22.4.14

Απαραίτητος ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας.



 Είναι ίσως πιο αναγκαίο από ποτέ να έρθουμε αντιμέτωποι με ρηξικέλευθες τομές, με αμφισβήτηση των παγιωμένων συνηθειών και κυρίως με έναν φασματικό εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας.
Κάτι τέτοιο συνιστά μία αναγκαιότητα της εποχής, μολονότι οι συντηρητικοί κύκλοι εμμένουν στην διαιώνιση της περιορισμένης σκέψης, ακριβώς επειδή είναι ο μόνος τρόπος για να οχυρώσουν την κάστα τους.




Μέσα σε αυτές τις αναγκαιότητες, αναμφισβήτητα εντάσσεται ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας.
Και το πολύκροτο άρθρο του Δήμου, ασχέτως αν μας βρίσκει σύμφωνους ή όχι, υποδεικνύει την επιτακτική αποδέσμευση του Κράτους από τα ''μεσαιωνικά'' κατάλοιπα του Κλήρου…

 
Θα μου πείτε πως  έπρεπε να γράψει ένα άρθρο ο Δήμου για να τεθεί επί τάπητος ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας;
Κυριολεκτικώς, έχουν προηγηθεί ''σόδομα και γόμορα'' είτε με αποτροπιαστικές δηλώσεις υψηλών αξιωματούχων της Εκκλησίας είτε με τη συμμετοχή αυτής σε πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες είχαν ως συνέπεια την καταστρατήγηση των οικουμενικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Και πραγματικά αξίζει κανείς να διερωτάται πως είναι δυνατόν η Εκκλησία να αποτελεί αφετηρία ενός ηθικού αξιακού συστήματος, όταν ορισμένοι εκπρόσωποί της αποτελούν όνειδος του ανθρωπίνου είδους. 
Πράγματι, η ελληνική κοινωνία είναι βαθιά θρησκόληπτη και θεοκρατούμενη.
Η Εκκλησία είναι πανταχού παρούσα.
Στα σχολεία, στις αίθουσες των δικαστηρίων, σε ορισμένα κρατικά έγγραφα που δεν έχουν τύχει αναθεωρήσεως, στις Ένοπλες Δυνάμεις, στο Σύνταγμα καθώς και σε αναρίθμητους άλλους θεσμούς.
Η Εκκλησία, εκτός από κάτοχος εξωφρενικού πλούτου, είναι ρυθμιστής μίας ολόκληρης κοινωνίας με επικίνδυνη επιρροή στο πολιτικό γίγνεσθαι. Ο δε συντηρητισμός της αποβλέπει στην διατήρηση της εξουσίας της και όχι στην ηθική εξύψωση του ανθρώπου.
Άλλωστε, κανένας θεσμός δεν μπορεί να βελτιώνει τον άνθρωπο όταν εχθρεύεται τη διαφορετικότητα, διάκειται ρατσιστικώς απέναντι στη γυναίκα, υποδουλώνει την ελεύθερη σκέψη και είναι κοινωνός οπισθοδρομικής και παράλογης σκέψεως. Επίσης, το γεγονός ότι κατακεραυνώνει ως βλάσφημο οποιονδήποτε δεν συμφωνεί με τα πιστεύω της, είναι κάτι που υποδηλώνει φασισμό.
Και η κοινωνία μας έχει πληγεί πολλάκις από το φασισμό και τη βία που εκπορεύεται από αυτόν. 
Δυστυχώς, όσο η Εκκλησία παραμένει ενωμένη με το Κράτος, η κοινωνία μας παραμένει αλυσοδεμένη στην προκατάληψη και θα ασθμαίνει όποτε πρέπει να υποστεί ωφέλιμες αλλαγές.
Επίσης, επιβαρύνεται με δαπάνες και η μεταφορά του Αγίου Φωτός με τιμές αρχηγού κράτους είναι μία από αυτές.
Είναι προκλητικό σε μία εποχή οικονομικής δυσπραγίας αλλά και εντός ενός δημοκρατικού καθεστώτος, να επωμίζεται όλος ο πληθυσμός το κόστος της πίστεως.
Όπως, επίσης, είναι πέρα για πέρα σχιζοφρενές η Εκκλησία να απαλλάσσεται της φορολογίας και να χαίρει προνομιακής κρατικής μεταχειρίσεως, όταν οι πολίτες πασχίζουν να εξυπηρετήσουν ''κόκκινα'' δάνεια, φόρους και ''χαράτσια''.  
Πολλοί θα σπεύσουν να ισχυριστούν πως η ιστορία του νεώτερου ελληνικού έθνους είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με την Εκκλησία και πως η θρησκεία είναι συνεκτικός δεσμός μίας κοινωνίας.
Ότι είναι στοιχείο ενσωματώσεως, εργαλείο ιστορικής συνέχειας, αναπόσπαστο τμήμα μίας εθνικής παραδόσεως.
Πράγματι, ουδείς μπορεί να αντιδιαστείλει κάτι τέτοιο. Και σε καμία περίπτωση η ελληνική κοινωνία δεν θα ήταν έτοιμη να αποσχιστεί ολοσχερώς από το χριστιανικό ιδεώδες. Ίσως και δεν θα έπρεπε. 




Ωστόσο, η πίστη στο Χριστιανισμό ή σε οποιαδήποτε άλλη θρησκεία, δεν θα πρέπει να είναι επιβεβλημένη και σε καμία περίπτωση θεσμοθετημένη. Η πίστη του καθενός θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως μία αποκλειστικώς ατομική καί βιωματική υπόθεση.
Δεν χρειάζονται ούτε χρυσά άμφια, ούτε λιμουζίνες, ούτε αβροστόλιστες εκδηλώσεις.
Η θεσμοθέτηση της πίστεως και η εσωτερίκευση αυτής στον ιστό του κράτους αποτελούν δείγματα καθυστερημένης κοινωνίας, η οποία αρνείται πεισματικά να ωριμάσει επειδή φοβάται το νεωτερισμό καί τον εξορθολογισμό.
Τρέμει στην ιδέα του σχηματισμού ελεύθερα σκεπτόμενων καί ιδεολογικώς αυτόνομων ανθρώπων, οι οποίοι θα διαπλάθουν την κοσμοθεωρία τους κατόπιν κριτικής καί ερεύνης καί όχι μέσω της αβασάνιστης ενστερνίσεως των διδαχών των προγόνων.
Το μείζον ερώτημα είναι κατά πόσο ρεαλιστικό είναι να μιλάμε για διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας σε μία κοινωνία που πιστεύει σε ''ψεκασμούς'', διεθνείς συνωμοσίες, ενδίδει στον λαϊκισμό καί είναι βουτηγμένη στους μύθους.
Η αλήθεια είναι πως είναι δύσκολο, ιδίως όταν η εκάστοτε πολιτική εξουσία αρέσκεται στο να ''ερωτοτροπεί'' με την Εκκλησία προκειμένου να εξασφαλίσει το εκλογικό της τρόπαιο.
Η κοινωνία, μολονότι εκλέγει την ασθενική εξουσία, δεν πρόκειται ποτέ να εκσυγχρονιστεί αν η ίδια η πολιτική εξουσία δεν διακινδυνεύσει να συγκρουστεί μετωπικώς με το σαθρό κατεστημένο των συντεχνιών, στις οποίες η Εκκλησία κρατά δεσπόζουσα θέση. 
Εν τέλει, αν η Ελλάδα θέλει πραγματικά να γίνει ευρωπαϊκή χώρα και όχι ένα κακέκτυπο προχειρότητας, θα πρέπει να υποστεί αλλαγές, που εκ πρώτης όψεως φαντάζουν επώδυνες ή ''βλάσφημες''.
Και ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας είναι μία από αυτές.

Μάριος Στυλιανόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου