώδη του κολλεκτιβισμού.
Οχι μόνον μας φαίνεται φυσιολογικό να μας αντιμετωπίζουν οι αρχές, οι θεσμοί, το κράτος σαν άτομα με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ). Το εξιδανικεύουμε κιόλας, το ανάγουμε σε κοινωνικό αγαθό και το απαιτούμε στη μορφή και τη λειτουργία των θεσμών μας.
Θεωρούμε δίκαιο (και προφανώς έχει κάποια λογική) να αποζημιώνουμε τους αγρότες για το χαλάζι.
Από εκεί όμως, εμείς επεκτείνουμε αυτή τη λογική σχεδόν στα πάντα, ώστε, ει δυνατόν, να απαλλαγούμε από τον βραχνά της ατομικής ευθύνης.
Απαιτούμε, λ.χ., αποζημίωση των ομολογιούχων για την απερισκεψία τους να επενδύσουν σε ένα κράτος που πήγαινε κατευθείαν για χρεοκοπία.
Απαιτούσαμε, κάποτε, ακόμη και την αποζημίωση των χαμένων του Χρηματιστηρίου για τη βλακεία τους.
Απαιτούμε, σε τελευταία ανάλυση, ένα κράτος-πατερούλη, το οποίο πάντα θα μπορεί να μαζεύει όποιον πέφτει.
Ενα κράτος που, αν γίνεται, θα εξαλείψει τις αναποδιές της ζωής και θα φέρει τον παράδεισο της ισότητας για πάντα.
Γίνεται αυτό;
Μέχρις ενός βαθμού και βέβαια γίνεται, εφόσον δεν σε νοιάζει το τίμημα.
Ηταν αυτό που φτιάξαμε τριγύρω μας και χρεοκόπησε.
Οι δε δυσκολίες που συναντάμε σήμερα στην προσπάθεια της ανασυγκρότησης είναι το τίμημα του εξισωτισμού, στον οποίον εμείς βολευτήκαμε μια χαρά, ώσπου έπαψαν να τον χρηματοδοτούν οι ξένοι που μας ζηλεύουν και μας μισούν. Διότι, αν βασίζεσαι σε ένα κράτος που πάντα θα σηκώνει στα πόδια τους εκείνους που έπεσαν, δύο τινά είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμβούν: πρώτον, θα εξαλειφθούν για τους περισσότερους τα κίνητρα της προσαρμογής στην πραγματικότητα και της προσωπικής βελτίωσης και, δεύτερον, αναπόφευκτα ο πήχυς θα αρχίσει να κατεβαίνει στα πάντα.
Οταν η ζωή γίνεται χαριστικά ευκολότερη για τους υστερούντες, γίνεται δυσκολότερη για τους άλλους που δεν υστερούν και, βαθμιαία, εξελίσσεται προς την ομογενοποίηση της υστέρησης.
Δείτε, ας πούμε, την ανώτατη εκπαίδευση.
Κανείς δεν ξέρει τι αντίκρισμα έχει σήμερα το λεγόμενο «πτυχίο».
Θέλετε παράδειγμα;
Ο Τσίπρας έχει «τελειώσει» μηχανικός στο Πολυτεχνείο ― έχει κάνει και «μεταπτυχιακό» κιόλας.
Θα του εμπιστευόσασταν ποτέ να σας χτίσει το σπίτι; (Θα σας αποθάρρυνε πρώτα ο ίδιος, πιστεύω, για να μην μπλέξει...).

Στέφανος Κασιμάτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου