19.12.14

Η ελληνική παγίδα.



Στην πορεία προς την κορύφωση των εξελίξεων, ο πρωθυπουργός επανέφερε με εμφατικό τρόπο στον δημόσιο λόγο έναν όρο που το 2011-2012 προκαλούσε, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, ανατριχίλες.
Grexit. Καταλογίζοντας ότι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που προκαλεί ξανά διεθνώς τη σχετική ανησυχία.
Οι ξενοδόχοι παραπονέθηκαν ότι η αναφορά και μόνο προκάλεσε τις πρώτες ακυρώσεις κρατήσεων. Και ο ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγόρησε για «κινδυνολογία» και «πολιτική φόβου».



Ο κ. Σαμαράς έχει υποστεί συνέπειες για την αλλαγή στάσεως του τον Νοέμβριο του 2011. Απώλειες ψηφοφόρων, χαμηλά εκλογικά ποσοστά, ακύρωση αυτοδυναμίας, υποχρέωση συγκυβερνήσεως.
Η αρχική εξήγηση για την αλλαγή πλεύσεώς του υπήρξε ότι επικράτησε η «συστημικότητά» του. Στην πορεία είδε το φως άλλη μια ερμηνεία : ότι πίστευε το «όχι» στο πρώτο Μνημόνιο την Άνοιξη του 2010, αλλά στο τέλος του 2011 έφτασε στη διαπίστωση ότι οι συνθήκες είχαν αλλάξει δραματικά και υπήρχε μεγάλος κίνδυνος εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη…

Από την έκβαση της εκλογικής διαδικασίας στη Βουλή την 29η Δεκεμβρίου θα προκύψει είτε ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης του Μνημονίου θα γίνει με τον Σαμαρά πρωθυπουργό, είτε εκλογές με ενδεχόμενο τον Φεβρουάριο ο Τσίπρας να μεταβαίνει στις Βρυξέλλες ως πρωθυπουργός για να «κουρέψει» το χρέος ή το αυγό.
Σε κάθε περίπτωση, ο για τους 6 στους 10 Έλληνες υπαρκτός κίνδυνος «Grexit» θέτει επώδυνα στο τραπέζι δύο ζητήματα.
Πρώτον, το τρέχον, ποιες θα είναι οι συνέπειες για τον ελληνικό λαό από τη διαπραγμάτευση του αμέσου μέλλοντος με τους δανειστές, οποιοσδήποτε και αν κληθεί να την κάνει, δεδομένου ότι ενδεχόμενο «Grexit» θα επικρέμεται ως Δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι του Έλληνα πρωθυπουργού.
Θέτει όμως υπόρρητα και το σημαντικότερο θέμα, του οποίου η συζήτηση έχει εξοβελιστεί από το δημόσιο λόγο: τελικά, μετά από τριανταπέντε χρόνια συμμετοχής στην ευρωπαϊκή υπερδομή πού οδεύουμε ως έθνος, κράτος, οικονομία, κοινωνία, παράδοση;
Για το πρώτο, υπό κανονικές συνθήκες το ερώτημα θα ήταν «τι μπορούμε να περιμένουμε;». Γιατί αφετηρία κάθε διαπραγματευτικής διαδικασίας αποτελεί η επιδίωξη προώθησης γενικών και εξειδικευμένων εθνικών συμφερόντων.
Όμως η εθνικά καταστροφική τριακονταετία 1981-2011, με απόγειο την πολιτεία Παπανδρέου 2009-2011, έχει φέρει τη χώρα περίπου στη θέση “επαφίεμαι στην καλωσύνη των ξένων”.



Όλες πλέον οι βασικές επιλογές δεν εκκινούν από την επιδίωξη διαπραγμάτευσης εθνικών συμφερόντων μεταξύ ισότιμων εταίρων. Παρά συνθέτουν ένα πλαίσιο συμπεριφοράς που, όπως επανειλημμένα έχουν δηλώσει κορυφαίοι πολιτειακοί παράγοντες, στοχεύει αποκλειστικά στο να κρατήσει με κάθε μέσο τη χώρα στην Ευρωζώνη.
Έτσι, το ερώτημα «τι μπορούμε να περιμένουμε;» έχει ουσιαστικά μεταλλαχθεί στο παθητικό «τι θα αντιμετωπίσουμε;». Το οποίο όμως, με τη σειρά του, απηχεί μείζον γεωπολιτικό ερώτημα της εποχής : τι σχεδιάζει η Γερμανία και πού οδεύει η Ευρώπη;
Και αν το συμπυκνώναμε κινηματογραφικά : “Στο μυαλό της Άνγκελα Μέρκελ”.
Η Γερμανίδα καγκελάριος είναι το πλέον ισχυρό πρόσωπο στην Ευρώπη. Όμως, παραβλέποντας τις προσφιλείς στην Ελλάδα δαιμονοποιήσεις της, οι αποφάσεις της δεν πηγάζουν μόνο από προσωπικές επιθυμίες ή ιδεολογικές προτιμήσεις.
Εκπορεύονται από την απρόσωπη, διαχρονική, ιστορική ροπή του Γερμανικού Έθνους.
Κάποτε, αντίστοιχη (ροπή) εκδηλώναμε κι εμείς.
Για το λόγο αυτό, εάν δεν βρίσκονται διαρκώς στο νου οι πολιτικές καταβολές της ΕΕ, δεν μπορούν και να ερμηνευθούν οι επιμέρους οικονομικές αποφάσεις τών Μέρκελ-Σόιμπλε που μάς αφορούν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργήθηκε για πολιτικούς λόγους. Τα οικονομικά ζητήματα που υπεισήλθαν, υπήρξαν τα μέσα για την επίτευξη ενός υψηλού σκοπού.
Ο σκοπός ήταν να σταματήσουν οριστικά οι πόλεμοι που ερείπωσαν την Ευρώπη στο πρώτο μισό του 20ου Αιώνα.
Κλειδί για την επίτευξη του σκοπού ήταν η θεμελίωση μιας αδιάρρηκτης γαλλογερμανικής συμμαχίας, που εδραζόταν στην αμοιβαία προοπτική οικονομικής ευημερίας.
Αυτό υπήρξε το μεταπολεμικό, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Συμβόλαιο.
Κάντε χρήματα όχι πόλεμο.
Στην μεταπολεμική, ευρωπαϊκή πορεία η Γερμανία επανέκτησε τον προπολεμικό της ρόλο, ως κυρίαρχη εξαγωγική δύναμη της Ευρώπης. Για τους Γερμανούς, η πρωταρχική εκδοχή της ευρωπαϊκής ενοποίησης υπήρξε το θεμέλιο για την επίλυση του διαχρονικού γερμανικού προβλήματος : η γερμανική παραγωγική δυναμικότητα υπερέβαινε την καταναλωτική τους δυνατότητα.
Η Γερμανία έπρεπε να εξάγει προκειμένου να προασπίζει την οικονομία της, δηλαδή την ύπαρξή της, έτσι κάθε φραγμός στο ελεύθερο εμπόριο σήμαινε απειλή για τα γερμανικά συμφέροντα.
Η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής ζώνης ελευθέρων συναλλαγών ήταν λοιπόν επιτακτική. Όσο περισσότερα κράτη συμπεριλαμβανόντουσαν σε αυτήν τόσο περισσότερες αγορές θα ήταν ανοιχτές για τα γερμανικά προϊόντα. Άλλωστε η Χανσεατική Ένωση απείχε ιστορικά μόλις πέντε αιώνες.
Η Γερμανία πρωτοστάτησε επίσης στη θέσπιση πανευρωπαϊκών προτύπων, σε τομείς όπως για παράδειγμα περιβαλλοντικές προϋποθέσεις και εργασιακοί όροι. Αυτές οι πολιτικές προστάτευαν τις μεγάλες γερμανικές εταιρείες, που μπορούσαν να απορροφήσουν το κόστος για την τήρησή τους. Το να αυξάνει στους Ευρωπαίους ανταγωνιστές της το κόστος εισόδου σε οποιαδήποτε αγορά υπήρξε πρωτεύουσα γερμανική στρατηγική.
Παρότι δε το Ευρώ υπήρξε και απαίτηση του Μιττεράν, για να συναινέσει στην γερμανική ενοποίηση, ο δυναμισμός της γερμανικής οικονομίας, που επέφερε έκλειψη της γαλλικής ισχύος και τελικά μετέτρεψε τους Γάλλους προέδρους σε yesmen της Μέρκελ, επέβαλε τη Γερμανία ως αδιαφιλονίκητο ηγέτη στην νομισματική πολιτική της Ευρωζώνης.
Ενιαίο νόμισμα στην πιο αναπτυγμένη ζώνη της Ευρώπης, ελεγχόμενο από μια τράπεζα (ΕΚΤ) στην οποία η Γερμανία ασκούσε ουσιαστικό έλεγχο. Αν ήσασταν Γερμανοί θα μπορούσατε να σκεφτείτε κάτι καλύτερο;
Το Ευρώ, ενισχυμένο με αντιπληθωριστικές πολιτικές, προστάτευε τους Γερμανούς πιστωτές από τις ευρωπαϊκές χώρες εκείνες που, ευρισκόμενες κάτω από την αδήριτη ανάγκη, θα έμπαιναν στον πειρασμό να “πληθωρίσουν” το χρέος τους. Η περίπτωση του χρεωμένου Νότου.
Ενώ με το χρέος εκπεφρασμένο σε Ευρώ και την ΕΚΤ να ρυθμίζει την αξία του ενιαίου νομίσματος, οι χρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης βρέθηκαν παγιδευμένες σε μια νομισματική πολιτική γερμανικής κοπής, αδιέξοδη για τις ίδιες.
Όσο η Ευρωζώνη ευημερούσε, ανεξάρτητα του αν η ευημερία για χώρες όπως η Ελλάδα ήταν πλασματική, τα προβλήματα της μονομερούς αρχιτεκτονικής του ευρώ παρέμεναν αφανή. Μόνο το στρατόπεδο των ευρωσκεπτικιστών, κι εκείνο χλιαρά, συντηρούσε μια εστία αμφισβήτησης.
Αλλά η κρίση του 2008 έφερε τα προβλήματα στην επιφάνεια.
Πρώτον, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είχαν αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο με τη Γερμανία.
Δεύτερον, η νομισματική πολιτική επικεντρωνόταν στην προστασία των γερμανικών και δευτερευόντως των γαλλικών συμφερόντων.
Εν κατακλείδι, το ρυθμιστικό καθεστώς του ευρώ και η ΕΚΤ παρήγαγε συστημική ακαμψία, η οποία προστάτευε τις μεγάλες, υπερεθνικές επιχειρήσεις.
Πόρρω απείχε από ό,τι θα εξυπηρετούσε οικονομίες βασισμένες σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και με ισχυρό ποσοστό αυτοαπασχολουμένων, που σε συνθήκες κρίσης έχουν ανάγκη συστημικής ευελιξίας.

Υπό την πίεση της κρίσης οι πολιτικές επιλογές επιβλήθηκαν στην Μέρκελ από τις περιστάσεις. Η Γερμανία εξαρτάτο από τις εξαγωγές της, ιδίως προς την υπόλοιπη Ευρώπη.
Όφειλε λοιπόν πρωτίστως να διασφαλίσει ότι η ζώνη ελευθέρου εμπορίου θα παραμείνει ανέπαφη. Δευτερευόντως, έπρεπε να ελαχιστοποιήσει για τη Γερμανία το κόστος σταθεροποίησης του συστήματος, επιρρίπτοντάς το όσο ήταν δυνατόν στις άλλες χώρες.
Έπρεπε επίσης να πείσει τους Γερμανούς ψηφοφόρους ότι η κρίση οφειλόταν στους ανεπρόκοπους Νότιους, και ότι η ίδια θα στεκόταν εμπόδιο στο να εκμεταλλευτούν τη Γερμανία με δανεικά και αγύριστα διάσωσης.
Αλλά η αλήθεια είναι ότι, πέρα από τις δημοσιονομικές ακολασίες των Νοτίων, η κρίση σε ένα σημαντικό ποσοστό οφείλεται στο ότι η Γερμανία κατέκλυσε με προϊόντα τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές, εξάγοντας μέσω του ελευθέρου εμπορίου το συγκριτικό της πλεονέκτημα, το παραγωγικό της πλεόνασμα.
Στο ότι μέσω ρυθμιστικού πλαισίου περιόρισε σε όφελός της τον ανταγωνισμό.
Και στο ότι σε κάθε ευρώ δανείου αντιστοιχούσε όχι μόνο ένας απερίσκεπτος δανειζόμενος αλλά και ένας απερίσκεπτος δανειστής.
Ικανή πολιτικός η Μέρκελ, δημιούργησε τον μύθο του κατεργάρη Έλληνα που εξαπάτησε τον φερέγγυο Γερμανό.
Παρά όμως την παρελκυστική ρητορική, η πολιτική Μέρκελ παρέμενε ευκρινής. Έπρεπε με κάθε τρόπο να αποτρέψει αποχώρηση χώρας από την Ευρωζώνη – τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθούν τα οχυρωματικά έργα στον χρηματοπιστωτικό τομέα του σκληρού πυρήνα της ΕΕ. Αν άρχιζε το «ξήλωμα» του πουλόβερ ουδείς μπορούσε να προβλέψει που θα οδηγούσε.
Έπρεπε όμως ταυτόχρονα να είναι αυστηρή απέναντι σε καταχρεωμένους σε απόγνωση, που θα εξέταζαν το ενδεχόμενο κήρυξης χρεωκοπίας.
Όχι όμως αυστηρή σε σημείο που θα τους ωθούσε να επιλέξουν την χρεωκοπία και την αποχώρηση, από την παραμονή στην Ευρωζώνη.
Ιδού η ελληνική παγίδα.
Και η προέλευση της εσωτερικής διαμάχης στην ελληνική κοινωνία που γεννά αντίστοιχα διαμάχη στην πολιτική τάξη.
Το δίπολο : Παραμονή με κάθε θυσία – Χρεωκοπία & δραχμή. 



Η πάγια αντίληψη των Αμερικανών ότι « όποιος ασκεί ηγεμονία, άρα και επωφελείται, πληρώνει» οδηγεί με τον ένα ή άλλο τρόπο στο «η Γερμανία πρέπει να πληρώσει»”.
Είτε εκδίδοντας χρήμα είτε «κουρεύοντας» χρέη είτε και τα δύο.
Όμως η Γερμανία έχει δείξει, και από εδώ προκύπτει η ελληνική αγωνία, ότι ουδέποτε θα υιοθετήσει την αμερικανική συλλογιστική. Αφήνοντας να εννοηθεί ότι αν χρειαστεί θα τραβήξει το καλώδιο από τον διασωληνωμένο ασθενή.
Πιθανόν μπλοφάρει συνεχώς από την αρχή της κρίσης. Πιθανόν πρόκειται για chicken game, όμως σε τροχιά σύγκρουσης βρίσκονται μια νταλίκα κι ένα Trabant, ποιος λέτε θα φοβηθεί πρώτος; Ο μόνος τρόπος εξουδετέρωσης τής πιθανής μπλόφας θα ήταν η περίφημη εθνική συνεννόηση. Αλλά αυτή κατέστη αδύνατη εβδομήντα χρόνια τώρα, από τις χρυσές λίρες των Εγγλέζων στις κομμουνιστικές ομάδες αντίστασης σε συνδυασμό με την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Έτσι αυτό που σήμερα προέχει είναι να μην δοθεί στην Γερμανία η ευκαιρία να δώσει στη ράχη μας σε Ιταλούς και Ισπανούς ένα μάθημα περί «νηστείας και προσευχής», για τα δυσθεώρητα τρία τρις ευρώ του συνδυασμένου χρέους τους.
Και αυτό σημαίνει 180 ψήφοι την 29η Δεκεμβρίου. Ή την παραπομπή του κ. Τσίπρα επί 4ετία σε φροντιστήριο απόκτησης πραγματικών πρωθυπουργικών ποιοτήτων, πριν, τυχόν, καταξιωθεί του υπάτου αξιώματος. Φοβάμαι, παρότι δεν ανήκω σε εκείνους που τον υποτιμούν, ότι οι σημερινές πρωθυπουργικές του ποιότητες προσιδιάζουν περισσότερο σε όσα του καταμαρτυρεί ο κ. Πάγκαλος.

Προφήτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου